Νέα Υόρκη. «Υπομονή» συνέστησε στους ευρωπαίους ηγέτες, τις αγορές αλλά και τους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οίκους, δίνοντας στην Ελλάδα περισσότερο χρόνο να τακτοποιήσει τις πολιτικές εκκρεμότητές της σε ομιλία του με θέμα «Μαθήματα από την ελληνική ανταλλαγή χρέους» από το Δουβλίνο, στο ιρλανδικό Ινστιτούτο Διεθνών και Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, ο εκτελεστικός διευθυντής του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου Charles Dallara, χθες 16 Μαϊου. Ο ισχυρός άνδρας, εκπρόσωπος των μεγαλύτερων  χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, εμφανίστηκε για πρώτη φορά χαλαρός μακριά από αριθμούς και ποσοστά, σε μια ομιλία που εξέπληξε το ακροατήριο του όχι μόνο γιατί αφιέρωσε αρκετό χρόνο αναλύοντας εξονυχιστικά  για το ποιες θα είναι οι ουσιαστικές συνέπειες της εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, για την ίδια τη χώρα, την Ευρώπη, αλλά και την παγκόσμια οικονομία αν η Ελλάδα βγει (με ή χωρίς την θέληση της) από την ζώνη του ευρώ. Ο επικεφαλής του αμερικανικού οργανισμού μίλησε με καθαρά φιλελληνικές θέσεις ξαφνιάζοντας αρκετούς από όσους τον άκουσαν, σε ένα στεγνό τεχνοκρατικό ακροατήριο, μιλώντας  επίσης για την Ευρώπη και τον επαναπροσδιορισμό της πολιτικής της. «Αν θέλει –είπε- η Ευρώπη προκειμένου να αντιμετωπιστεί το μεγάλο πρόβλημα της κρίσης χρέους, αλλά και ολοκληρώσει την δημοσιονομική (και πολιτική) ενοποίησή της, οφείλει να το κάνει  με συγκεκριμένα βήματα». Για την Ευρωζώνη και την αντιμετώπιση του προβλήματος της κρίσης χρέους, ο Charles Dallara επισημαίνει ότι «ναι μεν έχει σημειωθεί πρόοδος, αλλά χρειάζεται μια αποφασιστική προσπάθεια για να τεθεί υπό έλεγχο το πρόβλημα, κάτι που δεν έχει γίνει ακόμα». Στην ομιλία του που είχε εμφανώς ανθρώπινο χαρακτήρα αναγνωρίζοντας ότι πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι που συνθλίβονται ενώ άφησε σοβαρές  αιχμές για την αποτελεσματικότητα των μέτρων που επέβαλε το πρώτο αλλά και το δεύτερο Μνημόνιο στον Ελληνικό λαό.

Ξεκινώντας από την Ελλάδα και από το γεγονός ότι βρίσκεται πάλι στις πρώτες θέσεις της ειδησεογραφίας, για λόγους που, όπως χαρακτηριστικά είπε, “δεν θα έπρεπε ούτε να μας ενοχλούν, ούτε να μας σοκάρουν”, -σημειώνοντας την έκπληξή του για το ότι οι αγορές επηρεάστηκαν-, ανέφερε τα εξής: «Αυτό που βλέπουμε στην Ελλάδα δεν είναι μια έκφραση απογοήτευσης από τον ελληνικό λαό για τα μέτρα λιτότητας, αλλά έκφραση απογοήτευσης για την πολιτική ηγεσία των τελευταίων 3-4 δεκαετιών που οδήγησε σε αυτή την κατάσταση. Η αίσθησή μου,-τόνισε –  έχοντας ζήσει και στην Ελλάδα χρόνια πριν και έχοντας μιλήσει με πολύ κόσμο,  –δεν θεωρώ ότι μιλάω εξ ονόματος του ελληνικού λαού- είναι ότι υπάρχει ένα προφανές αίσθημα απογοήτευσης ότι η πολιτική ηγεσία, κυρίως των δυο μεγάλων κομμάτων, τον έχει εγκαταλείψει. Η απόφαση να αναζητήσει ο λαός μια άλλη κατεύθυνση, είτε με άλλα κόμματα και άλλους ηγέτες ή μέσω προσπαθειών των ηγετών των παραδοσιακών κομμάτων να πείσουν τον λαό για μια νέα πορεία, απαιτεί χρόνο. Θεωρώ ότι πρέπει να είμαστε υπομονετικοί να αφήσουμε την ελληνική δημοκρατική διαδικασία να ολοκληρωθεί. Και αυτό περιλαμβάνει και τους ευρωπαίους ηγέτες να σταματήσουν –έχει γίνει ιδιαίτερα δημοφιλές το παιχνίδι- να λένε στους έλληνες πώς θα ζήσουν».

