Σκεπτικισμό και αμφιβολίες για αν το «ελληνικό δράμα θα έχει ευτυχές τέλος» εκφράζει δημοσίευμα των Financial Times, με αφορμή την πρόσφατη έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για την πρόοδο στο πρόγραμμα προσαρμογής επισημαίνοντας ότι «μόνο ένας πολιτικός μετασχηματισμός θα ξεκλειδώσει την ελληνική ανάκαμψη».

«Πέντε χρόνια και πέντε πακέτα διάσωσης μετά το ξέσπασμα της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, η Ευρωζώνη – αλλά και ο υπόλοιπος κόσμος- στρέφει το βλέμμα του στην χώρα όπου πρωτοξεκίνησε ο οικονομικός πανικός. Αφού δανείστηκε εκατοντάδες δισεκατομμύρια ευρώ από τους γείτονές της, η Ελλάδα, η οποία δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως απειλή για την ακεραιότητα της Ευρωζώνης, παλεύει να βγει από την μιζέρια που την έχει ρίξει η ζώνη του λυκόφωτος όπου βρίσκεται», αναφέρει το editorial των Financial Times με τίτλο «Το ελληνικό δράμα δεν θα έχει happy ending».

«Η ελληνική εμπειρία διδάσκει πολύτιμα μαθήματα παρά τις όποιες διαφορές της Ελλάδας με άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα. Η τελευταία έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου αναφορικά με το πρόγραμμα προσαρμογής, η οποία δημοσιεύτηκε την Δευτέρα, βλέπει ψήγματα καλών ειδήσεων εν μέσω συνεχιζόμενης ταλαιπωρίας και λανθασμένων εκκινήσεων», συνεχίζει το δημοσίευμα.

Όπως επισημαίνεται, το πρόγραμμα επιτυγχάνει κάποιους από τους οικονομικούς στόχους της: το πρωτογενές δημοσιονομικό αποτέλεσμα βελτιώθηκε κατά 10%, ένα ποσοστό που πρέπει να συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες προσαρμογές στην ιστορία εν καιρώ ειρήνης. Το ΔΝΤ θεωρεί ότι η Ελλάδα έχει υπερκαλύψει τα 2/3 της τρύπας στην ανταγωνιστικότητά της, η οποία είχε ανοίξει με την την είσοδο της χώρας στο ευρώ. «Οι τράπεζες ανακεφαλαιοποιούνται, γεγονός που μπορεί να βάλει τέλος στην πιστωτική κρίση», υπογραμμίζεται

«Παρόλα αυτά, το κόστος υπήρξε καταστροφικό», αναφέρει η οικονομική εφημερίδα. «Η παραγωγή μειώθηκε πάνω από 20%. Το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος έχει βελτιωθεί μέσω των περικοπών των μισθών -και ως εκ τούτου στην πτώση του βιοτικού επιπέδου- όχι όμως λόγω της αύξησης της παραγωγικότητας. Το κοινωνικό κόστος είναι ανυπολόγιστο και οι επιπτώσεις του θα είναι ορατές για τα επόμενα χρόνια».

«Αποκλείεται η Ελλάδα να συνεχίσει να καταναλώνει περισσότερα από τις δυνατότητές της. Όπως επισημαίνει το ΔΝΤ, χωρίς να μισητά δάνεια διάσωσης, η προσαρμογή θα έπρεπε να είναι ακόμη πιο ριζοσπαστική – είτε ακόμη πιο επώδυνες περικοπές ή το χάος μιας ανεξέλεγκτης εξόδου από το ευρώ. Αλλά το φοβερό σημείο εκκίνησης δεν αποκλείει ένα καλύτερο αποτέλεσμα. Η Ευρωζώνη θα μπορούσε να δεχθεί μεγαλύτερα και πιο έγκαιρα κουρέματα στον ιδιωτικό τομέα. Και οι επιλογές της Αθήνας δημιούργησαν περισσότερο πόνο απ' ό,τι ήταν αναγκαίο».

«Έτσι, για την ταλαιπωρία των αθώων Ελλήνων δεν φταίει μόνο η υπερβολικά απότομη περικοπή των κρατικών δαπανών, αλλά η επιλογή για συνεχίζει να προστατεύει τους ήδη προνομιούχους, ενώ μετακινούσε το κύριο όγκο του βάρους στις πιο αδύναμες πλάτες».

«Αν υπάρχει μια θετική πλευρά, είναι ότι η Ελλάδα έχει πολλές ευκαιρίες για ανάπτυξη», καταλήγει το δημοσίευμα. «Αλλά χωρίς ένα βαθύτερο πολιτικό μετασχηματισμό, αυτές θα παραμένουν κλειδωμένες. Η Ευρωζώνη και οι καθημερινοί Ελληνες έχουν κοινό συμφέρον να κόψουν τα δεσμά μεταξύ διαπλεκόμενων και κράτους».