«Η συμμετοχή μας στα ευρωπαϊκά πράγματα είναι, στην πραγματικότητα, περισσότερο δεδομένο και λιγότερο επιλογή. Ελλάδα χωρίς Ευρώπη και Ευρώπη χωρίς Ελλάδα αποτελούν σχήματα έξω από τα πράγματα. Όπως όμως έξω από τα πράγματα είναι και η παραγνώριση της εθνικής μας ταυτότητας, όπως και κάθε άλλης χώρας. Στο πλαίσιο αυτό, υποστηρίζουμε τη δημιουργική σύνθεση της παράδοσής μας με τον ευρωπαϊκό διαφωτισμό, ενώ είμαστε αντίθετοι με την σχηματική και, τελικά, επιζήμια αντιπαράθεσή τους. 

Δεν θέλουμε να είμαστε περιθωριακοί καταναλωτές εισαγόμενων πρότυπων και προϊόντων. Θέλουμε και μπορούμε να είμαστε εταίροι με την δική μας παρακαταθήκη αξιών. Αυτή είναι η θέση μας σε μια Ευρώπη από τον Ατλαντικό μέχρι τα Ουράλια με Ειρήνη, Δημοκρατία και  Ανθρωπισμό. Σε μια δημιουργική κοινότητα πατρίδων, πολιτισμών και κοινωνικών ρευμάτων.»  

(Από το «ΑΠΑΙΤΟΥΜΕ ΚΑΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ» της 8ης Μαρτίου 2014)

 

ΤΙ ΚΡΙΝΕΤΑΙ ΣΤΙΣ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ

Είναι γνωστές οι αρνητικές όψεις της καθημερινής ζωής στην Ελλάδα. Η  ανεργία, ιδιαιτέρως των νέων, η φτώχεια, η κοινωνική αποδιοργάνωση, η μετανάστευση, ακόμα και η μόνιμη τουρκική απειλή, η κρατική ανεπάρκεια και αυθαιρεσία. Προβλήματα που παροξύνθηκαν τα τελευταία δέκα χρόνια και οδήγησαν στην καταστροφή που πάθαμε και ζούμε ακόμα. Τα θέματα αυτά τα οποία βρίσκονται, προφανώς, στον πυρήνα της εθνικής μας κυριαρχίας, συζητούνται ήδη σε ευρωπαϊκά όργανα, όπου και  προπαρασκευάζονται αποφάσεις. Με την διαδικασία να συνεχίζεται στην διάρκεια της ελληνικής προεδρίας. Αυτά και όχι άλλα καλούμαστε να αξιολογήσουμε τη ψήφο μας στις ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014.  

Ανάλογα προβλήματα αντιμετωπίζουν οι περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Η κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι εδώ και είναι ολόπλευρη. Δεν είναι μόνο οικονομική και κοινωνική, δεν είναι μόνο του Νότου, δεν είναι μόνο συγκυριακή. Είναι, τελικά, κρίση ταυτότητας. Η αλήθεια είναι ότι η επιλογή να προχωρήσει η ενοποίηση με όχημα το κοινό νόμισμα και εργαλεία την ονομαστική και όχι την πραγματική σύγκλιση , τη διεύρυνση και όχι την θεσμική ολοκλήρωση, τη γραφειοκρατία και όχι τον εκδημοκρατισμό, την προσκόλληση στη Δύση και όχι την πολυδιάστατη συνεννόηση και συνεργασία, την «αποτελεσματικότητα» και όχι τον εκδημοκρατισμό,  δοκιμάστηκε και απέτυχε. 

Μέρα με τη μέρα, γίνεται κοινή συνείδηση η ανάγκη να ορίσουμε την Ευρώπη από την αρχή. Να διαμορφώσουμε μια νέα ευρωπαϊκή ταυτότητα. Γι το σκοπό αυτό, είναι απολύτως αναγκαίο να δημιουργήσουμε ένα ρεύμα ευρωπραγματισμού και να υπερβούμε τους «ευρωπαϊστές», τους «ευρωσκεπτικιστές» και τη στείρα, όσο και ξεπερασμένη, αντιπαράθεσή τους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ούτε παράδεισος, ούτε κόλαση. Είναι ένας χώρος που επιδιώκει την ενοποίησή του από τη μια και μια διακρατική διαπραγμάτευση από την άλλη. Και στις δυο αυτές διαστάσεις αναδεικνύονται ευκαιρίες, αλλά διαγράφονται και κίνδυνοι, τόσο για την Ένωση, αλλά και για το κάθε μέλος της ξεχωριστά. Είναι και για μας, όπως και για κάθε χώρα, η ώρα να ορίσουμε και τη δική μας θέση στην Ευρώπη από την αρχή. 

