Έχετε μπερδευτεί από τα διάφορα στοιχεία σχετικά με τις συζητήσεις για τον προϋπολογισμό της ΕΕ; Πότε είναι ένα «πάγωμα» όντως «πάγωμα» και όχι αύξηση κτλ; Μην αισθάνεστε άσχημα, όλοι έχουν μπερδευτεί. Υπάρχουν διάφοροι τρόποι για να υπολογίσει κανείς την αύξηση (ή όπως αλλιώς) του προϋπολογισμού της ΕΕ, ανάλογα πώς θα το δει κανείς:

-πληρωμές ή δεσμεύσεις
-καθαρές εισφορές πριν ή μετά την επιστροφή
-ακαθάριστες εισφορές πριν ή μετά την επιστροφή
-στοιχεία επί του προϋπολογισμού μόνο ή επίσης δαπάνες της ΕΕ εκτός του κύριου προϋπολογισμού
-τρέχουσες τιμές ή σταθερές τιμές.

Με άλλα λόγια, είναι αρκετά για να μπερδευτεί κανείς. Εν όψει των σημερινών διαπραγματεύσεων για τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, υπάρχουν ουσιαστικά δύο κρίσιμα στοιχεία που πρέπει να λάβει κανείς υπόψη όταν εξετάζει εάν ο Cameron έχει κατορθώσει να φέρει εις πέρας ό,τι έχει υποσχεθεί (ένα πάγωμα των πληρωμών σε πραγματικούς όρους): το επίπεδο «του ανώτατου ορίου των πληρωμών επί πιστώσεων» έναντι «του ανώτατου ορίου των δεσμεύσεων επί πιστώσει», και το μερίδιο των ευρωπαϊκών δαπανών που καλύπτονται από τη βρετανική επιστροφή.

Το πρώτο σημείο είναι δύσκολο καθώς η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου έχει θέσει το όριό της χρησιμοποιώντας διαφορετικές μεθόδους από οποιονδήποτε άλλο. Κάθε ετήσιος προϋπολογισμός της ΕΕ περιλαμβάνει ένα στοιχείο για τις «δεσμεύσεις» (οι οποίες ουσιαστικά είναι «υποσχέσεις για καταβολή» ή κεφάλαια που μπορεί να δεσμευτούν εκείνη τη χρονιά) ή «πληρωμές» (το ύψος των χρημάτων που έχουν πραγματικά καταβληθεί τη δεδομένη χρονιά). Ο μακροπρόθεσμος προϋπολογισμός από την άλλη πλευρά, ο οποίος συζητείται σήμερα, περιλαμβάνει ανώτατα όρια που περιορίζουν το μέγιστο επίπεδο των δεσμεύσεων και των πληρωμών που μπορεί γίνουν κατά τα έτη 2014-2020, με τις πληρωμές να είναι πάντα χαμηλότερες από ό,τι οι δεσμεύσεις.

Τώρα, όλα τα σχέδια που εξετάζονται αυτή τη στιγμή, εκτός του βρετανικού, συγκρίνουν τα προτεινόμενα ανώτατα όρια των δεσμεύσεων για την περίοδο 2014-2020 με το ανώτατο όριο των δεσμεύσεων του προηγούμενου μακροπρόθεσμου προϋπολογισμού για το 2011 (δηλαδή τα χρήματα που πραγματικά δαπανήθηκαν εκείνο το χρόνο) και, μετά από την κλιμάκωση των ποσών προς τα πάνω για να καλυφθεί η πλήρης περίοδο των επτά ετών, χρησιμοποιείται αυτό ως βασική γραμμή. Αυτό βοηθάει να εξηγηθεί το πολύ μεγάλο κενό στην πρόταση του Ηνωμένου Βασιλείου σε σχέση με τις άλλες. Χρησιμοποιώντας τη βασική γραμμή όλων των άλλων (τα ανώτατα όρια για την περίοδο 2007-2013), η πρόταση του Ηνωμένου Βασιλείου φαίνεται να μοιάζει πολύ περισσότερο σαν μια μείωση σε πραγματικούς όρους παρά σαν ένα «πάγωμα».

Τα δημοσιεύματα όλες τις τελευταίες δύο ημέρες επισημαίνουν ότι η Βρετανία είναι έτοιμη να διαπραγματευτεί μια συμφωνία με βάση την πρόταση του Herman Van ROmpuy (HrV) –επιφανειακά αυτό μοιάζει σαν μια σημαντική μεταστροφή, δεδομένου ότι η βρετανική πρόταση ανέρχεται σε περίπου 886 δισ. ευρώ σε πληρωμές έναντι των δεσμεύσεων των 1,011 τρισ. ευρώ με βάση το σχέδιο του HrV. Ωστόσο, αυτό συγκρίνει πληρωμές με δεσμεύσεις. Νέα δημοσιεύματα υποδηλώνουν ότι η νέα έκδοση της πρότασης του HrV περιλαμβάνει ένα ανώτατο όριο πληρωμών περίπου 938 δισ. ευρώ, σημαντικά πιο κοντά στη βρετανική θέση, και μια μικρή μείωση σε πραγματικούς όρους του ορίου των τρεχουσών πληρωμών (4 δισ. ευρώ). Αυτό είναι τότε το ποσό προς σύγκριση. Αυτό το ποσό πιθανότατα να πρέπει να μειωθεί περαιτέρω για να γίνει αποδεκτό από το Ηνωμένο Βασίλειο. Αλλά αν και αυτό δεν θα ήταν ιδανικό, ο David Cameron ίσως να είναι σε θέση να το πουλήσει στο εσωτερικό ως «πάγωμα» ή ως μείωση, καθώς αυτό θα ήταν με βάση τους όρους οποιουδήποτε άλλου.

