Τα αποτελέσματα της στρατιωτικής εισβολής της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974 αποτελούν μέχρι σήμερα μελανό σημείο για τη σύγχρονη ιστορία του νησιού: Η στρατιωτική κατοχή, η βίαιη διαίρεση, η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο μαζικός εποικισμός, η πολιτιστική καταστροφή, ο σφετερισμός περιουσιών και το εθνικό ξεκαθάρισμα που έχουν επιβληθεί με τη στρατιωτική εισβολή της Τουρκίας, εξακολουθούν να αποτελούν κύρια χαρακτηριστικά της κατάστασης στο νησί.

Σήμερα, η Τουρκία, υποψήφια χώρα για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εξακολουθεί να είναι υπόλογη έναντι της διεθνούς κοινότητας για τη στρατιωτική εισβολή εναντίον κράτους-μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Εθνών. Η κατοχή μέρους του νησιού και η παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων αποτελούν μια απαράδεκτη κατάσταση, μια προσβολή κατά της διεθνούς έννομης τάξης και μια συνεχιζόμενη απειλή για τη σταθερότητα στην περιοχή, η οποία χρειάζεται να τερματιστεί το συντομότερο.

Cyprus_01

Τον Ιούλιο του 1974 η Τουρκία εισέβαλε στην Κυπριακή Δημοκρατία, παραβιάζοντας τον Καταστατικό Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και τις βασικές αρχές του διεθνούς δικαίου. Οι οδυνηρές συνέπειες της εισβολής και της επακόλουθης στρατιωτικής κατοχής της Τουρκίας, κατά παράβαση συμφωνιών των Ηνωμένων Εθνών για κατάπαυση του πυρός, είναι ακόμα αισθητές από τον λαό αυτού του κράτους μέλους της ΕΕ:

  • 36,2% του κυρίαρχου εδάφους της Κύπρου βρίσκεται ακόμα υπό παράνομη στρατιωτική κατοχή από την Τουρκία.
  • 200.000 Ελληνοκύπριοι, περισσότεροι από το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού, εκδιώχθηκαν βίαια από το κατεχόμενο τμήμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, όπου αποτελούσαν το 70% περίπου του πληθυσμού, και στερούνται ακόμα του δικαιώματος επιστροφής στα σπίτια και τις περιουσίες τους.
  • 1.200 άτομα, πολίτες και στρατιώτες, είναι ακόμα αγνοούμενοι, ενώ η Τουρκία αρνείται να συνεργαστεί για τη διακρίβωση της τύχης τους.
  • 440 Ελληνοκύπριοι και Μαρωνίτες, από τις 20.000 που ήταν στο τέλος Αυγούστου του 1974, παραμένουν εγκλωβισμένοι στα κατεχόμενα χωριά τους. Οι άνθρωποι αυτοί ζουν κάτω από συνθήκες καταπίεσης, παρενόχλησης και στέρησης.
  • 43.000 στρατεύματα από την Τουρκία, βαριά εξοπλισμένα με σύγχρονα οπλικά συστήματα και υποστηριζόμενα από αεροπορικές, χερσαίες και ναυτικές δυνάμεις, σταθμεύουν παράνομα στην κατεχόμενη περιοχή, καθιστώντας την αναλογικά μια από τις πιο στρατιωτικοποιημένες περιοχές του κόσμου.
  • έποικοι από την Τουρκία έχουν μεταφερθεί παράνομα για να εποικίσουν την κατεχόμενη περιοχή, αλλοιώνοντας το δημογραφικό χαρακτήρα της Κύπρου.
  • 58.000 Τουρκοκύπριοι από τις 116.000 μετανάστευσαν από το νησί μετά την τουρκική εισβολή, σύμφωνα με τουρκοκυπριακές πηγές, λόγω των συνθηκών οικονομικής και κοινωνικής διαφθοράς που επικρατούν στις κατεχόμενες περιοχές. Οι Τουρκοκύπριοι είναι τώρα λιγότεροι από τα στρατεύματα και τους εποίκους από την Τουρκία.
  • Συνεχίζονται οι παράνομες ανοικοδομήσεις σε ελληνοκυπριακή γη και οι παράνομες πωλήσεις περιουσιών που ανήκουν σε Ελληνοκύπριους που έχουν εκδιωχθεί από τα σπίτια τους μετά την τουρ­κική εισβολή.
  • Η Τουρκία και το παράνομο καθεστώς εξακολουθούν να καταστρέφουν μεθοδικά και σκόπιμα τον ελληνικό και χριστιανικό πολιτισμό και την ιστορική κληρονομιά στην κατεχόμενη Κύπρο.

Μια σειρά από ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών καθώς και ψηφίσματα που υιοθετήθηκαν από άλλους διεθνείς οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων της ΕΕ, της Κοινοπολιτείας και του Κινήματος των Αδεσμεύτων, αντανακλούν την παγκόσμια καταδίκη της τουρκικής εισβολής και τις συνακόλουθες επιθετικές ενέργειες εναντίον της Κύπρου. Μέσω των ψηφισμάτων απαιτείται η αποχώρηση των ξένων στρατευμάτων, η ασφαλής επιστροφή των προσφύγων στα σπίτια τους και η διακρίβωση της τύχης των αγνοουμένων. Επιπρόσθετα, ζητούν το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των Κυπρίων καθώς και το σεβασμό της ανεξαρτησίας, της κυριαρχίας και της εδαφικής ακεραιότητας της Κύπρου. Πιο πρόσφατα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε καταδικαστική απόφασή του κατά της Τουρκίας στις 12 Μαΐου 2014, έκρινε την Κυβέρνηση της Τουρκίας υπεύθυνη για τη μαζική και συστηματική παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κύπρο.

