Γράφει ο Γεώργιος Επιτήδειος Αντγος ε.α

Αφού επί μία εικοσαετία η ελληνική Πολιτεία αρχικά ανέχθηκε καί στην συνέχεια εξέθρεψε, εις βάρος κάθε εννοίας λογικής και εθνικού συμφέροντος, το καρκίνωμα της λαθρομεταναστεύσεως, τώρα που οι πολιτικοί μας διαπίστωσαν πως η τακτική την οποία ακολουθούσαν έχει γι’ αυτούς πολιτικό κόστος, αποφάσισαν να ασχοληθούν, επί τέλους, με το κεφαλαιώδους σημασίας αυτό αντικείμενο. Δυστυχώς όμως καί πάλι, όπως συμβαίνει με την αντιμετώπιση των σοβαρών θεμάτων που απασχολούν την ελληνική κοινωνία, η απειρία και η διστακτικότητα του αρχαρίου είναι εμφανείς.

Στα πλαίσια αυτών των προσπαθειών εντάσσονται τόσο το ατυχούς επωνυμίας Σχέδιο «ΞΕΝΙΟΣ ΖΕΥΣ» (ως γνωστόν ο Ξένιος Ζεύς των προγόνων μας ήταν ο θεός ο οποίος είχε τους ξένους υπό την προστασία του και δεν τους κατεδίωκε), όσο και η εσπευσμένη εγκατάσταση μεγάλου αριθμού συνοριοφυλάκων τον Αύγουστο στον Έβρο. Στην αποστολή που θα ανατεθεί σ’ αυτούς, εάν αληθεύουν διάφορα δημοσιεύματα του τύπου, επιβάλλεται να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή διότι, υπάρχει κίνδυνος, αντί για φύλακες των συνόρων να μετατραπούν σε απλούς ρυθμιστές της κινήσεως των λαθρομεταναστών εντός του ελληνικού εδάφους. Η απόφαση όμως της Πολιτείας στην οποία πρέπει να επικεντρωθεί το ενδιαφέρον μας είναι η δημιουργία των Κέντρων Κρατήσεως Λαθρομεταναστών.

Σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση τα Κέντρα αυτά θα είναι χώροι στους οποίους θα φιλοξενούνται προσωρινά οι λαθρομετανάστες έως ότου ολοκληρωθούν οι προβλεπόμενες διαδικασίες για την έκδοσή τους στις χώρες από τις οποίες προέρχονται. Χωρίς να επιθυμώ να αμφισβητήσω την ειλικρίνεια των προθέσεων όσων ασχολούνται με το υπόψη θέμα, ο μέχρι τώρα χειρισμός του εμφανίζει σαφή δείγματα μη ορθής κατανοήσεως των πραγματικών στοιχείων του προβλήματος.

Κατ’ αρχάς δεν έχει καθορισθεί με σαφήνεια, προφανώς διότι ουδείς γνωρίζει, ή δεν θέλει να γνωρίζει, πόση θα είναι η διάρκεια της κρατήσεως των λαθρομεταναστών στα υπόψη Κέντρα. Εάν ο χρόνος αυτός ήταν πραγματικά μικρός, δεν θα είχε νόημα η δημιουργία τέτοιων Κέντρων σε όλη την επικράτεια. Εφ’ όσον ο κύριος όγκος των λαθρομεταναστών διαμένει στο Λεκανοπέδιο, θα ήταν αρκετή η δημιουργία δύο, ή το πολύ τριών τέτοιων Κέντρων σ’ αυτό, στα οποία θα παρέμεναν για μικρό χρονικό διάστημα ως διερχόμενοι και, κατόπιν, θα απελαύνοντο. Επί πλέον, οι εγκαταστάσεις των Κέντρων αυτών θα ήταν απλές ώστε να ικανοποιούν τις στοιχειώδεις ανάγκες των όσων θα διέμεναν προσωρινά σ’ αυτές. Για όσους κρατούνται σε άλλες περιοχές της χώρας θα μπορούσε να γίνεται οργανωμένη μεταγωγή στα Κέντρα του Λεκανοπεδίου για τα περαιτέρω.

