Του Α. ΛΥΚΑΥΓΗ

ΑΝΑΜΦΙΒΟΛΑ η ανάληψη της προεδρίας της ΕΕ από την Κύπρο δίδει στη Λευκωσία πρωτοβάθμιο στρατηγικό πλεονέκτημα. Που λόγω μάλιστα συγκυριακών εξελίξεων, ανατάσσεται και αποβαίνει προσδιοριστικό για όσα έπονται. Και για να είμεθα πιο συγκεκριμένοι:

Η κυπριακή προεδρία όχι μόνον αφ’ εαυτής ανατάσσει την κρατική οντότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά εκ των πραγμάτων ακυρώνει τις έωλες απόπειρες της Αγκυρας να αμφισβητήσει την κυριαρχία της μεγαλονήσου και να διεμβολίσει την άσκηση αυτονόητων κυριαρχικών της δικαιωμάτων.

Το γεγονός επισυμβαίνει εν μέσω κατακλυσμιαίων περιφερειακών ανατροπών, που οδηγούν σε αναδιάταξη δυνάμεων και αναδιανομή στρατηγικών ισορροπιών. Εξελίξεις που εφάπτονται των κυπριακών γεωπολιτικών ορίων και που επηρεάζουν τη σύνολη περιοχή.

Σ’ αυτά πρέπει να συναρτηθούν και όσα σχετίζονται με το νέο ενεργειακό περιβάλλον στην Ανατολική Μεσόγειο, στο επίκεντρο του οποίου βρίσκεται η Κύπρος, ως αναδυόμενος παίκτης σε ό,τι αφορά τα αποθέματα υδρογονανθράκων που έχουν εντοπισθεί και των οποίων η εξόρυξη βρίσκεται ήδη εν τω γίγνεσθαι. Κάτι που ασφαλώς αφορά την Ευρώπη κατά κύριο λόγο και που αυτονοήτως προσδίδει στην Κύπρο ιδιαίτερη σημασία για τα δυτικά κέντρα ισχύος.

Υπό το φως αυτών των επισημάνσεων, δεν είναι καθόλου περίεργες οι κλιμακούμενες και οργίλες αντιδράσεις της Αγκυρας. Η οποία βλέπει το κυπριακό θήραμα να εκφεύγει οριστικά από τις σιαγόνες της επεκτατικής της βουλιμίας. Γιατί περί αυτού πρόκειται. Καθώς από το 1974 (η Τουρκία ενέτασσε την Κύπρο στη στρατηγική της κηδεμονία. Η ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ αφενός και αφετέρου η ενσωμάτωσή της στον σκληρό πυρήνα της Κοινότητος (Ευρωζώνη) αποτέλεσε ουσιαστικά την αντίστροφη μέτρηση αφενός ανασχέσεως των επεκτατικών σχεδιασμών της Αγκυρας και αφετέρου διανοίξεως προοπτικών παλινορθώσεως της κυπριακής εδαφικής ακεραιότητος και πολιτικής ενότητος.

Γιατί ο,τι και να συμβεί, οποιαδήποτε λύση του Κυπριακού -ως απότοκο ιστορικού συμβιβασμού- δεν μπορεί με τίποτα να είναι ασύμβατη με το κοινοτικό κεκτημένο και αναντίστοιχη προς τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. Ούτε και υπάρχει ενδεχόμενο εισδοχής της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση χωρίς τη συναίνεση της Λευκωσίας. Να κτυπιέται ο Ερντογάν και να ουρλιάζει ο Νταβούτογλου, την κοινοτική πύλη δεν θα τη διασκελίσουν ως εταίροι χωρίς την υπογραφή και τη σφραγίδα της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Ανεξαρτήτως αυτού και χωρίς παλικαρισμούς και ανεδαφικές πολιτικές, η Κύπρος βρίσκεται σε θέση τέτοια που: πρέπει όχι να εφησυχάζει πίσω από τα ευρωπαϊκά της στρατηγικά πλεονεκτήματα (ούτε βεβαίως κι επιπολαίως να κομπάζει), αλλά να ενεργεί με τρόπο που να ενισχύει στο έπακρο τη θέση της. Διαβεβαιώνοντας εμπράκτως για τη βούλησή της όσον αφορά την ανάγκη για λύση του πολιτικού της προβλήματος. Αλλά κι εμπεδώνοντας τις προϋποθέσεις για την ταυτότητα του συμβιβασμού που θέλει. Προϋποθέσεις που δεν μπορεί να αφίστανται των ευρωπαϊκών προδιαγραφών.