Tην Μεγάλη Πέμπτη αναβιώνονται στην Εκκλησία μας, τα γεγονότα της τελευταίας ημέρας της ζωής του Ιησού Χριστού στη Γη.
Σύμφωνα με τους Ευαγγελιστές, ο Χριστός θέλησε πριν θυσιαστεί για την σωτηρία των ανθρώπων, να δειπνήσει για τελευταία φορά με τους μαθητές του.
Ο Μυστικός Δείπνος
Ο δείπνος αυτός είναι ο γνωστός μας Μυστικός Δείπνος. Έλαβε χώρα σε ένα πατάρι κάποιου σπιτιού της Ιερουσαλήμ, στο οποίο κρυφά συνέφαγαν οι μαθητές και ο Ιησούς.
Πριν ξεκινήσει ο Δείπνος, ο Χριστός πήρε μια λεκάνη με νερό και έπλυνε τα πόδια των μαθητών του. Αυτό ήταν μια ενέργεια που έκαναν οι δούλοι της εποχής. Δηλαδή πριν από το φαγητό, έπλεναν τα πόδια των κυρίων τους. Με την πράξη του αυτή ο Ιησούς θέλησε να διδάξει τους μαθητές του και, μέσω αυτών, όλους τους ανθρώπους να είναι ταπεινοί και να υπηρετούν τους συνανθρώπους τους.
Το γεγονός αυτό έχει λάβει στις μέρες μας το όνομα Ιερός Νιπτήρας.Σε πολλές περιοχές της χώρας μας, γίνεται αναπαράσταση του Ιερού Νιπτήρα το πρωί της Μεγάλης Πέμπτης.
Η αρχή του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας
Κατόπιν ο Ιησούς κατά την διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, και αφού είχε αποχωρήσει ο Ιούδας, παρέδωσε στους μαθητές του, το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
Πρόσφερε άρτο λέγοντας: «λάβετε φάγετε τούτο εστί το σώμα μου» και κρασί «πίετε έξ αυτού πάντες τούτο γαρ εστί το αίμα μου το της καινής διαθήκης το περί πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών».
Η σύλληψη, τα Πάθη και η Σταύρωση του Θεανθρώπου
Μετά το τέλος του Μυστικού Δείπνου, ο Ιησούς και οι μαθητές του, μετέβησαν στο Όρος των Ελαιών. Εκεί ο Χριστός προσεύχεται στον Πατέρα του, και τελικά συλλαμβάνεται από τους Ρωμαίους, μετά την προδοσία του Ιούδα.
Στον Εσπερινό της ημέρας έχουμε την Σταύρωση του Θεανθρώπου. Διαβάζονται τα 12 Ευαγγέλια που περιγράφουν τα Άγια Πάθη. Μετά το 5ο Ευαγγέλιο, βγαίνει ο Εσταυρωμένος.
«Σήμερον κρεμάται επί ξύλου ο εν ύδασι την γην κρεμάσας», ψάλλει ο ιερέας την ώρα που περιφέρει τον εσταυρωμένο Ιησού στο ναό για την αναπαράσταση της σταύρωσης.
Είναι η στιγμή, περίπου στις 9 το βράδυ, όπου σε όλες τις εκκλησίες της χώρας θα σβήσουν τα φώτα. Η πομπή της σταύρωσης υπό το αμυδρό φως των κεριών θα κινηθεί με αργό και σταθερό ρυθμό προς το κέντρο των ναών, διαπερνώντας το πλήθος των πιστών. Το Θείο πάθος σχεδόν κορυφώνεται.
Μέσα από τα λόγια των ευαγγελίων αλλά και από τις ιδιαίτερα πένθιμες νότες των τροπαρίων περιγράφονται με τον τραγικότερο τρόπο οι εμπαιγμοί, τα χτυπήματα, οι ύβρεις και οι χλευασμοί των ανθρώπων που ανέβασαν τον Κύριο στο σταυρό. Η Μεγάλη Πέμπτη είναι από τις θλιβερότερες ημέρες της χριστιανοσύνης.
Στις εκκλησίες, όλο το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης μέχρι το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, παραμένουν κυρίως γυναίκες οι οποίες «μοιρολογούν», ψάλλοντας ύμνους, τον Χριστό.