Εκείνο όμως το οποίο συμβαίνει, σύμφωνα με τα όσα αποκαλύπτονται από τα ΜΜΕ, είναι πως η δομή των Κέντρων Κρατήσεως Λαθρομεταναστών παραπέμπει, όχι σε προσωρινή φιλοξενία αλλά, εάν όχι σε μόνιμη, σαφώς σε μακροχρόνια παραμονή. Δεν εξηγείται διαφορετικά το ότι για την «φιλοξενία» των λαθρομεταναστών έχουν επιλεγεί παλαιά στρατόπεδα σε όλη την Ελλάδα πολλά από τα οποία απαιτείται να ανακαινισθούν και να φρουρούνται. Σε ανάλογο συνειρμό παραπέμπει και η διάθεση για την δημιουργία του Κέντρου στην Αμυγδαλέζα, 363 οικίσκων ειδικής κατασκευής που συνήθως χρησιμοποιούνται όταν δημιουργούνται καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης (πυρκαϊές, σεισμοί και λοιπές θεομηνίες), καθώς επίσης και η κατασκευή συρματοπλεγμάτων που παρέχουν μεγάλο βαθμό ασφάλειας που δεν θα ήταν απαραίτητη εάν τα Κέντρα αυτά φιλοξενούσαν προσωρινά τους λαθρομετανάστες.

Πέραν της πολιτικής διαστάσεως του θέματος, η δημιουργία των Κέντρων Κρατήσεως Λαθρομεταναστών και η επί μακρόν λειτουργία τους πλησίον κατοικημένων περιοχών, δημιουργεί πληθώρα προβλημάτων τόσο στους κατοίκους των παραπάνω περιοχών, όσο και στους ίδιους τους λαθρομετανάστες. Το πρώτο από αυτά είναι πως τίθενται εν δυνάμει οι βάσεις της δημιουργίας ενός γκέτο στις υπόψη περιοχές. Τα Κέντρα στα οποία θα συνωστίζονται νεαράς ηλικίας άτομα διαφορετικών φυλών και θρησκευτικών πεποιθήσεων από τον γηγενή πληθυσμό, όχι μόνον θα είναι απροσπέλαστα και ανεξέλεγκτα αλλά, είναι ορατός ο κίνδυνος να εξελιχθούν, πολύ σύντομα, σε ορμητήρια κλεπτών, βιαστών, δολοφόνων, ταραχοποιών γενικώς και, γιατί όχι, τρομοκρατών και πρακτόρων ξένων δυνάμεων οι οποίοι θα λυμαίνονται τις γύρω περιοχές καί θα τρομοκρατούν τον κόσμο. Αναπόφευκτα συνεπώς, θα έλθουν σε διαμάχη, προστριβές και συγκρούσεις με τα μέλη των τοπικών κοινωνιών και θα απασχολούν τις δυνάμεις ασφαλείας με τις εγκληματικές τους δραστηριότητες. Για τους παραπάνω λόγους πρέπει να θεωρείται δεδομένη η αντίδραση των τοπικών κοινωνιών στην περιοχή των οποίων θα αποφασίζεται η δημιουργία τέτοιων Κέντρων με αποτέλεσμα να δημιουργούνται τριβές καί εντάσεις που θα επιβαρύνουν την ήδη τεταμένη κατάσταση που επικρατεί στην χώρα μας στον κοινωνικό τομέα. Όταν μάλιστα τα Κέντρα αυτά έχουν δημιουργηθεί σε εθνικά ευαίσθητες περιοχές όπως είναι η Θράκη, το πρόβλημα λαμβάνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις καθόσον, οι λαθρομετανάστες που θα «φιλοξενούνται» σ’ αυτά, θα γίνονται πολύ εύκολα όργανα των πρακτόρων του εχθρού με όλες τις γνωστές σε όλους μας συνέπειες.

