Από Β σε Β- 

Με μία αρνητική εξέλιξη, ολοκληρώνεται η “Εβδομάδα των Παθών” για την Ελλάδα: η Standard & Poor’s υποβάθμισε το αξιόχρεο της χώρας, οδηγώντας την αξιολόγηση πιο βαθιά στην κλίμακα “junk”. Ο λόγος: τα ολοένα συρρικνούμενα ταμειακά διαθέσιμα.

Συγκεκριμένα, η μακροπρόθεσμη αξιολόγηση πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας υποβαθμίζεται κατά μία βαθμίδα σε B-, από “Β” προηγουμένως, ενώ το “outlook” παραμένει αρνητικό.

“Τα χρονικά περιθώρια για την επίτευξη συμφωνίας με τους διεθνείς πιστωτές στενεύουν για την ελληνική κυβέρνηση λόγω της ολοένα συρρικνούμενης ρευστότητας”, αναφέρει χαρακτηριστικά ο οίκος.

Πού οφείλεται η υποβάθμιση

Στην έκθεσή του ο οίκος εξηγεί ότι η υποβάθμιση αντανακλά την άποψή του πως η περιορισμένη ρευστότητα που επιβαρύνει τις τράπεζες και την οικονομία της Ελλάδας έχει μειώσει το χρονικό περιθώριο εντός του οποίου η νέα κυβέρνηση έχει τη δυνατότητα να συνάψει συμφωνία για ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης με τους διεθνείς πιστωτές της.

“Παρότι η νέα ελληνική κυβέρνηση έχει λιγότερο από δύο εβδομάδες στην εξουσία, θεωρούμε ότι τα περιορισμένα αποθέματα ρευστότητας και οι επικείμενες λήξεις ομολόγων προς προτιμώμενους πιστωτές του επίσημου τομέα περιορίζουν σημαντικά τη διαπραγματευτική της ευελιξία”, λέει η S&P.

Σύμφωνα με τον οίκο, περαιτέρω καθυστέρηση στις διαπραγματεύσεις θα επιφέρει επιπλέον πιέσεις στη χρηματοπιστωτική σταθερότητα με την μορφή εκροής καταθέσεων και στο χειρότερο σενάριο θα μπορούσε να οδηγήσει σε επιβολή περιορισμών στην διακίνηση κεφαλαίων και σε απώλεια της πρόσβασης στην χρηματοδότηση έκτακτης ανάγκης με πιθανή έκβαση την έξοδο της Ελλάδας από την Ευρωζώνη.

Ως προς το τελευταίο, η S&P σημειώνει πως η απόφαση της ΕΚΤ στις 4 Φεβρουαρίου να σταματήσει την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως εγγυήσεων μεταφέρει την ευθύνη της χρηματοδότησης έκτακτης ανάγκης από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στην Τράπεζα της Ελλάδος μέσω του ELA. 

“Αυτό που αντιλαμβανόμαστε είναι ότι οι ελληνικές τράπεζες θα συνεχίσουν να αντλούν ρευστότητα από τον ELA, ωστόσο η συνέχιση και το επίπεδο χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών μέσω του ELA -συμπεριλαμβανομένης της αποδοχής των εντόκων του ελληνικού δημοσίου- υπόκεινται στην έγκριση της ΕΚΤ”, λέει ο οίκος. Θεωρεί, μάλιστα, πως η ΕΚΤ θα περιορίσει την παροχή ρευστότητας στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα -και κατά συνέπεια στην οικονομία της χώρας- εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία για την παράταση του τρέχοντος προγράμματος στήριξης μετά την λήξη του στις 28 Φεβρουαρίου.

Στην ανακοίνωση της 4ης Φεβρουαρίου, η ΕΚΤ αναφέρει πως “δεν είναι εφικτό, για την ώρα, να θεωρήσουμε επιτυχημένη την ολοκλήρωση της αξιολόγησης του προγράμματος”. Η S&P θεωρεί πιθανό η αβεβαιότητα γύρω από την παροχή ρευστότητας προς τις ελληνικές τράπεζες να εντείνει τα φαινόμενα της φυγής κεφαλαίων, καταστολής των επενδύσεων και εξασθένισης της φορολογικής συμμόρφωσης, τα οποία επιδεινώνουν ήδη το οικονομικό και δημοσιονομικό προφίλ της Ελλάδας.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, δεν θεωρούμε πως το ποσοστό χρέους προς ΑΕΠ αποτελεί το μοναδικό σημείο αναφοράς για την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους. Παρότι το μέγεθος αυτό είναι πολύ υψηλό – στο 178% του ΑΕΠ έως τα τέλη του 2014 – άλλα χαρακτηριστικά του ελληνικού χρέους είναι λιγότερο επαχθή , μεταξύ των οποίων οι πολύ μακροπρόθεσμες λήξεις και τα πολύ χαμηλά επιτόκια.

πηγή

Άρχισαν τις υποβαθμίσεις της Ελλάδας οι οίκοι αξιολόγησης

 

Πηγή:www.capital.gr