Πριν λίγες ώρες, έγινε γνωστή επιστολή του προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, του Πορτογάλου Μπαρόζο, προς τον Ρώσο πρόεδρο, Βλαντιμίρ Πούτιν. Στην επιστολή, ο Μπαρόζο απευθύνεται… αυστηρά, ζητώντας από τον Πούτιν αν τηρήσει η χώρα του όσα καταγράφονται μέσα στα συμβόλαια των δυο πλευρών για την ενεργειακή τροφοδοσία της Γηραιάς Ηπείρου από το ρωσικό φυσικό αέριο.

Του ΜΙΧΑΗΛ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

Η επιστολή αυτή πρέπει να προκάλεσε πολλά γέλια στο Κρεμλίνο και ιδίως στους Πούτιν και Λαβρόφ. Μάλλον ως γκάφα θα πρέπει να ερμηνευτεί η αποστολή τέτοιας επιστολής από την πλευρά της ΕΕ, τη στιγμή που δεν είχε ακόμα στεγνώσει το μελάνι της συμφωνίας Ρωσίας-Κίνας, αφού αν κάτι αποδεικνύει – αναδεικνύει, είναι την ευρωπαϊκή ανασφάλεια και τη μεγάλη ανησυχία.

Τώρα που βρήκε που θα διαθέσει το φυσικό της αέριο η Ρωσία, έχει τη δυνατότητα «να πιάσει από τον λαιμό» την Ευρωπαϊκή Ένωση» των καρεκλοκενταύρων των Βρυξελλών, διότι το ερώτημα που εγείρεται μετά την επιστολή Μπαρόζο, είναι «και τι ακριβώς θα κάνει η ΕΕ αν δεν τηρηθούν να συμφωνηθέντα; Οικονομικές κυρώσεις; Άλλοι θα τουρτουρίζουν»…

Και δεν είναι ανάγκη να μην τηρηθούν τα συμφωνηθέντα. Δεν το επιθυμούν οι Ρώσοι, δεν έχουν λόγο να υποστούν αντίμετρα, παρότι βρίσκονται σε πλεονεκτική θέση, σε τακτικό επίπεδο τουλάχιστον. Μπορεί όμως απλώς η Μόσχα να γράψει στα παλαιότερα των υποδημάτων της την ευρωπαϊκή επιθυμία να εκπροσωπεί ο αρμόδιος Επίτροπος στις διαπραγματεύσεις όλα τα κράτη-μέλη, ή να ζητήσει σαφή ανταλλάγματα.

«Θέλετε; Εμείς όχι. It takes two to tango… δεν θέλουμε να χορέψουμε, διαπραγματευτείτε… μόνοι σας [αυτό καλό θα ήταν να το διαβάσει και ο Αλέξης Τσίπρας που δηλώνει ότι θα σύρει τη Μέρκελ στο τραπέζι για να διαπραγματευθεί]».

Ακολουθεί ανάλυση που δημοσίευσε το αμερικανικό think tank STRATFOR για το θέμα, με τίτλο «Russia, China Agree to Natural Gas Deal», η οποία και περιλαμβάνει άκρως ενδιαφέρουσες διαπιστώσεις:

Κίνα και Ρωσία κατέληξαν, τελικά, σε συμφωνία μαμούθ, για την πώληση φυσικού αερίου της δεύτερης στην πρώτη. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της ρωσικής Gazprom, Αλεκσέι Μίλερ, η Ρωσία συμφώνησε να πωλήσει στην Κίνα φυσικό αέριο αξίας 400 δισ. δολαρίων.

ΑΠΟΔΟΣΗ ΚΕΙΜΕΝΟΥ: Παντελής Καρύκας

Η Ρωσία οφείλει να παραδίδει, ετησίως, για τα επόμενα 30 χρόνια, 38 δισ. κυβικά μέτρα στην Κίνα, ενώ σύμφωνα με option, η ποσότητα μπορεί να αυξηθεί στα 60 δισ. κυβικά μέτρα, με ανάλογη αύξηση του αντιτίμου.

Κατόπιν της συμφωνίας αυτής, η Ρωσία είναι σε θέση να επενδύσει στον υπερσιβηρικό αγωγό, ένα πρόγραμμα, το κόστος του οποίου υπολογίζεται σε 42 δισ. δολάρια. Ο αγωγός αυτός, μήκους 4.000 χλμ. θα μεταφέρει το ρωσικό φυσικό αέριο στην Κίνα.

Η εν λόγω εξέλιξη είναι ιδιαίτερα σημαντική οι διαπραγματεύσεις για την επίτευξή της διαρκούσαν ήδη μια δεκαετία. Από την άλλη έχει τεράστια γεωπολιτική σημασία τη δεδομένη χρονική στιγμή που η Ρωσία φοβάται οικονομικό πόλεμο από τη Δύση, λόγω Ουκρανίας.

Μετά την συμφωνία με την Κίνα, η Ρωσία θα εξακολουθήσει να έχει κέρδη από το βασικό εξαγωγικό της προϊόν, χωρίς να φοβάται τυχόν διακυμάνσεις στις τιμές των υδρογονανθράκων. Η βαρύτητα που έδινε η Ρωσία στην επίτευξη της εν λόγω συμφωνίας φάνηκε από το γεγονός ότι ο ίδιος ο πρόεδρος Πούτιν μετέβη στο Πεκίνο για να συμμετέχει στις διαπραγματεύσεις.

Η υπογραφή δε της συμφωνίας αποδεικνύει στους δυτικούς ότι η Ρωσία έχει τη δυνατότητα να βρίσκει αγορές για το φυσικό της αέριο. Μέχρι τώρα η Ρωσία εξήγαγε το 80% της παραγωγής φυσικού αερίου της στη δυτική Ευρώπη. Κατόπιν όμως της συμφωνίας με την Κίνα μπορεί να δει υπό διαφορετικό πρίσμα τις όποιες απαιτήσεις των δυτικών, ακόμα και το αίτημα της ΕΕ να διαπραγματεύεται συλλογικά, την τιμή του ρωσικού φυσικού αερίου.

Η συμφωνία επετεύχθη μετά από υποχώρηση της Ρωσίας, όσον αφορά την τιμή, καθώς από τα 400 δολάρια, ανά 1.000 κυβικά μέτρα που ζητούσε, θα λάβει τελικά 350. Πέραν όμως της παραχώρησης αυτής ο πρόεδρος Πούτιν προσέφερε στην Κίνα μερίδιο από τον τερματικό σταθμό υγροποίησης φυσικού αερίου του Βλαδιβοστόκ, καθώς και μερίδιο 19% επί των κερδών της ρωσικής πετρελαϊκής εταιρείας Rosneft. Στόχος των κινήσεων αυτών του Πούτιν είναι να συνδέσει τα κινεζικά συμφέροντα με τα ρωσικά, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Έως τώρα η Ρωσία φοβόταν την κινεζική ανάμιξη στη Ρωσία, προτιμώντας να συνεργάζεται με τη Δύση. Τώρα όμως, συνεπεία της ουκρανικής κρίσης οι δυτικοί επενδυτές αποσύρουν κεφάλαια από τη Ρωσία, η Κίνα αποτελεί το αναγκαίο αντίβαρο. Η ενεργειακή συμφωνία δεν συνοδεύτηκε από καμία πολιτική συμφωνία.

Ωστόσο, η στενή ενεργειακή σύνδεση των δύο χωρών, είναι δεδομένο ότι θα τις φέρει πιο κοντά και σε άλλα επίπεδα, γεγονός που προδιαθέτει για σοβαρές, γεωπολιτικές, εξελίξεις.