Εξίσου σοβαρό πρόβλημα αποτελεί και η οικονομική παράμετρος της συγκροτήσεως των Κέντρων Κρατήσεως Λαθρομεταναστών. Σε μία περίοδο που ο ελληνικός λαός ταλαιπωρείται από την εφαρμογή μέτρων αγρίας λιτότητος που του έχουν επιβληθεί, συνιστά πρόκληση και περιττή πολυτέλεια η επιπλέον οικονομική του επιβάρυνση προκειμένου να εξασφαλισθούν οι πόροι που είναι αναγκαίοι για την συντήρηση των εγκαταστάσεων των Κέντρων, την φρούρησή τους, την σίτιση και την υγειονομική περίθαλψη των επ΄αόριστον «φιλοξενουμένων» σ’ αυτά λαθρομεταναστών.

Ιδιαίτερη σπουδαιότητα παρουσιάζει και η υγειονομική διάσταση του θέματος. Ο συνωστισμός καί η διαβίωση ετεροκλήτων ατόμων με πολλαπλά και αδιευκρίνιστα προβλήματα υγείας σε μικρούς χώρους που εξ’ αντικειμένου δεν θα μπορούν να πληρούν τις απαιτούμενες υγειονομικές προδιαγραφές, εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους τόσο για την υγεία των λαθρομεταναστών, όσο και του τοπικού πληθυσμού με τον οποίο αναπόφευκτα θα έρχονται σε επαφή με διαφόρους τρόπους. Το πρόβλημα θα λάβει ανεξέλεγκτες και τραγικές διαστάσεις στην περίπτωση κατά την οποία εκδηλωθεί κάποιας μορφής επιδημία στους τροφίμους των Κέντρων αυτών, δεδομένου ότι τότε, όχι μόνον θα είναι εξαιρετικά δύσκολη η προσέγγιση υγειονομικού προσωπικού προκειμένου να προβεί στην ενδεδειγμένη θεραπεία, αλλά θα υπάρχει και ο κίνδυνος εξαπλώσεως της επιδημίας.

Άφησα να αναφέρω ως τελευταίο το πλέον σοβαρό, κατά την άποψή μου, πρόβλημα το οποίο μπορεί να δημιουργηθεί από την επί μακρό χρονικό διάστημα παραμονή των λαθρομεταναστών στα Κέντρα κρατήσεώς τους. Από τα στοιχεία που δίδονται στην δημοσιότητα, σε κάθε Κέντρο Κρατήσεως Λαθρομεταναστών κρατείται αριθμός, νεαρών κυρίως ατόμων, ο οποίος προσεγγίζει την δύναμη Τάγματος Πεζικού περίπου. Μεταξύ αυτών, θεωρώ βέβαιο, πως έχουν παρεισφρήσει και εκείνοι οι οποίοι θα ηγηθούν αυτής της άτυπης μονάδος όταν, από τα ξένα κέντρα που ελέγχουν την είσοδο των λαθρομεταναστών στην Ελλάδα, τους δοθεί η εντολή να δράσουν. Μέχρι τότε, ο τρόπος κατανομής και οι συνθήκες κρατήσεώς τους, παρέχει σ’ αυτούς την δυνατότητα να σχεδιάζουν, να μελετούν και να αφομοιώνουν το σχέδιο που θα κληθούν να εφαρμόσουν. Σε χρόνο ο οποίος θα έχει επιλεγεί προσεκτικά, θα προκληθεί μία φαινομενικά αυθόρμητη, σίγουρα όμως σχεδιασμένη και καθοδηγουμένη, εξέγερση των λαθρομεταναστών που κρατούνται σε ένα ή περισσότερα Κέντρα. Το γεγονός αυτό θα πυροδοτήσει εξελίξεις που δεν θα είναι εύκολο να ελεγχθούν. Τούτο διότι, ο μεγάλος αριθμός των τροφίμων των Κέντρων σε συνδυασμό με τους μικρούς χώρους στους οποίους διαβιούν αυτοί (χαρακτηριστική περίπτωση το Κέντρο της Αμυγδαλέζας με τους οικίσκους να βρίσκονται σε μικρή απόσταση ο ένας από τον άλλον) κάνει πρακτικά αδύνατη την επέμβαση της Αστυνομίας προκειμένου να επιβάλει την τάξη χωρίς την χρησιμοποίηση εκτεταμένης, ακόμη και ένοπλης βίας. Εάν μάλιστα, με κάποιο τρόπο, οι λαθρομετανάστες των Κέντρων εξασφαλίσουν οπλισμό, ποιές θα είναι οι εντολές που θα δοθούν στην Αστυνομία; Να μην επέμβει με συνέπεια να ξεφύγει η κατάσταση από κάθε έλεγχο, ή να επιβάλει την τάξη με κίνδυνο να προκληθούν ανθρώπινα θύματα; Και στην μία και στην άλλη περίπτωση, πέραν των άλλων επιπτώσεων, ο διεθνής αντίκτυπος θα είναι αρνητικός και η χώρα μας θα διασυρθεί ανεπανόρθωτα. Ανάλογες εξελίξεις, σε μικρότερη όμως έκταση, θα υπάρξουν και στην περίπτωση κατά την οποία, για κάποιο λόγο, δημιουργηθούν συμπλοκές μεταξύ λαθρομεταναστών διαφορετικών εθνικοτήτων που κρατούνται στο ίδιο Κέντρο.