Διαδοχικοί γύροι συνομιλιών υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών μεταξύ της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής κοινότητας για επίλυση του κυπριακού προβλήματος δεν κατέληξαν σε θετικό αποτέλεσμα, εξαιτίας της αδιαλλαξίας της τουρκικής πλευράς. Η ελληνοκυπριακή πλευρά, από την άλλη, παραμένει σταθερή στις θέσεις αρχής, προσέρχεται στο τραπέζι των συνομιλιών με καλή πρόθεση και στοχευμένες προτάσεις, επιδιώκοντας την απαλλαγή της Κύπρου από τα τουρκικά στρατεύματα και την επανένωση της χώρας και του λαού.

Cyprus_02

Επιδεικνύοντας καλή βούληση για την εξεύρεση λύσης στο Κυπριακό προς το συμφέρον ολόκληρου του κυ­πριακού λαού, η ελληνοκυπριακή πλευρά έχει καταθέσει πακέτο μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης, με στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης ανάμεσα στους λαούς των δύο κοινοτήτων και την ώθηση της διαδικα­σίας των συνομιλιών. Στις 11 Φεβρουαρίου 2014, μετά από πρωτοβουλία του Προέδρου Αναστασιάδη, οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων κατέληξαν σε Κοινή Δήλωση για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων. Στην Κοινή Δήλωση εκφράζεται η αποφασιστικότητά των ηγετών για λύση του κυπριακού προβλήματος που θα βασίζεται σε δικοινοτική, διζωνική ομοσπονδία με πολιτική ισότητα, όπως καθορίζεται στα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών, στις Συμφωνίες Υψηλού Επιπέδου και στις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η ενωμένη Κύπρος, ως μέλος των Ηνωμένων Εθνών και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα έχει μια και μόνη διεθνή νομική προσωπικότητα, μια και μόνη κυριαρχία και μια και μόνη κυπριακή ιθαγένεια. Επιπρόσθετα, αναφέρεται ότι οι ηγέτες των δύο κοινοτήτων διατηρούν την απόλυτη εξουσία λήψης αποφάσεων και ότι μόνο μια συμφωνία, στην οποία θα καταλήξουν ελεύθερα οι ηγέτες, χωρίς οποιαδήποτε μορφή επιδιαιτησίας, μπορεί να τεθεί σε χωριστά ταυτόχρονα δημοψηφίσματα, ενώ τονίζεται η σημασία εφαρμογής μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης.

Ο στόχος της ελληνοκυπριακής πλευράς παραμένει σταθερός: Διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, με μια και μόνη κυριαρχία, μια ιθαγένεια, μια διεθνή προσωπικότητα, με πλήρη σεβασμό στα ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες όλων των πολιτών της Κύπρου: Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Αρμενίων και Λατίνων.

Η Κυπριακή Κυβέρνηση προσέρχεται στο νέο γύρο των συνομιλιών με θέληση και στόχο την εξεύρεση λύσης στο μακροχρόνιο πρόβλημα που βασανίζει τον λαό της Κύπρου. Το κλειδί της λύσης είναι στα χέρια της Τουρκίας και της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Το παρόν καθεστώς στην κατεχόμενη Κύπρο είναι παράνομο και η άρση του κρίνεται εκ των ων ουκ άνευ. Ο τερματισμός της κατοχής, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η επανέ­νωση του νησιού και του λαού είναι ο πρώτιστος στόχος της ελληνοκυπριακής πλευράς, μέχρι την τελική δικαίωση.

«Η λύση της επανένωσης και της διασφάλισης των ανθρώπινων δικαιω­μάτων που επιδιώκουμε είναι διεκδικήσεις για όλους τους Κύπριους. Και για τους Ελληνοκύπριους και για τους Τουρκοκύπριους συμπατριώτες μας, όπως και για κάθε νόμιμο Κύπριο, όπου και αν ανήκει, όποια γλώσσα και αν μιλά, όποια θρησκεία και αν πιστεύει. Μας ενδιαφέρει να επανενώσουμε την κοινή μας πατρίδα. Μας ενδιαφέρει η επανένωση να στηριχτεί από τον λαό, να αντέξει στις δοκιμασίες, να διαμορφώσει ευκαιρίες ανάπτυξης και ευημερίας, να διασφαλίσει τις ευ­ρωπαϊκές αρχές και κανόνες, να εξασφαλίσει σταθερότητα στην Κύπρο και την περιοχή και να επιτρέψει συμμαχίες και συνθήκες συνδημιουργίας για όλους, για το καλό όλων».

Νίκος Αναστασιάδης, Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας

Πηγή: Πρεσβεία της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα