Από την εταιρία αναλύσεων Stratfor– Συνεργασία με τον Τύπο της Κυριακής

Την τρίτη, η Ευρωπαϊκή Ένωσηανακοίνωσε τον σκληρότερο γύρο κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας από τότε που ξέσπασε η κρίσης στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις έχουν στόχο να δείξουν στην Μόσχα ότι οι Ευρωπαίοι προτίθενται να τιμωρήσουν τη Ρωσία για την υποστήριξη της εξέγερσης στην ανατολική Ουκρανία. Αλλά, επίσης, (οι κυρώσεις) θα προκαλέσουν και πολιτική διάσπαση στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε μια περίοδο που οι χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης νιώθουν όλο και πιο άβολα με αυτό που αντιλαμβάνονται ως έλλειψη δράσης από τις μεγαλύτερες οικονομίες του μπλοκ. Λίγες ώρες μετά την ανακοίνωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν επίσης πρόσθετες κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας.

Οι κυρώσειςτης Ευρώπης απαγορεύουν στις ρωσικές κρατικές τράπεζες να αγοράζουν ή να πωλούν ομόλογα και μετοχές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, επέβαλαν εμπάργκο στις νέες πωλήσεις όπλων, απαγορεύουν τις εξαγωγές προς τη Ρωσία αγαθών διπλής χρήσης (λογισμικά και της τεχνολογία που μπορεί να χρησιμοποιηθούν και για απλή χρήση και για στρατιωτικούς σκοπούς) και περιορίζουν την εξαγωγή (προς την Ρωσία) ορισμένων ειδών εξοπλισμού, σχετιζόμενων με την ενέργεια και την τεχνολογία. Οι κυρώσεις θα επανεξετάζονται κάθε τρεις μήνες, ανάλογα με το πώς θα εξελίσσεται η κρίση στην Ουκρανία, γεγονός που έχει ως στόχο να δώσει στην Ευρώπη αρκετό χρόνο και την ευελιξία για τον σχεδιασμό των επόμενων κινήσεών της.

Από την αρχήτης κρίσης στην Ουκρανία, τα μέλη της ΕΕ έχουν προσπαθήσει να προστατεύσουν τα εθνικά τους συμφέροντα, αποφεύγοντας τη σημαντική κλιμάκωση των κυρώσεων εναντίον της Ρωσίας. Οι μεγαλύτερες οικονομίες της Ευρώπης – η Γερμανία, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιταλία – έχουν ισχυρούς εμπορικούς και ενεργειακούς δεσμούς με τη Ρωσία, οι οποίοι μέχρι στιγμής ήταν αυτοί που τις απέτρεπαν να υποστηρίξουν σκληρότερες ενέργειες εναντίον της Μόσχας. Ωστόσο, η κατάρριψη του Μαλαισιανού αεροσκάφους MH17 άλλαξε τη στάση των χωρών αυτών – καθώς και της κοινής γνώμης στο εσωτερικό τους – κατά της Ρωσίας.

Ωστόσο, αυτό αποτελεί μια κίνηση τακτικής, δεδομένου ότι οι ​​κυρώσεις έχουν προσαρμοστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να βλάψουν περισσότερο τη Ρωσία, παρά την Ευρώπη. Οι κυρώσεις δεν θα επηρεάσουν τις στρατιωτικές πωλήσεις της Γαλλίας με τη Ρωσία ή τις εξαγωγές φυσικού αερίου – μια απόφαση με στόχο να ικανοποιήσει τη Γερμανία και την Ιταλία, τους μεγαλύτερους πελάτες φυσικού αερίου της Ρωσίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι κυρώσεις αυτές θα πρέπει να ιδωθούν στο πλαίσιο της μόνιμης επιθυμίας της Δυτικής Ευρώπης να εξισορροπήσει μεταξύ των οικονομικών και των πολιτικών συμφερόντων της. Με την κατάσταση στην Ουκρανία, η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Από τη μία, το Βερολίνο χρειάζεται να διατηρήσει τους ισχυρούς οικονομικούς δεσμούς της με τη Ρωσία, και από την άλλη, θα πρέπει να κατευνάσει την ανησυχία των ανατολικών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που έχουν επανειλημμένα διαμαρτυρηθεί για την άτολμη αντίδρασή της (Γερμανίας) στην ουκρανική κρίση.

Ότανχώρες του πρώην κομμουνιστικού μπλοκ προσχώρησαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ, περίμεναν ότι και οι δυο θα τους παρείχαν οικονομική ευημερία και στρατιωτική προστασία. Η οικονομική κρίση στην Ευρώπη έθεσε σε αμφισβήτηση την πρώτη υπόσχεση, την ώρα που η απροθυμία της Γερμανίας να λάβει μια πιο σκληρή στάση έναντι της Ρωσίας θέτει ερωτηματικά και για το δεύτερο. Επιπλέον, καθώς η Ευρώπη "σέρνεται" για την εφαρμογή των πρόσθετων κυρώσεων, οι χώρες από την Πολωνία μέχρι την Ρουμανία στρέφουν το βλέμμα τους αντί για τις Βρυξέλλες, προς την Ουάσιγκτον για προστασία και για επενδύσεις.