 Με την παραδοχή ότι το ζήτημα της Ελλάδας είναι καίριο για το υπόλοιπο της Ευρώπης, επανέλαβε ότι «πρέπει να αφήσουμε τους Έλληνες να βρουν τον δρόμο τους στην νέα πολιτική ηγεσία», υπογραμμίζοντας και τονίζοντας το  έργο που έγινε από την κυβέρνηση Παπαδήμου σε μια ιδιαίτερα δύσκολη περίοδο.

 Αναφερόμενος στα οφέλη από την μεγαλύτερη στην ιστορία αναδιάρθρωση χρέους, ο Charles Dallara εξέφρασε την πάγια πεποίθησή του ότι μπορεί να αποβεί θετική για την ελληνική οικονομία. «Η Ελλάδα έχει ήδη υποφέρει αρκετά για την οικονομική προσαρμογή της. Αντιμετωπίζει την ύφεση στην οικονομία της, μεγάλα ποσοστά ανεργίας, περικοπές, και ένα τραπεζικό σύστημα εμφανώς δυσλειτουργικό. Αν συνεχίσει το πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων, -προσαρμόζοντάς το, ελπίζω, στην νέα πραγματικότητα που διαμορφώνεται-, θα αρχίσουν να αποδίδουν οι προσπάθειές της», τονίζοντας παράλληλα ότι «Μπορεί το νέο πρόγραμμα να περιέχει δυσκολίες, περιέχει όμως και οικονομική στήριξη για τα επόμενα χρόνια. Αλλά το πιο σημαντικό είναι οι ουσιαστικές δομικές μεταρρυθμίσεις του προγράμματος που θα βοηθήσουν την ανταγωνιστικότητα και την αποτελεσματικότητα της ελληνικής οικονομίας. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις είναι αναπόφευκτες».

Στο θέμα που κυριαρχεί εδώ και μέρες κυριαρχεί τον τελευταίο καιρό για μια πιθανή έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη, ο επικεφαλής του IIF, λέει χαρακτηριστικά «Η αποχώρηση της Ελλάδα από την ευρωζώνη είναι μακριά από το να θεωρείται αναπόφευκτη. Δεν συμφωνώ καθόλου με τον όρο «αναπόφευκτη» έξοδο που εδώ και δυο εβδομάδες χρησιμοποιούν πολλοί για την έξοδο της Ελλάδας. Θεωρώ ότι είναι δυνατή, αλλά δεν θα έλεγα, ούτε ότι είναι αναπόφευκτη, αλλά ούτε και πιθανή. Μια έξοδος της Ελλάδας από την ζώνη του ευρώ θα είχε τεράστιο κόστος και για την ίδια την Ελλάδα, και για την Ευρώπη και για την παγκόσμια οικονομία. Για την Ελλάδα θα σήμαινε μια περίοδο υπερπληθωρισμού, περαιτέρω κατάρρευση της οικονομίας, δεν θα γίνει η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, περαιτέρω κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος, κατάρρευση του συστήματος».  Το ίδιο τεράστιες θα είναι και οι επιπτώσεις για την Ευρώπη από μια έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, σύμφωνα με τον Charles Dallara, δεδομένου ότι δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο «ελεγχόμενης αποχώρησης», όπως χαρακτηριστικά τόνισε. Σύμφωνα με τα όσα είπε ο επικεφαλής του IIF, ο κίνδυνος επίσης της μετάδοσης είναι αρκετά σοβαρός (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία και Ιρλανδία), από την στιγμή που θα αναγκαστεί η Ευρώπη να στηρίξει το τραπεζικό σύστημα και τις οικονομίες των συγκεκριμένων χωρών, καταλήγοντας ότι «δεν θα ήθελα ούτε να υπολογίσω το συνολικό κόστος για την Ευρώπη να προσπαθεί να σταθεροποιήσει την ευρωζώνη, μετά από μια έξοδο της Ελλάδας.