Στο πλαίσιο αυτό, το κατεστημένο μας πολύ λίγα πράγματα είναι σε θέση να προασπίσει. Στα καυτά θέματα της ευρωπαϊκής  ημερήσιας διάταξης τα οποία καθορίζουν, σε μεγάλο βαθμό, και το δικό μας μέλλον, τα κόμματά μας,  συμπολίτευση και αντιπολίτευση, μένουν θορυβωδώς σιωπηρά, βυθισμένα στη συμβατικότητά τους. Αλλά πώς να έχουν θέσεις όταν, μέχρι πριν λίγες εβδομάδες μόνο, είχαν συμβιβαστεί με την ιδέα ενός «τρίτου μνημονίου» και τους απασχολούσε μόνον η δική τους θέση στο πλαίσιό του ; Πώς να παλέψουν για τα μέλλον, εφόσον το μένουν γαντζωμένοι στο παρελθόν, πρόσφατο και παλαιότερο, με τη πατρίδα μας εξαρτημένη από τη ξένη βοήθεια και τον εσωτερικό διχασμό να μην επιτρέπει τη συνεννόηση για το πως θα ορθοποδήσουμε; Πώς να παρέμβουν στις ευρωπαϊκές εξελίξεις – που, για μια ακόμα φορά, δεν είναι αυτές που θα έπρεπε – με σκοπό την εκλογίκευσή τους, αλλά και την προάσπιση των εθνικών μας συμφερόντων, εφόσον η σκέψη τους είναι στραμμένη, σχεδόν αποκλειστικά, στην διεκδίκηση της εξουσίας με σκοπό τη νομή της; 

Η πικρή αλήθεια είναι ότι, ακριβώς λόγω αυτής της γενικευμένης ανεπάρκειας του κομματικού μας συστήματος, η Δημοκρατία μας, μετά από χρόνια, αμφισβητείται ξανά. Πέρα από τους άθλιους θιασώτες του φασισμού, κύκλοι ισχυρών του χρήματος δεν αρκούνται πια στη διαπλοκή τους με πολιτικά πρόσωπα, αλλά διεκδικούν τη ψήφο μας για λογαριασμό τους, υποσκάπτοντας έτσι ανοιχτά το εθνικό και δημόσιο συμφέρον. 

Όλοι αυτοί που επιχειρούν να μας «δέσουν», με τον τρόπο του ο καθένας, προβάλλουν τελικά το ίδιο : ένα χαρμάνι τσαμπουκά και καπατσοσύνης («κοινή λογική» το βαφτίζουν συχνά οι ίδιοι), το οποίο ισχυρίζονται ότι διαθέτουν και μπορούν να εξάγουν και στην Ευρώπη για το καλό μας, υποτίθεται . Μια ακόμα μη λύση που ακούγεται ευχάριστα γιατί δεν μας ξεβολεύει. Μια υπονοούμενη, ανέφικτη υπόσχεση επιστροφής στη «χαμένη»  δεκαετία 2000 – 2009 που μας οδήγησε στη σημερινή κατάσταση. Εάν αυτή η επαγγελία ανακύκλωσης της παρακμής επικρατούσε, θα είχε ως αποτέλεσμα την οριστική καταστροφή. Μπορούμε να την αποδοκιμάσουμε δυνατά στη κάλπη.

Είναι λοιπόν τώρα η ώρα να σταθούμε στα πόδια μας και να σχεδιάσουμε τη ζωή μας σήμερα και στο μέλλον. Ξεκινώντας με την αποκατάσταση των δεινών που πάθαμε, προσπαθώντας να αποφύγουμε τα χειρότερα. Και προχωρώντας μπροστά με αυτοπεποίθηση επιδιώκοντας το καλύτερο. Μόνο εάν καλύψουμε γρήγορα αυτό το κενό πολιτικής θα μπορέσουμε να αναμετρηθούμε με τις απειλές κατά της Δημοκρατίας και να νικήσουμε. Μια όψη αυτής της προσπάθειας είναι να αποκτήσουμε θέσεις και λόγο στα ευρωπαϊκά πράγματα. Να τις προβάλλουμε καθαρά και να επιδιώξουμε συμμαχίες. Μαζί να δώσουμε μάχες και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για το μέλλον μας στην Ευρώπη. Το έχουμε ανάγκη.

Τις θέσεις ενός τέτοιου σχεδίου ελληνικής παρέμβασης στα ευρωπαϊκά πράγματα παρουσιάζουμε στη συνέχεια. Δεν ζητάμε ψήφο, μιας και δεν είμαστε κόμμα. Απλώς, κάνουμε αυτό που δεν κάνουν τα κόμματα που ζητούν τη ψήφο σας στις ευρωεκλογές.
 

ΟΙ ΔΙΚΕΣ ΜΑΣ ΘΕΣΕΙΣ

1.    Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να ορίσει και να διασφαλίσει το ελάχιστο ανεκτό επίπεδο για τις συνθήκες της ζωής των πολιτών της. Είναι η ώρα η εργασία, το ελάχιστο εισόδημα, η δημόσια εκπαίδευση και υγεία, η κοινωνική πρόνοια, η ελευθερία, η δημοκρατία, η καταπολέμηση των διακρίσεων και η ασφάλεια να αποτελέσουν σταθερά δεδομένα για όλους τους λαούς και τον κάθε συνάνθρωπό μας ξεχωριστά. Για να γίνουν πραγματικότητα οι εγγυήσεις αυτές προϋποθέτουν σχέδιο, μέσα  και χρονοδιάγραμμα.  Αυτός ο κοινός τόπος δεν μπορεί να είναι (όπως επιχειρήθηκε μέχρι σήμερα χωρίς επιτυχία) ένας συμβιβασμός ανοχής των μελών της Ένωσης, αλλά η ενιαία τους επιθυμία. 

