Οι πρόσφυγες θα συνεχίζουν να μπαίνουν στην ΕΕ, τα εθνικιστικά κόμματα θα ενισχύονται & οι ιδρυτικές Αρχές της ΕΕ θα χάνουν την λαϊκή υποστήριξη

Η Ευρωπαϊκή Ένωση για άλλη μια φορά προσπαθεί να καταλήξει σε μια λογική στρατηγική παροχής ασύλου. Τα τελευταία χρόνια, η αύξηση του αριθμού των αιτούντων για άσυλο που εισέρχονται στην Ε.Ε. μέσω χωρών, όπως η Ιταλία και η Ελλάδα δημιούργησε τριβές μεταξύ των κρατών-μελών, τροφοδότησε την κριτική κατά της συμφωνίας Σένγκεν και συνέβαλε στην αυξανόμενη δημοτικότητα των εθνικιστικών κομμάτων.

Ωστόσο, η ΕΕ δεν θα κάνει σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην πολιτική παροχής ασύλου. Τα κράτη μέλη θα παράσχουν μεγαλύτερη οικονομική βοήθεια προς τις χώρες της Μεσογείου, θα αρνηθούν ωστόσο να δεχθούν τις ποσοστώσεις των μεταναστών. Το αίσθημα κατά της μετανάστευσης θα συνεχίσει να υπάρχει στην Ευρώπη, ασκώντας σημαντική πίεση σε μία από τις θεμελιώδεις αρχές της ΕΕ: την ελεύθερη διακίνηση ατόμων.

Ανάλυση

Στις 23 Απριλίου, η ΕΕ, υπό τις πιέσεις της Ιταλίας και της Μάλτας, πραγματοποίησε έκτακτη σύνοδο κορυφής για την αντιμετώπιση της μεταναστευτικής κρίσης στη Μεσόγειο. Από τον Ιανουάριο έως και τον Απρίλιο, περισσότερες από 1.750 μετανάστες έχασαν τη ζωή τους σε ναυάγια στη θάλασσα, αριθμός 30 φορές υψηλότερος από εκείνο της αντίστοιχης περιόδου του 2014. Κατά τον προηγούμενο ενάμιση χρόνο, ιταλικά πλοία έχουν διασώσει πάνω από 200.000 ανθρώπους στη Μεσόγειο.

Μετά το τέλος της Συνόδου, οι ηγέτες της ΕΕ αποφάσισαν να τριπλασιάσουν τους οικονομικούς πόρους για τις επιχειρήσεις στη Μεσόγειο Θάλασσα και για την ενίσχυση της συνεργασίας με χώρες όπως η Τυνησία, η Αίγυπτος, το Σουδάν, το Μαλί και ο Νίγηρας για τον καλύτερο έλεγχο των συνόρων και την καταπολέμηση της εμπορίας ανθρώπων. Ζήτησαν επίσης από την επικεφαλής της Εξωτερικής Πολιτικής της ΕΕ, Federica Mogherini να αρχίσει να προετοιμάζεται για μια ενδεχόμενη στρατιωτική επιχείρηση με στόχο τον εντοπισμό, τη σύλληψη και την καταστροφή των σκαφών, ώστε να μην μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν οι διακινητές.  Ωστόσο, οι ηγέτες του μπλοκ δεν κατέληξαν σε κάποια συμφωνία για την κατανομή των αιτούντων άσυλο σε ολόκληρη την ήπειρο. Επιπλέον, πολλοί από τους στόχους που συζητήθηκαν κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής θα αποδειχθεί ότι είναι δύσκολο να επιτευχθούν.

Η κρίση ασύλου βρίσκεται σε άμεση συνάρτηση με τις πολιτικές αντιπαλότητες της Ευρώπης

Η κρίση με τους πρόσφυγες τέμνεται με πολλά από τα διαρθρωτικά προβλήματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πρώτον, τα κράτη μέλη δεν έχουν μια συνεκτική άποψη για το θέμα του ασύλου. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα ευρωπαϊκά πρότυπα, οι αιτούντες άσυλο αποτελούν ευθύνη της χώρας της πρώτης εισόδου. Σε απόλυτους όρους, η Γερμανία δέχεται τους περισσότερους αιτούντες άσυλο, με την Σουηδία να δέχεται και αυτή τους περισσότερους, σε σχέση όμως με το μέγεθος του πληθυσμού της.

