Του Νίκου Κοτζιά 

Φανερή έχει γίνει τις τελευταίες εβδομάδες η βαθύτατη κρίση του πολιτικού συστήματος και πριν απ’ όλα του δικομματισμού. Στη ΝΔ προστίθενται προβλήματα εκεί που νομίζει ότι τα λύνει. Μπορεί όλα να δείχνουν ότι η πρωτοβουλία της «Δημοκρατικής Συμμαχίας» και το «ΛΑΟΣ» έχουν περιορισμένες προοπτικές από ότι πριν λίγους μήνες, αλλά, ο Π.Καμένος δημιουργεί καινούργιο κόμμα, ενώ πολλοί σημαντικοί διαγραφέντες βουλευτές της ΝΔ δεν επιστρέφουν στο μαντρί. Επιπλέον, η Χρυσή Αυγή βρίσκεται σε άνοδο. Όλα αυτά τα στοιχεία σημαίνουν ότι η προοπτική ενσωμάτωσης στη ΝΔ δεξιών φιλομνημονιακών ψήφων είναι μικρότερης έκτασης από τις απώλειες αντιμνημονιακών ψήφων ανάμεσα σε παραδοσιακούς ψηφοφόρους της.

Μάλιστα, αν αναβληθούν οι εκλογές, η κυβερνητική φθορά του Α.Σαμαρά θα είναι επιταχυνόμενη, διότι συμμετέχει, πλέον, στη κυβέρνηση με περισσότερους υπουργούς από ότι πρωτύτερα. Με υπουργούς (πχ Βορίδης), δηλαδή, που διαχειρίζονται άμεσα εφαρμογές των μνημονίων. Επιπροσθέτως, η αριθμητική των εδρών είναι τέτοια, που μετά την απώλεια της δεδηλωμένης από το ΠΑΣΟΚ, η ΝΔ δεν θα μπορεί να δικαιολογήσει την μη άμεση επιβολή εκλογών. Μεγαλύτερες είναι οι ανακατατάξεις στο ΠΑΣΟΚ. Ανακατατάξεις που προκλήθηκαν μέσα από τρία κύματα φυγής. Στο πρώτο κύμα ανήκουν όσοι εξαρχής αντιπάλεψαν την ένταξη της Ελλάδας στο ΔΝΤ, στην τρόικα και στα μνημόνια. Οι δυνάμεις αυτές κάνουν σήμερα τις επιλογές τους με βάση τους αγώνες και τη στάση που κράτησαν τα δυόμιση τελευταία χρόνια στην πολιτική σκηνή. Είναι οι πιο απομακρυσμένες από το ΠΑΣΟΚ δυνάμεις και, ταυτόχρονα, οι πλέον ριζοσπαστικά ενωτικές. Στο δεύτερο κύμα φυγής εντάσσονται όσοι έφυγαν μετά την κατάργηση των κοινωνικών κατακτήσεων και την αποδιοργάνωση των εργασιακών σχέσεων. Οι δυνάμεις αυτές δεν έχουν δώσει σκληρές αντιμνημονιακές μάχες, ταλαντεύονται ανάμεσα στο να ακολουθήσουν τις δυνάμεις του πρώτου κύματος ή να διασφαλίσουν κάποιο πιο εύκολο παρκάρισμα, έστω και αν αυτή η προοπτική δεν έχει ουσιαστικές προοπτικές ως προς την ριζική αλλαγή του πολιτικού σκηνικού.
Το τρίτο κύμα φυγής από το ΠΑΣΟΚ είναι εκείνων όσων έχουν αμαρτήσει ποικιλότροπα. Εκείνων που υποστήριξαν ακόμα και με «αυταπάρνηση» όλα τα αντεθνικά και αντιλαϊκά μέτρα που έλαβαν οι κυβερνήσεις του Γ.Παπανδρέου. Που ψηφίσαν ακόμα και την συμμετοχή της ακροδεξιάς στην κυβέρνηση Παπαδήμου. Με επιμονή υποστήριξαν το πρώτο μνημόνιο, την έλευση του ΔΝΤ στην Ελλάδα, τις παραβιάσεις του Συντάγματος και της κυριαρχίας του Ελληνικού Κοινοβουλίου. Μέχρι το δεύτερο μνημόνιο σπάνια διαφοροποιήθηκαν και αυτό σε επιμέρους ζητήματα και μόνο. Δικαιολόγησαν τον νέο ραγιαδισμό, ενώ στήριξαν τις θεωρίες του μονόδρομου. Αυτές οι δυνάμεις έδειξαν ότι έφτασαν στα όριά τους με την κυρίαρχη πολιτική, αφού πρώτα έχασαν τις κυβερνητικές και κρατικές τους θέσεις, σε ένα βαθμό και τις προοπτικές τους μέσα στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ. Είναι δε σημαντικό το γεγονός ότι εξακολουθούν να δικαιολογούν όλη την αντιλαϊκή πολιτική μέχρι το δεύτερο μνημόνιο. Αυτό δεν το λέω ως κατηγορία, αλλά ως διαπίστωση.
Εκείνο που είναι πολιτικά και ηθικά «ενοχλητικό», είναι το γεγονός ότι οι του «τρίτου κύματος» που έχουν μέγιστη ευθύνη για τα χάλια της χώρας, επιθυμούν την υποταγή στα σχέδιά τους, όλων όσων με συνέπεια έφυγαν έγκαιρα από το ΠΑΣΟΚ. Το ίδιο ζητούν από τις αντιμνημονιακές κινήσεις που εξακολουθούν να κινούνται εντός του ΠΑΣΟΚ. Δείχνουν, δηλαδή, μια πρόθεση ηγεμονισμού που βρίσκεται σε πλήρη αναντιστοιχία με την πολιτική στενομυαλιά και ανικανότητα που επέδειξαν τα τελευταία χρόνια. Αυτός ο «ηγεμονισμός» αποτελεί ένα ακόμα παράδειγμα ότι ουσιαστικά δεν έμαθαν και δεν κατάλαβαν από τους αγώνες του λαού τα τελευταία χρόνια και ότι δεν αντιμετωπίζουν αυτοκριτικά τη συμβολή τους στην καταστροφή της πατρίδας.