Οι παραδόσεις
Στα σπίτια των Χριστιανών, την Μεγάλη Πέμπτη, βάφονται τα κόκκινα αυγά. Για τον λόγο αυτό, η ημέρα λέγεται και Κόκκινη Πέμπτη ή Κοκκινοπέφτη.
Εκτός από τα αυγά, την μέρα αυτή, φτιάχνονται τα πασχαλινά κουλούρια και τα τσουρέκια. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, οι Χριστιανοί κρεμούν κόκκινα πανιά στα παράθυρα των σπιτιών τους.
Εἰς τὸν Ἱερὸν Νιπτήρα
Νίπτει Μαθητῶν ἑσπέρας Θεὸς πόδας, Οὗ ποῦς πατῶν ἦν εἰς Ἐδὲμ δείλης πάλαι. Εἰς τὸν Μυστικον Δεῖπνον Εἰς τὴν ὑπερφυᾶ Προσευχὴν Εἰς τὴν Προδοσίαν |
Βιογραφία
Κατά τη Μεγάλη Πέμπτη επιτελούμε ανάμνηση: Της νίψεως των ποδών των Αποστόλων υπό του Κυρίου, Του Μυστικού Δείπνου, δηλαδή της παραδόσεως σ' εμάς υπό του Κυρίου του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, της θαυμαστής προσευχής του Κυρίου προς τον Πατέρα Του και της προδοσίας του Κυρίου υπό του Ιούδα. Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν' αρχίσει το δείπνο ο Ιησούς σηκώνεται από το τραπέζι, αφήνει κάτω τα ιμάτιά του, βάζει νερό στο νιπτήρα και τα κάνει όλα μόνος Του, πλένοντας τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό θέλει να δείξει σ' όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών λέγει: «όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ' όλους». Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στό Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιο ορμητικός απ' όλους και στην αρχή σταματάει το Διδάσκαλο, αλλά ύστερα όταν τον έλεγξε, υποχωρεί με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, πήρε τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε. Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιός θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στρέφεται με ήρεμο τρόπο στον Ιωάννη και τον υπέδειξε. Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: «Λάβετε φάγετε». Το ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: «Πιέστε απ' αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε». Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει. Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα και αρχίζει να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχωρεό μόνος Του και, γονατίζοντας, προσεύχεται εκτενώς. Από την πολλή αγωνία γίνεται ο ιδρώτας Του σαν σταγόνες πηχτού αίματος, οι οποίες έπεφταν στη γη. Μόλις συμπληρώνει την εναγώνια εκείνη προσευχή, φθάνει ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο και αφού χαιρετάει και φιλάει πονηρά το δάσκαλό Του, Τον παραδίδει. Συλλαμβάνεται λοιπόν ο Ιησούς και τον φέρνουν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίζονται και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή και αρνείται και αυτός ότι είναι μαθητής Του. Εν τω μεταξύ ο θείος διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πεί εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε. Από 'κει και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωϊ. |
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος πλ. δ'. Ὅτε οἱ ἔνδοξοι Μαθηταί, ἐν τῷ νιπτῆρι τοῦ Δείπνου ἐφωτίζοντο, τότε Ἰούδας ὁ δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας ἐσκοτίζετο, καὶ ἀνόμοις κριταῖς, σὲ τὸν δίκαιον Κριτὴν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων ἐραστά, τὸν διὰ ταῦτα ἀγχόνῃ χρησάμενον, φεῦγε ἀκόρεστον ψυχὴν τὴν Διδασκάλῳ τοιαῦτα τολμήσασαν. Ὁ περὶ πάντας ἀγαθός, Κύριε δόξα σοι. Κοντάκιον Κάθισμα (Μετάφραση Ανδρέας Θεοδώρου) Ἕτερον Κάθισμα Ἕτερον Κάθισμα Ὁ Οἶκος |
«Τότε λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς∙ Περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου»
Είναι τολµηρό, αγαπητοί µου, να ζωγραφίζει, τολµηρότερο να ψάλλεί, και ακόµα πιο τολµηρο να µιλάει κανείς ,για το Χριστό. Πάντοτε µέν, αλλά µάλιστα σήµερα, που ενώπιόν µας είνε ο Εσταυρωµένος, µετέωρος µεταξυ ουρανού και γης. Ζαλίζεται το µυαλό, τρέμει ή γλώσσα. Και οχι µόνο η δική µας φτωχή γλώσσα, αλλά και η γλώσσα των µεγαλυτέρων ρητόρων της εκκλησίας, αλλά και των αγγέλων και άρχαγγέλων.