Ωστόσο, οι κρίσεις στη Λιβύη, το Ιράκ και τη Συρία, καθώς και η συνεχής βία στην υποσαχάρια Αφρική, έχουν οδηγήσει στην αύξηση των μεταναστευτικών κυμάτων που εισέρχονται στην ΕΕ από τη θάλασσα. Λαθρέμποροι εκμεταλλεύονται την πολιτική αναταραχή στη Λιβύη, χρησιμοποιώντας την χώρα ως σημείο εκκίνησης. Ο εμφύλιος πόλεμος που ακολούθησε την αποπομπή του πρώην ηγέτη της Λιβύης, Μουαμάρ Καντάφι, το 2011 άφησε τη χώρα χωρίς κυβέρνηση, ναυτικό ή Ακτοφυλακή, επιβαρύνοντας οικονομικά τις μεσογειακές χώρες, με την παροχή καταφυγίου και την διεξαγωγή επιχειρήσεων διάσωσης στη θάλασσα.

Η Ιταλία πρωτοστάτησε στην κριτική εναντίον της απάντησης του μπλοκ στο θέμα του ασύλου. Τον Οκτώβριο του 2013, μετά από το ναυάγιο κοντά στο νησί Λαμπεντούζα που άφησε εκατοντάδες νεκρούς, η Ρώμη ξεκίνησε την επιχείρηση Mare Nostrum, για τη διάσωση μεταναστών στη Μεσόγειο Θάλασσα. Το υψηλό λειτουργικό κόστος οδήγησε την Ιταλία ζητήσει βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία, στη συνέχεια, τον Νοέμβριο του 2014, ξεκίνησε την επιχείρηση διάσωσης Triton. (Η Triton ήταν μια μικρότερη αποστολή, εντός 30 μιλίων στις ακτές της Ιταλίας και της Μάλτας, σε σύγκριση με τα πλοία της επιχείρησης Mare Nostrum πλοία, τα οποία έκαναν περιπολίες κοντά στις ακτές της Λιβύης.)

Η Ρώμη έχει επανειλημμένα ζητήσει από την ΕΈ μεγαλύτερη αλληλεγγύη με τη μορφή χρηματοδότησης αποστολών διάσωσης, καθώς και μια πιο ισορροπημένη κατανομή των μεταναστών μεταξύ των κρατών-μελών. Και τα δύο ζητήματα είναι εξαιρετικά αμφιλεγόμενα, δεδομένου ότι ορισμένες κυβερνήσεις, όπως αυτή του Ηνωμένου Βασιλείου θεωρούν ότι μια μεγαλύτερη επιχείρηση διάσωσης θα προσελκύσει περισσότερους αιτούντες άσυλο, ενώ άλλες κυβερνήσεις στη Βόρεια Ευρώπη αντιπαθούν την ιδέα της θέσπισης μεταναστευτικής ποσόστωσης στην ΕΕ.

Η μεταναστευτική κρίση αυξάνει την ένταση μεταξύ των μελών της ΕΕ. Οι πολιτικοί στην Αυστρία και τη Γερμανία έχουν επικρίνει την ιταλική κυβέρνηση για την αποτυχία της να καταγράφει όλους τους αιτούντες άσυλο που φθάνουν στη χώρα. Αν οι μετανάστες δεν εγγραφούν στο σημείο εισόδου τους, μπορούν να μετακινηθούν οπουδήποτε αλλού εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να ζητήσουν άσυλο εκεί. Στο μεταξύ, οι γαλλικές και οι βρετανικές αρχές κατηγορούν η μια την άλλη για τους μετανάστες που διασχίζουν τη Μάγχη από το λιμάνι στο Καλαί. Η μεταναστευτική κρίση απέκτησε έντονη πολιτική χροιά, όταν ο Έλληνας υπουργός Άμυνας απείλησε να αφήσει “ένα κύμα εκατομμυρίων οικονομικών μεταναστών”, συμπεριλαμβανομένων και τζιχαντιστών, στην Ευρώπη, εκτός και εάν η ευρωζώνη μειώσει τις απαιτήσεις της για τα μέτρα λιτότητας.