2.    Εν τω μεταξύ, επιβάλλονται παρεμβάσεις στην οικονομική και κοινωνική πολιτική που εφαρμόστηκε μέχρι σήμερα και συνεχίζεται. Η εξαίρεση των δημοσίων επενδύσεων από τον υπολογισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων (με πρώτες αυτές που αφορούν στη καινοτομία, την έρευνα και τη κατάρτιση), το «ευρωομόλογο», ο διπλασιασμός των κονδυλίων για την ανεργία των νέων και η φορολόγηση των χρηματιστηριακών συναλλαγών είναι αναγκαίες τομές για άμεση προώθηση.
 
3.    Η εποπτεία για την ασκούμενη κοινή πολιτική δεν μπορεί να ασκείται από όργανα που δοκιμάστηκαν και απέτυχαν. Αποδείχτηκε ότι ούτε η κοινοτική γραφειοκρατία, ούτε η Τρόικα κατάφεραν να επιτελέσουν αυτή τη κρίσιμη λειτουργία. Το έργο αυτό εναπόκειται σε θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των χωρών της ζώνης του ΕΥΡΩ, με αίσθηση των πραγμάτων και της ροής τους, επαρκή υποστήριξη και δημοκρατικό έλεγχο από το ευρωπαϊκό και τα εθνικά Κοινοβούλια. 

4.    Υποστηρίζουμε δυο βασικές αλλαγές για τη ζώνη του ΕΥΡΩ: 
–    Τη διαμόρφωση ενός αναδιανεμητικού μηχανισμού για την αντιμετώπιση της ύφεσης και της ανεργίας σε χώρες μέλη της 
–    Τη διάκριση αρμοδιοτήτων μεταξύ Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και Εθνικών Κεντρικών Τραπεζών. Η πρώτη να ασκεί την εποπτεία των τραπεζών, να εγγυάται τις καταθέσεις στο πλαίσιο του ρόλου της ως «ύστατου δανειστή» και να ελέγχει τα επίπεδα της ρευστότητας. Οι δεύτερες να ελέγχουν τη σταθερότητα των τιμών και να επιβλέπουν τη άσκηση της πιστωτικής πολιτικής και των συναλλαγών, σε πλαίσιο νομιμότητας και διαφάνειας.  
Οι θεσμικές αυτές λειτουργίες ασκούνται στη βάση πολιτικών αποφάσεων από τις δημοκρατικά νομιμοποιημένες κυβερνήσεις των χωρών της ζώνης του ΕΥΡΩ.

5.    Απαιτείται η άμεση αναθεώρηση της μεταναστευτικής πολιτικής και κανόνων που την διέπουν μέχρι σήμερα. Χώρες, όπως η Ελλάδα, δεν είναι ανεκτό να παραμένουν «αποθετήρια αιτούντων άσυλο» για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, «κέντρα διερχομένων μεταναστών» και τροφοδότες άλλων χωρών με πολύτιμο ανθρώπινο δυναμικό τους. Μεταξύ άλλων είναι αναγκαίο να συσταθεί το ταχύτερο «Ταμείο Μετανάστευσης» και να οργανωθεί ο, από κοινού, έλεγχος των συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

6.    Και για την αποτροπή των μεταναστευτικών ρευμάτων, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει κάθε λόγο να εργαστεί ώστε να αμβλυνθούν οι μεγάλες ανισότητες ανάμεσα στις αναπτυγμένες και τις αναπτυσσόμενες χώρες. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να αποκτήσει διακριτή, όσο και αμερόληπτη, φωνή και ρόλο στα διεθνή πράγματα. Όπως επίσης αναγκαίο είναι να οριστούν τα κοινά ευρωπαϊκά συμφέροντα και οι αυτόνομοι μηχανισμοί άμυνας για την προάσπισή τους. Στο πλαίσιο αυτό, είναι απαραίτητο να θεμελιωθεί η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία και, στο πλαίσιο της, να ενταχθούν και τα Ελληνικά Αμυντικά Συστήματα (ΕΑΣ).     

7.    Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι σε θέση να επεξεργαστεί και προβάλλει ένα σχέδιο «επανίδρυσης» των Ηνωμένων Εθνών. Στο πλαίσιο των αρχών του Οργανισμού, είναι η ώρα να επιβληθεί ο πολυμερής έλεγχος διεθνικών φορέων ( π.χ.  Διεθνής Οργανισμός Εμπορίου, Οίκοι Αξιολόγησης αλλά και Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις ), όπως και η αντιμετώπιση οικουμενικών προβλημάτων, με πρώτο ανάμεσά τους, τη κλιματική αλλαγή.