Μόλις τολµούµε και λέµε «Προσκυvοῦμεν σου τά πάθη, Χριστέ. Δεῖξον ἡμῖν καί τήν ἔνδοξόν σου ἀνάστασιν». Από όλα τα ιερά κείµενα των αποστόλων των ιερών ευαγγελίων και προφητειών, διαλέγω να μηλίσω στην αγάπη σας σήμερα για ένα λόγο που είπε ο Χριστός την τελευταία νύκτα της επίγειας ζωής του στον κηπο της Γεθσηµανή. Η σπείρα µε τον Ιούδα ερχόνταν να τον συλλάβουν ο θάνατος πλησίαζε µε βήµατα γοργά.
Το «πικρό ποτήριο» φαινόταν στο βάθος του ορίζοντα. Τότε ο Κύριος στρέφεται στους µαθητές του και τους λέει «περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου». Τι άραγε να σηµαίνουν τα λόγια αυτά του Κυρίου µας; Ας εξετάσουµε µε ιερή κατάνυξη. «περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου».Εκ πρώτης όψεως, αγαπητοί µου, ο λόγος αυτός φαίνεται παράξενος.
Διότι ο Κύριος ηµών Ιησούς Χριστος είναι Θεός αυτό είναι το δόγµα, η µεγαλύτερη αλήθεια της πίστεώς µας. Αφού λοιπόν είναι Θεός αληθινός και ως Θεος είναι απρόσβλητος από τον ανθρώπινο πόνο, πώς λέει ότι είναι «περίλυπος»; Βεβαίως είναι Θεός. Είναι όµως«διπλούς τήν φύσιν». Θεός και άνθρωπος, και στο λόγο αυτόν εκφράζεται ως άνθρωπος. Στα λόγια αυτά του Χριστού µιλάει η ανθρώπινη φύσις.
Από την ώρα που ο Χριστός έγινε άνθρωπος, δοκιµάζει και αυτός όλα τα ανθρώπινα εκτός από την αµαρτία. Είναι λυπηµένος ο Χριστός. Αλλά δεν είναι µόνο σήµερα λυπηµένος. Πάντοτε υπήρξε ο άνθρωπος του πόνου. Από την ηµέρα που γεννήθηκε µέχρις ότου είπε«Τετέλεσται», ή ζωή του ήταν ζωή θλίψεως. Σήµερα όµως ή θλίψη του φτάνει στο κατακόρυφο, πλέει σε ωκεανό θλίψεως. Τί άραγε τον κάνει να πει το λόγο αυτό; ποιά είναι ή θλίψη του Χριστού µας;
Ο Χριστός δεν µιλάει εδώ για πόνους σωµατικούς, µιλάει για άλλο πόνο, πόνο ψυχικό. «περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου».Γιατί; ποιός είναι ό πόνος αύτός; Ως άνθρωπος δεν πέρασε ούτε πρόκειτε να περάσει από τη γη αγιώτέρη φυσιογνωµία από τον Ιησού Χριστό. Δίδαξε αλήθειες υψηλές, ρήµατα αιώνια «οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος». Ο Σωκράτης και οι µαθητές του, εαν ζούσαν στην εποχή του Χριστού, θα καθόνταν κοντά του, θα γραφόνταν µαθητές στο σχολείο του και θα έλεγαν «Εἷς ἠμῶν ἐστιν ὁ καθηγητής, ὁ Χριστός».