Η προαναφερθείσα σοβαρή κατάσταση θα λάβει τεράστιες διαστάσεις εάν, παράλληλα με την εξέγερση των κρατουμένων στα Κέντρα, εκδηλωθούν σε άλλες περιοχές (κατά τεκμήριο το κέντρο των Αθηνών), για αντιπερισπασμό, «αυθόρμητες» συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις χιλιάδων λαθρομεταναστών προκειμένου να συμπαρασταθούν στους «καταπιεζομένους» ομοθρήσκους και ομοφύλους τους. Η πείρα έχει διδάξει πως αυτού του τύπου οι εκδηλώσεις θα εξελιχθούν σε μία αχαλίνωτη μορφή βίας η οποία, σε επιχειρησιακό επίπεδο, θα διασπάσει και θα δυσχεράνει την προσπάθεια των δυνάμεων ασφαλείας να καταστείλουν την εξέγερση. Παράλληλα όμως, στο πρόβλημα θα εισέλθει και μία ακόμη παράμετρος η οποία θα το διογκώσει. Η παράμετρος αυτή δεν είναι άλλη από την αναμενομένη αντίδραση των Ελλήνων κατοίκων των περιοχών στις οποίες θα εξελίσσονται τα επεισόδια. Έως πότε αυτοί θα παραμένουν απαθείς παρατηρητές των εξελισσομένων; Έως πότε θα ανέχονται, χωρίς αντίδραση, τις καταστροφές της περιουσίας τους, τον φυσικό κίνδυνο της ζωής τους και την κατατρομοκράτησή τους αναμένοντας την βοήθεια της Αστυνομίας; Και αν αυτή εκ των πραγμάτων δεν είναι ικανή να επέμβει τι θα κάνουν; Θα πάρουν τα όπλα και, κατ’ επέκταση τον νόμο στα χέρια τους; Στην περίπτωση αυτή ποιά θα είναι η αντίδραση του κράτους;

Θέλω να πιστεύω πως τους φορείς που εμπλέκονται με το αντικείμενο τους έχουν απασχολήσει οι προαναφερθέντες κίνδυνοι και έχουν συντάξει επιχειρησιακά σχέδια για την αντιμετώπισή τους. Άλλωστε, τα πρόσφατα γεγονότα του Βοτανικού, έχουν ήδη αποτελέσει μία σαφή προειδοποίηση για το τι πρόκειται να συμβεί όταν εξεγερθούν ένοπλοι ταραχοποιοί και εγκληματίες. Και, εάν για πολλούς και διαφόρους λόγους που όλοι μπορούν να αντιληφθούν, το κράτος κατόρθωσε να εκτονώσει την κατάσταση που δημιουργήθηκε από τους Ρομά, τα πράγματα δεν θα είναι καθόλου εύκολα σε μία αντίστοιχη εξέγερση των λαθρομεταναστών. Οι εκάστοτε κυβερνώντες οφείλουν να κατανοήσουν πως η βραδυφλεγής βόμβα των συνεπειών της λαθρομεταναστεύσεως, πρέπει να αντιμετωπισθεί όχι με κομματικά κριτήρια αλλά με κριτήρια που θα εξυπηρετούν το εθνικό συμφέρον και να λάβουν τα απαιτούμενα μέτρα προς επίτευξη αυτού του στόχου.