Με δεδομένο ότι το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα είναι αλληλοεξαρτώμενο, ξεκινώντας από το παράδειγμα της κατάρρευσης της Lehman Brothers και την ύφεση που ακολούθησε παγκοσμίως, ο Charles Dallara –πάντα σε σχέση με τις επιπτώσεις της εξόδου της Ελλάδας από την ζώνη του Ευρώ σε παγκόσμιο πλέον επίπεδο- επεσήμανε  ότι «δεν χρειαζόμαστε άλλη μια ύφεση, η οποία μπορεί να είναι λιγότερο ή περισσότερο σοβαρή από αυτή που είδαμε με την Lehman», παρομοιάζοντας ουσιαστικά τις επιπτώσεις της κατάρρευσης του αμερικανικού κολοσσού με τις πιθανές επιπτώσεις που θα μπορούσε να έχει μια έξοδος της Ελλάδας από την ζώνη του ευρώ.

 Για την ευρωζώνη, ο Charles Dallara σημείωσε την πρόοδο που έχει επιτευχθεί για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους, αλλά απαιτούνται και άλλα, 7, κατά την άποψή του επιπλέον βήματα, που χρειάζεται να προσαρμοστούν στην ήδη υπάρχουσα στρατηγική, υπογραμμίζοντας ότι «δεν πρόκειται για μια στροφή 180 μοιρών, αλλά μια αλλαγή 45-60 μοιρών με βραχυπρόθεσμα μέτρα και ουσιαστική επαναβεβαίωση της ευρωπαϊκής δέσμευσης για οικονομική και πολύ πιθανόν πολιτική ενοποίηση».

 Αναγνωρίζοντας το ευρωπαϊκό όραμα για ένα ενιαίο νόμισμα και την πρόοδο που έχει επιτευχθεί όλα αυτά τα χρόνια, ο επικεφαλής του IIF δεν δίστασε να πει ότι «αυτό το όραμα έχει αρχίσει να βγαίνει εκτός πορείας, όταν οι ευρωπαίοι ηγέτες απέτυχαν να αρπάξουν την ευκαιρία που τους παρουσιάστηκε από πολλούς, συμπεριλαμβανομένου και του πρώην γερμανού καγκελαρίου Κολ, που υποστηρίζουν ότι το κοινό νόμισμα πρέπει να διαθέτει επίσης κοινό δημοσιονομικό πλαίσιο. Για κάποιους λόγους που δεν είναι της παρούσης, αυτό δεν έγινε».

 «Ο συνδυασμός βραχυπρόθεσμων μέτρων και η επαναβεβαίωση με σχέδιο, συμπεριλαμβανομένου και χρονοδιαγράμματος προς μια δημοσιονομική ενοποίηση και ένωση είναι πιθανότατα ο καλύτερος και  ίσως ο μόνος τρόπος, ώστε οι ευρωπαίοι ηγέτες να επανακτήσουν τον έλεγχο σε ό,τι παραμένει ασταθές» αναφέρει ο Charles Dallara προτείνοντας τα εξής:

-Την προσαρμογή του ρυθμού της δημοσιονομικής εξυγίανσης στις χώρες που εφαρμόζουν οικονομικές μεταρρυθμίσεις, είτε βρίσκονται σε πρόγραμμα του ΔΝΤ-τρόικας, είτε όχι. Για την Ελλάδα, ο Charles Dallara ήταν ξεκάθαρος: «Ο ρυθμός της δημοσιονομικής εξυγίανσης που διοχετεύτηκε στα προγράμματα για την Ελλάδα (Πορτογαλία και Ισπανία) δεν απέδωσε».