Ο Χριστος δεν δίδαξε µόνο αλλά έκανε και θαύµατα αναρίθµητα, σηµεία µεγάλα και θαυµαστά. Είπε στο λεπρο «Καθαρίσθητι» και καθαρίστηκε, στον τυφλο «Ἀνάβλεψον» και βρήκε το φώς του, στον παράλυτο «ἄρoν τόν κράβατόν σου» και θεραπεύτηκε ο παράλυτος, είπε στο Λάζαρο «Δεύρο εξω» και αναστήθηκε ο Λάζαρος στους νεκρους «Ἀναστηθῆτε» και αναστήθηκαν οι νεκροί. Και µόνο αύτά; Ο Χριστός ότι δίδαξε αγαπητοί μου, τα εφάρµοσε. Η άρετή του ξεπέρασε τα ανθρώπινα µέτρα, έφθανε τα άστρα, «ἐκάλυψεν οὐρανοῦς».
Κανείς δεν θα µπoρέση ποτέ να απαντήσει στο έρώτηµά του «Τίς ἐξ ὑμῶν ἐλέξει μέ περί ἁμαρτίας;». Αντί λοιπόν ο λαός να στεφανώση µε τα καλύτερα άνθη τον ιδεώδη αυτόν άνθρωπο, για τον οποίο ο Πιλάτος τους είπε «Ἴδε ὁ ἄνθρωπος», ο Χριστός εισέπραξε τα«λουλούδια» της µαύρης αχαριστίας των Ιουδαίων. Και τί δεν άκουσε ο Υιός της Παρθένου! Είσαι «φάγος καί οἰνοπότης, φίλος τελωνῶν καί ἀµαρτωλῶν», είσαι «Σαµαρείτης καί δαιµόνιον ἔχεις», είσαι «πλάνος», βγάζεις τα δαιµόνια «ἕν τῷ ἄρχοντι τῶν δαιµονίων».
\Τα «ὡσαννά» των βαΐων σύντοµα τα διαδέχθηκε τα «σταυρωθήτω». Νά λοιπό γιατί ο Χριστός λέει «περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου». Αλλά έχει και άλλη αιτία λύπης, πιό µεγάλη. Είναι η εγκατάλειψη των µαθητων του. Δεν τον καταλάβαιναν, δεν τον υπάκουαν, τους µιλούσε για ταπείνωση, και αυτοί ονειρεύονταν θρόνους. Έδειξαν ολιγοπιστία, αµφιβολία. Η συµπεριφορά τους πολλές φορές τον λύπησε. Και η λύπη κορυφώθηκε σε τρία γεγονότα που συνέβηκαν στο στενό τους κύκλο.
Ο ένας τον πρόδωσε για τριάντα αργύρια, ο άλλος τον αρνήθηκε µπροστά σε µια υπηρέτρια, και οι υπόλοιποι μαθητές του διασκορπίσθηκαν και τον άφησαν µόνο. Να προχωρήσουµε τώρα πιο βαθειά; Άν εξετάσουµε τον εαυτό µας, θα δούµε οτι η πιο µεγάλη αιτία λύπη ς του Χριστού, για την οποία είπε «περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου». είµαστε όλοι εµείς οι Χριστιανοί. Οι Εβραίοι µια φορα τον σταύρωσαν, εµείς τον σταυρώνουµε καθηµερινά. Το προείδε στην όλη αµαρτωλότητα και αθλιότητά µας.
Ο Σωκράτης µπορεί να θεωρηθή σαν Χριστιανος πρό Χριστού, εµείς λαϊκοί και κληρικοί, συχνά ζούµε σαν ειδωλολάτρες µετά Χριστόν.«περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου». Και φθάνουµε τώρα στην καρδια της υποθέσεως. Παρακαλώ προσέξτε. Είναι περίλυπος η ψυχη του Χριστού µας, διότι πρόκειται να µπη πού; Στη µαύρη σπηλιά που δεν τόλµησε να µπη κανένας και όποιος µπήκε δεν ξαναβγήκε. Θα µπη εκεί µέσα, θα παλέψη στήθος µε στήθος, και θα βγή νικητής και θριαµβευτής. Ποιά είναι ή µαύρη σπηλιά;
Είναι εκείνο που εµείς δεν το φοβόµαστε, το υποτιµούµε και παίζουµε µαζί του. Είναι η αµαρτία. Οι αµαρτίες µου, ο αµαρτίες σας, οι αµαρτίες όλου του κόσµου. Ο Χριστός τώρα θα τις φορτωθεί και ενώ είναι ο αναµάρτητος, θα γίνει «ὁ ἀµνός τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τήν ἀµαρτίαν τοῦ Κόσµoυ». Επειδή λοιπόν προβλέπει αυτή την δεινή ώρα που, αυτός ο Αθώος, θα έλθη σε επαφή µε την άβυσσο της ανθρώπινης αµαρτίας, γι’ αυτό λέει «περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου».