Στο σημείο αυτό και προκειμένου να υπάρχει δυνατότητα συγκρίσεως, θα αναφερθώ περιληπτικά στην πολιτική που ακολουθούν οι χώρες της ΕΕ για την αντιμετώπιση της παράνομης μεταναστεύσεως. Η Γερμανία συνεργάζεται με την Γαλλία με σκοπό να τροποποιηθεί το νομοθετικό κείμενο της Συνθήκης Σένγκεν ώστε να πραγματοποιούνται περισσότεροι συνοριακοί έλεγχοι για να μη μετατραπούν τα ανοικτά σύνορα των ευρωπαϊκών χωρών σε πύλες εισόδου λαθρομεταναστών. Στα πλαίσια μάλιστα της πολιτικής που έχει υιοθετηθεί εναντίον της χώρας μας, ακούγονται στη Γερμανία φωνές που ζητούν να κλείσουν τα σύνορα σε ταξιδιώτες από την Ελλάδα! Αφήνεται επίσης να πλανάται η «απειλή» πως η Γερμανία θα επαναφέρει το καθεστώς του ελέγχου των διαβατηρίων. Η Νορβηγία και η Σουηδία δεν επιτρέπουν την είσοδο λαθρομεταναστών στις χώρες τους. Πραγματοποιούν αυστηρούς ελέγχους στα σύνορα και κάνουν δεκτούς μόνον όσους από τους μετανάστες έχουν ιδιαίτερο λόγο να τύχουν πολιτικού ασύλου. Ο αριθμός αυτών δεν ξεπερνά συνολικά τις μερικές εκατοντάδες. Στην Αγγλία οι έλεγχοι των συνόρων είναι αυστηροί, με αποτέλεσμα ο αριθμός των παρανόμων μεταναστών να είναι πολύ μικρός σε σχέση με τον πληθυσμό της χώρας (170.000 άτομα). Επί πλέον, η κυβέρνηση έχει αναθέσει σε εταιρείες σεκιούριτι να εντοπίζουν, πέραν των λαθρομεταναστών, αλλοδαπούς φοιτητές και εργαζομένους των οποίων έχει λήξει ο χρόνος παραμονής, οπότε οφείλουν να εγκαταλείψουν την χώρα εντός 28 ημερών. Οι παραπάνω εταιρείες έχουν την υποχρέωση να συγκεντρώσουν τα απαιτούμενα ταξιδιωτικά έγγραφα και να επιβλέψουν την αναχώρηση των παρανόμων μεταναστών για τις χώρες καταγωγής τους.

Οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου εφαρμόζουν και αυτές συνοριακούς ελέγχους και λαμβάνουν αυστηρά μέτρα ώστε να ανακόψουν το κύμα των λαθρομεταναστών. Στην Ιταλία, απαγορεύεται και εμποδίζεται η προσέγγιση πλοίων και πλοιαρίων που μεταφέρουν παράνομους μετανάστες. Όσοι από αυτούς συλλαμβάνονται, φυλακίζονται επί εξάμηνο κάτω από άσχημες έως άθλιες συνθήκες κρατήσεως, τους επιβάλλεται πρόστιμο 10.000 ευρώ και κατόπιν απελαύνονται. Επίσης επιβάλλεται φόρος σε όσους ζητούν άδεια παραμονής. Συνέπειες όμως υφίστανται και όσοι νοικιάζουν σπίτια σε λαθρομετανάστες, καθόσον αντιμετωπίζουν ποινές φυλακίσεως μέχρι τρία έτη. Η Ισπανία, η οποία αντιμετωπίζει και αυτή μεγάλο πρόβλημα με την παράνομη μετανάστευση, εφαρμόζει ιδιαίτερα σκληρά μέτρα. Η πύλη εισόδου των λαθρομεταναστών από τις ακτές του Μαρόκου, είναι τρία μικρά ισπανικά νησιά ανάμεσα στις πόλεις Μελίγια και Θέουτα, απέναντι από την πόλη Αλ Χοσέϊμα του Μαρόκου. Όταν ανέβουν λαθρομετανάστες σ’ αυτά, οι ισπανικές αρχές τους στέλνουν τρόφιμα με μία βάρκα, δεν τους επιτρέπουν την αποβίβαση στην απέναντι ακτή και τους στέλνουν πάλι στο Μαρόκο την ίδια ημέρα. Οι αρχές ερευνούν εξονυχιστικά το ποινικό μητρώο όσων ζητούν άσυλο ή άδεια παραμονής και τους υποβάλλουν σε λεπτομερείς ιατρικές εξετάσεις. Τέλος επιβάλλονται αυστηρές ποινές σε όσους συλλαμβάνονται να νοικιάζουν σπίτια σε λαθρομετανάστες και κατάσχεται το ακίνητο. Τέλος αυστηρά μέτρα για την παρεμπόδιση της λαθρομεταναστεύσεως λαμβάνει και η Πορτογαλία. Πέραν του ελέγχου των συνόρων, οι αρχές εξετάζουν το ποινικό μητρώο και την υγειονομική κατάσταση όσων ζητούν άδεια παραμονής. Επίσης η νομοθεσία προβλέπει αυστηρά κριτήρια για την σύναψη γάμου με λαθρομετανάστες ώστε να παρεμποδίζεται η εύκολη απόκτηση αδείας παραμονής στην χώρα. Έγκριση για επανένωση της οικογενείας δίδεται μόνον σε όσους αλλοδαπούς επιθυμούν να ασκήσουν επιχειρηματική δραστηριότητα και να πραγματοποιήσουν επενδύσεις στην Πορτογαλία.

Οι διεθνείς εξελίξεις στην γεωγραφική περίμετρο της Ελλάδος (Συρία, Ιράν, Τουρκία) είναι πολύ σοβαρές και επηρεάζουν και άλλες χώρες. Είναι σχεδόν βέβαιο πως οι εξελίξεις αυτές θα προκαλέσουν νέο κύμα λαθρομεταναστών, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων θα κατευθυνθεί, ή θα διοχετευθεί σκοπίμως, προς την πατρίδα μας. Οι Τούρκοι άλλωστε έχουν κάνει σαφή την πρόθεσή τους αυτή με το να διοχετεύσουν στην περιοχή της Σμύρνης τον κύριο όγκο των προσφύγων που έχουν συρρεύσει από την Συρία. Με το δεδομένο αυτό κατά νουν και με την βεβαιότητα πως οι λοιπές χώρες της Ευρώπης, κυρίως αυτές του βορρά, αρνούνται να διαπραγματευθούν την τροποποίηση της Συνθήκης Δουβλίνο ΙΙ, ώστε να απορροφήσουν ένα αριθμό λαθρομεταναστών, η χώρα μας οφείλει να θωρακισθεί προκειμένου να πάψει να αποτελεί ελκυστικό τόπο προορισμού γι’ αυτούς. Πέραν της αυτονόητης σθεναρής στάσεως που πρέπει να τηρήσουμε απέναντι στους εταίρους μας της ΕΕ καθιστώντας τους σαφές το γεγονός ότι δεν θα δεχθούμε άλλους λαθρομετανάστες στην Ελλάδα, επιβάλλεται να τους δώσουμε να συνειδητοποιήσουν πως αυτό το εννοούμε.