Όλες αυτές οι προστριβές συνδέονται με τη συμφωνία Σένγκεν, η οποία εξαλείφει τους συνοριακούς ελέγχους εντός της Ευρώπης. Μόλις ένα άτομο εισέλθει στην περιοχή Σένγκεν, αυτός ή αυτή μπορεί να κινηθεί πέρα εντός της ηπείρου, χωρίς σημαντικά εμπόδια. Η συμφωνία αυτή είναι η πηγή ανησυχίας για τις χώρες της Βόρειας Ευρώπης για την έλλειψη αποτελεσματικών ελέγχων στα σύνορα της περιφέρειας της ΕΕ. Τα εθνικιστικά κόμματα επικρίνουν συχνά τη συνθήκη Σένγκεν, προωθώντας αυστηρότερη νομοθεσία για τη μετανάστευση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, το τέλος της ευρωπαϊκής αρχής για την ελεύθερη διακίνηση προσώπων.

Παράπλευρες Πολιτικές συνέπειες σε ολόκληρη την Ευρώπη

Οι πολιτικές επιπτώσεις της μεταναστευτικής κρίσης είναι αισθητές σε ολόκληρη την Ευρώπη. Η δημοτικότητα των εθνικιστικών κομμάτων αυξάνεται, και τα μέλη της ΕΕ δεν μπορούν ακόμα να καταλήξουν σε συναίνεση σχετικά με την μεταναστευτική πολιτική. Η στήριξη της ιταλικής Βόρειας Λίγκας, η οποία επικρίνει τις πολιτικές της Ρώμης, ζητώντας η Ιταλία να σταματήσει να δέχεται αιτούντες άσυλο, έχει αυξηθεί σταθερά στις δημοσκοπήσεις τους τελευταίους έξι μήνες. Αντίστοιχα και οι Σουηδοί Δημοκράτες (εναντίον της μετανάστευσης) στα τέλη του 2014 είχαν ρεκόρ ποσοστά στήριξης, μετά από τις ταραχές που προκλήθηκαν σε πόλεις από μεγάλους μεταναστευτικούς πληθυσμούς.

Η άνοδος των εθνικιστικών κομμάτων επηρεάζει επίσης την συμπεριφορά των μετριοπαθών πολιτικών. Χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία έχουν αντισταθεί σε προτάσεις για την ανακατανομή των μεταναστών σε ολόκληρη την ΕΕ, φοβούμενοι ότι οι ενέργειες αυτές θα μπορούσαν να ενισχύσουν τα δικά τους εθνικιστικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένου του UKIP και του Εθνικού Μετώπου. Εν τω μεταξύ, ο κυβερνών συνασπισμός των Κάτω Χωρών σχεδόν κατέρρευσε εξαιτίας της πολιτικής διαμάχης για την πολιτική της χώρας για το άσυλο.

Οι πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις σε χώρες όπως η Γαλλία και το Βέλγιο, καθώς και οι απειλές από ισλαμιστικές οργανώσεις σε μέρη όπως το Βατικανό, έχουν αναζωπυρώσει τους φόβους για πιθανή σύνδεση μεταξύ των προσφύγων και της τρομοκρατίας. Οι δυνάμεις ασφαλείας στην Ευρώπη ανησυχούν ότι οι τρομοκράτες, μεταμφιεζόμενοι σε αιτούντες άσυλο, θα μπορούσαν να μπουν στην ΕΕ, μια ανησυχία που έχει προκαλέσει τις αντιδράσεις των τοπικών πληθυσμών. Η Γερμανία έγινε ένα παράδειγμα αυτής της τάσης με την άνοδο της ομάδας διαμαρτυρίας Pegida, η οποία αρνείται τους μουσουλμάνους μετανάστες, κάνοντας εμπρηστικές επιθέσεις σε ξενώνες προσφύγων.