Το κύριο εμπόδιο με την πρόταση του HrV βρίσκεται στο δεύτερο ζήτημα, την επιστροφή. Αυτή τη στιγμή, το σχέδιο θα άλλαζε τον τρόπο με τον οποίο υπολογίζεται η επιστροφή, αφαιρώντας την αποζημίωση του Ηνωμένου Βασιλείου για τις δαπάνες «αγροτικής ανάπτυξης» στα νέα κράτη-μέλη και απαιτώντας η επιστροφή να χρηματοδοτείται από όλα τα κράτη-μέλη (συμπεριλαμβανομένης και της Βρετανίας). Εκτιμούμε πως αυτό θα κόστιζε στο Ηνωμένο Βασίλειο μεταξύ 3,5-7 δισ. ευρώ για το διάστημα της επταετίας. Είναι ξεκάθαρο πως κάτι τέτοιο θα ήταν απαράδεκτο για τον Cameron, ο οποίος έχει υποσχεθεί να υπερασπιστεί την έκπτωση. Ωστόσο, αυτή η πρόταση για αλλαγή της επιστροφής θα παρουσιαζόταν ως μια εγχώρια νίκη για τον Cameron.

Αυτό οφείλεται στο γεγονός, όπως επισημάναμε λίγες εβδομάδες πιο πριν, ότι η επιστροφή του Ηνωμένου Βασιλείου αναμένεται ήδη να μειωθεί κατά ένα αντίστοιχο ποσό, μόνο και μόνο λόγω του τρόπου με τον οποίο είναι πιθανό να διατεθούν τα χρήματα στο μέλλον και εξαιτίας του τρόπου με τον οποίο η επιστροφή λειτουργεί. Περισσότερα κεφάλαια αναμένεται να κατευθυνθούν προς τα νεότερα (και πιο φτωχά) κράτη-μέλη, και αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχουν λιγότερες δαπάνες από τις οποίες θα μπορούσε να πάρει μια επιστροφή το Ηνωμένο Βασίλειο. Αυτό σημαίνει ότι η καθαρή συνεισφορά του Ηνωμένου Βασιλείου για τον προϋπολογισμό της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα μπορούσε να αυξηθεί ακόμη και εάν υπάρχει ένα «πάγωμα» ή μια μικρή μείωση στον προϋπολογισμό. Αυτό είναι αναπόφευκτο και αποτελεί περισσότερο αποτέλεσμα των προηγούμενων διαπραγματεύσεων για την επιστροφή, από τον Tony Blair.

Συνολικά, το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να καταλήξει σε μια συμφωνία όπου η καθαρή συνεισφορά του να αυξάνεται (εξαιτίας της μείωσης στην επιστροφή) και ο συνολικός προϋπολογισμός είναι πολύ υψηλότερος από τον επιθυμητό στόχο. Αλλά αυτό δεν είναι τόσο άσχημη συμφωνία όσο μπορεί να φαίνεται και πραγματικά αντιπροσωπεύει μια μείωση του προϋπολογισμού σε πραγματικούς όρους (με βάση τη γραμμή όλων των άλλων κρατών-μελών και της Κομισιόν). Ασφαλώς πολλά θα μπορούσαν να συμβούν τις επόμενες ημέρες.

Με βάση αυτά, ο προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης παραμένει μια ανωμαλία και μια προσβολή για κάθε κοινή οικονομική λογική. Συνεχίζουμε να προτιμούμε πολύ περισσότερο το να πιέσει το Ηνωμένο Βασίλειο για ευρύτερη μεταρρύθμιση του προϋπολογισμού της ΕΕ σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο όσο και το μέγεθος, ιδιαίτερα από τη στιγμή που πολλές από τις άλλες χώρες είναι αναστατωμένες στην προοπτική μιας αύξησης των δαπανών. Το απλό γεγονός ότι πρέπει να εξηγήσουμε όλα αυτά, λέει πολλά για το πώς η βρετανική κυβέρνηση έχει επικοινωνήσει τη στρατηγική της. Απέτυχε να εκφράσει καταλλήλως ποια ήταν η θέση της και γιατί, κάτι που πιθανώς έκανε περισσότερο δύσκολο για την ίδια να εξηγήσει τη θέση της τόσο στους εταίρους στην ΕΕ όσο και στο ευρύ κοινό. Αυτό θα κοστίσει στην κυβέρνηση όταν επιστρέψει με μια συμφωνία.