Του Μπάμπη Κούτρα, protothema.gr

 

Το τελευταίο κύμα δημοσκοπήσεων που δημοσιοποιήθηκε την περασμένη Παρασκευή δείχνει μια εικόνα γενικευμένης ρευστότητας του πολιτικού συστήματος. Δέκα κόμματα στη νέα Βουλή και σχεδόν δύο στους δέκα ψηφοφόρους ακόμη αναποφάσιστοι, σημαίνει πως έως την Κυριακή των εκλογών όλα μπορούν να συμβούν. Δυστυχώς, για τους πολίτες μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα γκάλοπ τα οποία θα πραγματοποιηθούν αυτή και την επόμενη εβδομάδα, αλλά ποτέ δεν θα δουν το φως της δημοσιότητας. Ετσι ο καθένας μπορεί να ισχυρίζεται ό,τι θέλει, να «κρύβεται» πίσω από την απαγόρευση δημοσιοποίησης και να «φτιάχνει κλίμα» προσαρμόζοντας ανάλογα την τακτική του.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, υπάρχουν ορισμένα δεδομένα που δύσκολα θα αλλάξουν μέχρι τις κάλπες. Πρώτο κόμμα θα είναι η Νέα Δημοκρατία, αλλά χωρίς αυτοδυναμία. Το ακριβές ποσοστό της μπορεί να είναι κοντά στο 30%, αν καταφέρει να περιορίσει τις διαρροές ψηφοφόρων προς τα υπόλοιπα κόμματα της κεντροδεξιάς πολυκατοικίας και της εθνικιστικής Δεξιάς. Με το μπόνους των 50 εδρών που έχει αποκλείεται να σχηματιστεί κυβέρνηση χωρίς τη δική της συμμετοχή. Αυτό που θα κριθεί από τη διαφορά με το δεύτερο κόμμα είναι αν πρωθυπουργός θα είναι ο Αντώνης Σαμαράς ή θα αναζητηθεί τρίτο πρόσωπο κοινής αποδοχής με τα χαρακτηριστικά του Λουκά Παπαδήμου. 

Δεύτερο κόμμα θα είναι το ΠΑΣΟΚ, που αναμένεται να κινηθεί από το 15% μέχρι λίγο πάνω από το 20%. Το ποσοστό του εξαρτάται από τη συσπείρωση που θα πετύχει και τις απώλειες κυρίως προς τη Δημοκρατική Αριστερά και την Κοινωνική Συμμαχία. Η στροφή των πολιτών από την ψήφο διαμαρτυρίας στην ψήφο διακυβέρνησης ευνοεί τους σχεδιασμούς του Ευάγγελου Βενιζέλου. 

Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ είναι «καταδικασμένα» να σχηματίσουν συμμαχική κυβέρνηση – άλλωστε είναι τα μόνα, μαζί με τη Δημοκρατική Συμμαχία, που στηρίζουν την εφαρμογή του μνημονίου ως μόνης διεξόδου από την οικονομική και κοινωνική κρίση. Αν και τα δύο κόμματα μαζί συγκεντρώσουν το 50% των ψήφων, θα έχουν την πολιτική και ηθική νομιμοποίηση να κυβερνήσουν. Με 45%, που υπολογίζεται ως το πιθανότερο ποσοστό του πάλαι ποτέ ισχυρού δικομματισμού, θα έχουν μια ισχυρή, αλλά ευάλωτη πλειοψηφία στη Βουλή και θα αποτελέσουν εύκολο στόχο για την αντιπολίτευση από την επόμενη μέρα των εκλογών, με δεδομένο ότι πρέπει να εφαρμόσουν σκληρά αντιλαϊκά μέτρα. 

Η τρίτη θέση «παίζεται» ανάμεσα στο ΚΚΕ και τον ΣΥΡΙΖΑ, με τον δεύτερο να έχει αναπτύξει μια ισχυρή δυναμική και να κερδίζει τον ρόλο, τα πολιτικά πλεονεκτήματα και τις υποχρεώσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Από εκεί και κάτω, εξασφαλισμένη παρουσία στη Βουλή φαίνεται πως έχουν η Δημοκρατική Αριστερά, οι Ανεξάρτητοι Ελληνες, ο ΛΑΟΣ και η Χρυσή Αυγή, ενώ παίζεται η είσοδος της Δημοκρατικής Συμμαχίας και των Οικολόγων. 
Σε κάθε περίπτωση, η επόμενη Βουλή θα αντιπροσωπεύει μια μεταβατική πολιτική περίοδο. Από το 1974 έως σήμερα είχαμε τη λεγόμενη περίοδο της Μεταπολίτευσης που φτάνει οριστικά στο τέλος της. Η διαχείριση της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, τα γεγονότα που θα ακολουθήσουν και οι ζυμώσεις της επόμενης διετίας θα δώσουν ένα νέο πολιτικό τοπίο, το οποίο σήμερα ίσως δεν μπορούμε να το φανταστούμε και, πολύ περισσότερο, να το περιγράψουμε.