Οφείλουμε να συνεργασθούμε με τις άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου για την μεταβολή, των όρων της Συνθήκης Δουβλίνο ΙΙ, ώστε να ανταποκρίνονται αυτές στη νέα πραγματικότητα που έχει δημιουργηθεί. Ο πλέον αποτελεσματικός, κατά την άποψή μου, τρόπος να αποφύγουμε περαιτέρω αύξηση του αριθμού των λαθρομεταναστών στην χώρα μας, είναι να ελέγξουμε αποτελεσματικά τα σύνορά μας, τόσο τα χερσαία όσο και τα θαλάσσια. Επίσης είναι απαραίτητο να πιέσουμε τους εταίρους μας, να αναλάβουν εξ’ ολοκλήρου τα έξοδα στα οποία υποβάλλεται η Ελλάδα προκειμένου να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της λαθρομεταναστεύσεως το οποίο άλλωστε είναι και πρόβλημα όλης της Ευρώπης. Πρέπει επιπλέον να συμμετάσχουμε ενεργά στην διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού συμφώνου για την Μετανάστευση θέμα που θα προωθήσει η Γαλλία όταν αναλάβει την προεδρία της ΕΕ. Άλλη μία ενέργεια που επιβάλλεται να κάνουμε είναι να απαιτήσουμε από την ΕΕ να υποχρεώσει την Τουρκία να τηρήσει τις υποχρεώσεις που έχει αναλάβει στον τομέα της συνδρομής στην αντιμετώπιση του φαινομένου της παράνομης μεταναστεύσεως στην Ευρώπη. Για τον σκοπό αυτόν η Τουρκία θα λάβει εντός της διετίας 2011-2013 το ποσόν των 440 εκατομμυρίων ευρώ. Διαθέτουμε συνεπώς ένα ισχυρό μέσο πιέσεως αρκεί, φυσικά, να θελήσουμε να το εκμεταλλευθούμε.

Παράλληλα πρέπει να λάβουμε και στο εσωτερικό της χώρας τα μέτρα εκείνα που θα εγγυώνται την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος, μιμούμενοι στον τομέα αυτόν τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης. Το πλέον εμφατικό όμως δείγμα της αποφασιστικότητος που πρέπει να επιδείξουμε ως χώρα, είναι η ταχεία απέλαση των λαθρομεταναστών από την Ελλάδα. Για την επιτυχία αυτής της προσπάθειας είναι καθοριστικής σημασίας η φιλοσοφία με την οποία επιβάλλεται να λειτουργούμε τα Κέντρα Κρατήσεως Λαθρομεταναστών. Το κράτος οφείλει να παραμερίσει πολιτικές φοβίες, αγκυλώσεις και πολιτικές σκοπιμότητες και να τα μετατρέψει σε χώρους προσωρινής κρατήσεως, η έστω φιλοξενίας. Ο χρόνος παραμονής τους σ΄ αυτά θα πρέπει να είναι ο ελάχιστος απαιτούμενος και να προβλεφθεί με νομοθετική ρύθμιση, ώστε να προωθούνται, με σύντομες διατυπώσεις, στις χώρες προελεύσεως. Σε διαφορετική περίπτωση, το υπόβαθρο των πιθανών δυσμενών εξελίξεων που αναφέρθηκαν παραπάνω θα διατηρηθεί και, αν αυτές συμβούν οι επιπτώσεις θα είναι τεράστιες.

Είναι γεγονός, πως η προσπάθεια που καταβάλλει αυτή την στιγμή το κράτος για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της λαθρομεταναστεύσεως, όσο αργά και αν εκδηλώθηκε, όσες αδυναμίες και αν εμφανίζει, όσο και αν τα μέχρι στιγμής αποτελέσματα δεν είναι τα επιθυμητά, δεν παύει να αποτελεί την πρώτη σοβαρή προσπάθεια που γίνεται προς την κατεύθυνση αυτή και δεν πρέπει να αποτύχει. Οι απαιτούμενες γνώσεις και εμπειρία των αρμοδίων υπάρχουν, επιθυμία όλων των Ελλήνων είναι να στεφθεί από επιτυχία η προσπάθεια και η ανάγκη αποφυγής των συνεπειών μίας αποτυχίας είναι αδήριτη. Απομένει λοιπόν στους κυβερνώντες να θέσουν το πρόβλημα στις πραγματικές του διαστάσεις και να το επιλύσουν, παραμερίζοντας τους δισταγμούς που δημιουργούν οι βραχυπρόθεσμες μικροπολιτικές ψηφοθηρικές επιδιώξεις επιδεικνύοντας παράλληλα την σοβαρότητα και ενεργητικότητα τις οποίες όλοι οι Έλληνες, αναμένουν και απαιτούν απ’ αυτούς.