Εξήγησε ότι κάθε γύρος περικοπών οδήγησε σε ένα νέο γύρο οικονομικής αδυναμίας, βαθαίνοντας βραχυπρόθεσμα την τρύπα στα δημοσιονομικά, κάτι που οδηγεί σε έναν νέο γύρο περικοπών, γεγονός που αντί να δημιουργείται, υπονομεύεται η δημοσιονομική αξιοπιστία, υποστηρίζοντας παράλληλα ότι «αν οι τωρινοί δημοσιονομικοί στόχοι των 12-24-36 μηνών επεκτείνονταν για επιπλέον 12-24-30 μήνες, τα προγράμματα προσαρμογής σε αυτές τις χώρες θα ήταν πιο διαχειρίσιμα και πιο συμβατά με την ανανέωση και την αναζωογόνηση της ανάπτυξης. Αν οι χώρες πρόκειται να χαλαρώσουν το ρυθμό των βραχυπρόθεσμης δημοσιονομικής προσαρμογής, είναι ουσιαστικό να συνοδεύεται από ένα μεσοπρόθεσμο σχέδιο δημοσιονομικής εξυγίανσης. Εκεί –θεωρώ- ότι πρέπει να εστιάσουμε. Αυτό λείπει. Υπάρχει μια εμμονή στις βραχυπρόθεσμες περικοπές σε πολλές από τις οικονομίες της Ευρώπης και όχι εστίαση στην ανάγκη αξιόπιστων σχεδίων για την μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική εξυγίανση. Εκεί –θεωρώ- ότι πρέπει να κερδηθεί η αξιοπιστία στις αγορές».

«Για να βάλεις τις οικονομίες στην κατεύθυνση της μεσοπρόθεσμης δημοσιονομικής εξυγίανσης, χρειάζεται να πας πιο πέρα από τις περικοπές. Χρειάζεσαι θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις στις διαρθρωτικές κυβερνητικές δαπάνες, χρειάζεται θεμελιώδεις μεταρρυθμίσεις στο σύστημα υγείας, καθώς στο σύστημα που λειτουργεί η εργασία. Αυτές οι μεταρρυθμίσεις είναι αναπόφευκτες» αφήνοντας στην συνέχεια να διαφανεί ότι κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει εκ μέρους του ΔΝΤ, της ΕΕ και της ΕΚΤ, με την δικαιολογία-επεξήγηση ότι «όλοι σε ένα βαθμό είμαστε δέσμιοι της δύναμης ή της αδυναμίας των θεσμών εντός των οποίων λειτουργούμε».

Επικαλούμενος την εμπειρία του από το ΔΝΤ, ο Charles Dallara επεσήμανε ότι ο ισχυρός και αξιόπιστος οργανισμός πρότασσε τις βραχυπρόθεσμες περικοπές έναντι των μεσοπρόθεσμων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. «Η Ευρώπη σήμερα χρειάζεται περισσότερο το δεύτερο και λιγότερο το πρώτο», κατέληξε, «και αυτό περιλαμβάνει τις δύσκολες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, ουσιαστικές στο να υπάρχει ευελιξία και συντελεστές παραγωγής, ώστε το κεφάλαιο και η εργασία να πηγαίνει όπου επιθυμεί να κατευθυνθεί, χωρίς το κράτος να το εμποδίζει».

-Στην περίπτωση που εφαρμοστεί κάτι τέτοιο, σε χώρες με ήδη υψηλή ανεργία, και στην προοπτική συρρίκνωσης του δημοσίου τομέα,  ο επικεφαλής του IIF προτείνει την δημιουργία ενός ευρωπαϊκού ταμείου αλληλεγγύης των εργαζομένων (Workers Solidarity Fund) –τουλάχιστον 50 δισ-, το οποίο να χρησιμοποιείται για την στήριξη των εργαζομένων (από απολύσεις)  ή την εκπαίδευση των εργαζομένων. «Είναι μια πρόκληση που αντιμετωπίζουν όλες υπό προσαρμογή χώρες. Εργαζόμενοι που έχουν απολυθεί, ικανοί να διεκδικήσουν άλλες ευκαιρίες  δεν θα έπρεπε –κατά την άποψή μου- να αποτελούν βάρος για τους ιρλανδό, τον έλληνα, τον ιταλό, τον ισπανό ή τον πορτογάλο φορολογούμενο. Θα μπορούσε να υπάρχει μια συλλογική ευθύνη, αν όντως σοβαρολογούν οι ευρωπαίοι ηγέτες».

Εντός του συγκεκριμένου πλαισίου, στα όσα ανέπτυσσε κατά την ομιλία του ο Charles Dallara περί αλληλεγγύης, σχολιάζοντας τις δηλώσεις της καγκελαρίου Μέρκελ ότι η ευρωζώνη δεν είναι μόνο νομισματικό project, αλλά και πολιτικό, καλωσόρισε την συγκεκριμένη άποψη, μεταφράζοντας την σε ουσιαστική πολιτική δέσμευση για αλληλεγγύη, αναγκαία για την εργασιακή προσαρμογή και επανεκπαίδευση.

-Ένα ακόμα στοιχείο της προσαρμογής που χρειάζεται η Ευρωζώνη, σύμφωνα με τον επικεφαλής του IIF, είναι η δημιουργία ενός μεγαλύτερου και πιο ευέλικτου ταμείου στο EFSF και στο ESM. Συγχαίροντας τους ευρωπαίους για τα όσα έχουν κάνει μέχρι σήμερα, ο Charles Dallara εκτιμά ότι το ταμείο δεν είναι επαρκώς μεγάλο, ούτε επαρκώς ευέλικτο, προτείνοντας την δυνατότητα το συγκεκριμένο ταμείο να μπορεί απευθείας να επενδύει σε αδύναμα όργανα (Institutions) εντός της περιφέρειας της ευρωζώνης, αποφεύγοντας την διοχέτευση των χρημάτων μέσω των κεντρικών κυβερνήσεων.

-Ο ρυθμός των μεταρρυθμίσεων του ρυθμιστικού πλαισίου leveraging χρειάζεται επανεξέταση για να υπάρχουν κάποια σημάδια ανάπτυξης.

«Η συζήτηση για την λιτότητα και την ανάπτυξη πρέπει να τεθεί επί τάπητος και να δούμε τι δημιουργεί την ανάπτυξη, η οποία δεν θα έρθει από τις κρατικές δαπάνες, αλλά από ροές επενδυτικών κεφαλαίων και νέες πιστώσεις»

-οι ιδιωτικοποιήσεις, οι οποίες σύμφωνα με  τον επικεφαλής του IIF θα ανανεώσουν την ανταγωνιστικότητα,

-συνεχής ενεργός ρόλος για την ΕΚΤ, με συνεχιζόμενη στήριξη ρευστότητας, συνεχιζόμενη επιλεκτική συμμετοχή στα προγράμματα σταθερότητας, προθυμία για περαιτέρω διευκόλυνση της συνολικής πολιτικής παρακολούθησης.

Ο Charles Dallara, κλείνοντας,  έστειλε το δικό του μήνυμα προς τους Ευρωπαίους. «Αν σοβαρολογείτε για μια ευρωπαϊκή οικονομική και στην συνέχεια πολιτική ενοποίηση, τότε προχωρήστε», υπογραμμίζοντας ότι «ο καλύτερος τρόπος για να επιδείξουν αυτήν την δέσμευση είναι να συμφωνήσουν να εκδώσουν ένα κοινό χρέος σε ορισμένες συνθήκες, κάποιο είδος ευρωομολόγων, και να θέσουν χρονοδιάγραμμα για την δημοσιονομική ένωση».