Η κατάρριψη του μαλαισιανού αεροσκάφους στις 17 Ιουλίου δυσκολεύει περισσότερο τα πράγματα για την Δυτική Ευρώπη, κυρίως γιατί έχασαν τη ζωή τους πολλοί ολλανδοί πολίτες – και μερικοί Βρετανοί και Γερμανοί -. Τις τελευταίες δέκα ημέρες, τα ΜΜΕ στη Δυτική Ευρώπη έχουν υιοθετήσει μια σκληρότερη στάση προς τη Ρωσία. Γερμανικές εφημερίδες την κατηγόρησαν ότι δημιούργησε ένα «τέρας» (τους αυτονομιστές) στην Ουκρανία, ζητώντας αυστηρότερες κυρώσεις εναντίον της Μόσχας. Το αεροπορικό δυστύχημα οδήγησε επίσης και σε ένα άσχημο παιχνίδι επίρριψης ευθυνών εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης επέκριναν τις στρατιωτικές συμφωνίες της Γαλλίας με τη Ρωσία, καταγγέλλοντας τους στενούς δεσμούς της Ιταλίας με την κυβέρνηση του Ρώσου Προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν (στα μέσα Ιουλίου, η Πολωνία και οι χώρες της Βαλτικής μπλόκαραν την πρόταση της Ρώμης να τεθεί η ιταλίδα υπουργός των Εξωτερικών, επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας). Η οικονομική κρίση έχει ήδη προκαλέσει σοβαρές διαιρέσεις στο εσωτερικό της Ευρώπης, με την ουκρανική κρίση να απειλεί να τις κάνει βαθύτερες.

 

Ωςαποτέλεσμα, η Γερμανία, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ιταλία αισθάνθηκαν ότι έπρεπε να κάνουν κάτι. Οι κυρώσεις της Τρίτης έχουν ως στόχο να ενημερώσουν τον Πούτιν, χωρίς όμως να τον στριμώξουν. Ο στόχος τους είναι να δείξουν στη Ρωσία, αλλά κυρίως στις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πρόθυμη να τιμωρήσει τη Μόσχα για την υποστήριξη της στους ουκρανούς αυτονομιστές. Όπως ακριβώς οι Ευρωπαίοι θεώρησαν ότι έπρεπε να κάνουν κάτι, έτσι και ο Πούτιν θα πιεστεί για να απαντήσει. Τις τελευταίες ημέρες, η Ρωσία έχει ανακοινώσει τα σχέδια της να απαγορεύσει την εισαγωγή αγροτικών προϊόντων από διάφορα κράτη-μέλη της ΕΕ, με άλλες παρόμοιες ενέργειες ενδεχομένως να έπονται. Βουλευτές της Ρωσικής Ομοσπονδίας έχουν επίσης απειλήσει να κατάσχουν τα περιουσιακά στοιχεία των ευρωπαϊκών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη Ρωσία, αλλά η πιθανότητα αυτή φαίνεται ακόμα να αποτελεί μακρινό ενδεχόμενο.

Το ευρωπαϊκό σχέδιοείναι σαφές: Βαθμιαία αύξηση των κυρώσεων που έχουν σχεδιαστεί για να δώσουν στη Ρωσία το χώρο και το χρόνο που χρειάζεται για να αλλάξει κατεύθυνσή, διασφαλίζοντας ότι το κόστος για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν θα είναι υπερβολικό. Ωστόσο, ο Πούτιν πιέζεται περισσίτερο συγκριτικά με τους ευρωπαίους. Για τη Μόσχα, το να υπάρχει φιλορωσική κυβέρνηση στην Ουκρανία – ή τουλάχιστον μια ουδέτερη κυβέρνηση εκτός της δομής της δυτικής συμμαχίας- αποτελεί ερώτημα υπαρξιακής φύσεως. Ο Πούτιν έχει απλά επενδύσει μεγάλο πολιτικό κεφάλαιο στην κρίση της Ουκρανίας, με την θέση του ως ηγέτης της Ρωσίας ενδεχομένως να τίθεται σε κίνδυνο.

Στο σημείο αυτό, οι Ευρωπαίοι δεν χρειάζεται να κάνουν τίποτε άλλο. Τα μέτρα της Τρίτης θα ηρεμίσουν πιθανότατα τις χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης για κάποιο χρονικό διάστημα, ενώ οι οικονομικές επιπτώσεις στις τοπικές επιχειρήσεις δεν θα είναι μεγάλες. Αυτό που πρέπει να δει κανείς τώρα, ως τον βασικό παράγοντα, είναι η Ρωσία, καθώς οι επόμενες ημέρες πιθανότατα θα είναι ζωτικής σημασίας για τη θέση της Ρωσίας στην Ουκρανία και, ενδεχομένως, για το μέλλον της κυβέρνησης Πούτιν.

*Δημοσιεύθηκε την Κυριακή 3 Αυγούστου