Μας συγκινεί ο λόγος αυτός του Χριστού µας. Μας συγκινεί διότι είναι λόγος ανθρώπινος, λόγος που εκφράζει την οδύνη της ανθρωπίνης φύσεως. Το «περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου», είναι και δικό µας. Διότι ποιός, σας έρωτώ, ποιός από µας δεν δοκίµασε τα αγκάθια του ανθρωπίνου πόνου; Αν υπάρxn νησί που να µην το αγγίζουν από όλες τις µεριες τα κύµατα, τότε θα βρεθή και άνθρωπος που να µην τον άγγίζει ο πόνος. Και αν ακόµη υποθέσουμε ότι η επιστήµη βρίσκει τρόπο να θεραπεύση όλες τις σωµατικές ασθένειες, ο πόνος της ψυχής θα µείνη. Και όταν η ψυχή πονάει, τί να τα κάνης τα άλλα;
Γι’ αυτό είπα, ότι ο λόγος αυτός του Χριστού µας εκφράζει. Ελάτε, αδελφοί µου, για λίγο την ηµέρα αυτή να κατεβούµε τα σκαλοπάτια της θλίψεως. Ελέτε λοιπόν να ακούσουµε τώρα πώς βογγάει ή ανθρώπινη ψυχή και λέει και αυτή «περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου». Δεν ακούτε; Το λέει η νεαρή χήρα που παλεύει τώρα µόνη της. Το λένε τα ανήλικα ορφανά που έµειναν χωρίς προστάτη. Το λένε οι κρατούµενοι πίσω από τα κάγκελλα τών φυλακών όλου του κόσµου. Το λένε οι άρρωστοι που στενάζουν στα κρεβάτια τών νοσοκοµείων.
Το λέει ο φτωχός οικογενειάρχης. Το λέει ο αδικούµενος εργάτης. Το λέει και ο πατέρας που µόχθησε για το παιδί του και αυτό γίνεται άσωτος υιός, το λέει η µάνα που βλέπει την κόρη της να παίρνει το δρόµο της ατιµίας. Το λέει η απατηµένη γυναίκα, που την άφησε ο άντρας της, το λέει και ο απατηµένος σύζυγος που έχασε τη γυναίκα του. Το λέει τέλος και ολη η πατρίδα µας, που δοκιµάζει την αχαριστία τών «φίλων» που ξέχασαν τις θυσίες της, και βλέπει τους εχθρούς της να υψώνουν κεφάλι και ρωτάει µαζί µε τον προφήτη Ιερεµία' «Ἰνα τί ὅτι ὁδός ἀσεβῶν εὐoδoύται;».
Αλλά ας µην µείνουµε, αγαπητοί µου αδελφοί, µόνο στο «περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή µοὐ ἕως θανάτου». Ο Χριστός δεν είπε µόνο το λόγο αύτό. Από τα άγια χείλη του Υιού της Παρθένου βγηκαν και κάποια άλλα λόγια. Εκείνος είπε «Ἐν τῷ κόσµω θλίψιν ἔξετε, ἀλλά θαρσεῖτε, ἐγώ νενίκηκα τόν κόσµον», στον κόσµο θα δοκιµάσετε θλίψη, άλλα έχετε θάρρος, εγώ τον έχω νικήσει τον κόσµο. Ας έλθουν λοιπον οι λύπες, οι δοκιµασίες, οι θλίψεις, ας σείρεται η γη, ας µαίνεται η κόλασις. Θαρσείτε πιστοί, θαρσείτε Έλληνες, θαρσείτε λαοί! τα δεινα θα περάσουν. Η νίκη άνήκει στα παιδιά του Χριστού. «Ὄν Παῖδες εὐλογεῖτε, Ἱερεῖς ἀνυμνεῖτε, λαός ὑπερυψοῦτε, εἰς πάντας τούς αἰώνας». Αµήν.