Οι περιορισμένες επιλογές της Ευρώπης

Υπάρχουν διάφοροι λόγοι που η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν θα καταφέρει να υλοποιήσει πολλές από τις προτάσεις που συζητήθηκαν στις 23 Απρ, ιδιαίτερα εκείνη που αφορά τη χρήση βίας εναντίον των κυκλωμάτων λαθρεμπόρων στη βόρεια Αφρική. Πρώτον, είναι δύσκολο να καθοριστεί το πεδίο εφαρμογής και οι στόχοι της αποστολής, ενώ αμφίβολη παραμένει η επιτυχία του. Δεύτερον, πολλά κράτη-μέλη της ΕΕ θα αντιταχθούν στη χρήση βίας στη Λιβύη σε μια εποχή που το μπλοκ πιέζει για μια διπλωματική λύση για τον εμφύλιο πόλεμο της χώρας. Τέλος, είναι πιθανό να υπάρξουν διαφωνίες για το ποιος θα στελεχώσει την αποστολή και κατά πόσον τα Ηνωμένα Έθνη θα πρέπει να το εγκρίνουν.

Οι Ευρωπαίοι ηγέτεςείναι επίσης πιθανόν να μην καταφέρουν να συμφωνήσουν σχετικά με την ανακατανομή των αιτούντων άσυλο. Κατά τη διάρκεια της έκτακτης συνόδου κορυφής, ο Βρετανός πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον προσφέρθηκε να στείλει ένα βρετανικό πολεμικό πλοίο στη Μεσόγειο για να βοηθήσει στην διάσωση των μεταναστών, μια κίνηση που σηματοδότησε στροφή από την προηγούμενη θέση του Λονδίνου στο θέμα. Ωστόσο, ο Κάμερον τόνισε ότι όσο αιτούντες άσυλο διασωθούν από βρετανικά πλοία δεν θα πληρούν τις προϋποθέσεις για άσυλο στο Ηνωμένο Βασίλειο και θα σταλούν στην Ιταλία. Επειδή η Μ. Βρετανία έχει εκλογές στα μέσα Μαΐου, ο Κάμερον δεν κάνει καμιά θαρραλέα κίνηση, η οποία θα μπορούσε να βλάψει τις προοπτικές του στις εκλογές.

Ηκυβέρνηση της Δανίας κάνει παρόμοια υπολογισμούς. Ώρες πριν από τη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, ηΠρωθυπουργός της Δανίας Helle Thorning-Schmidt δήλωσε ότι η χώρα της δεν θα συμβάλει στην αναδιανομή των μεταναστών. Η Thorning-Schmidt είπε, επίσης, ότι η Δανία θα υποστηρίξει την επιχειρήσεις της ΕΕ πράξεις, αλλά ότι η Κοπεγχάγη δεν θα στείλει πλοία στη Μεσόγειο. Οι εκλογές στην Δανίας είναι τον Σεπτέμβριο, Λαϊκό κόμμα που αντιτίθεται στην μετανάστευση φτάνει σήμερα στο 19%- σημαντικά υψηλότερο ποσοστό από το 12,3% που έλαβε στις γενικές εκλογές του 2011. Με πιο χαμηλούς τόνους, ο υπουργός Εσωτερικών της Λετονίας Rihards Kozlovskis ανέφερε ότι η αποδοχή των προσφύγων θα πρέπει να αποτελεί εθελοντική απόφαση για τα μέλη της ΕΕ.

Λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτικές αυτές εκτιμήσεις, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι πιθανό να συνεχίζει να πετά λεφτά στο πρόβλημα, την ώρα που ένας συνολικός επανασχεδιασμός της ευρωπαϊκής πολιτικής για το άσυλο φαίνεται απίθανος. Οι επιχειρήσεις διάσωσης πιθανότατα θα ενισχυθούν, αλλά τα μέλη της ΕΕ δεν θα προχωρήσουν σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις της πολιτικής τους.  Πιο σημαντικό, το μπλοκ κατά πάσα πιθανότητα θα αποφύγει την στρατιωτικής δράσης στη Λιβύη, όπου η πολιτική κρίση απέχει πολύ από το να τελειώσει. Στο μεταξύ, οι αιτούντες άσυλο θα συνεχίσουν να εισέρχονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πυροδοτώντας εντάσεις μεταξύ των κρατών μελών, ενισχύοντας τα εθνικιστικά κόμματα και διαβρώνοντας τη λαϊκή υποστήριξη για τις ιδρυτικές αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Δημοσιεύθηκε στον Τύπο της Κυριακής στις 5/3/15