Του Γιάννου Χαραλαμπίδη

Πριν από 41 ακριβώς χρόνια η Τουρκία εισέβαλλε στην Κύπρο για να επιβάλει κατά τρόπον παράνομο τον γεωγραφικό, διοικητικό και πληθυσμιακό διαχωρισμό, προκειμένου να επιτύχει αυτό το οποίο συζητούμε σήμερα στις συνομιλίες. Τη λύση της Διζωνικής Δικοινοτικής Ομοσπονδίας, με την οποία θα αναγνωριστεί το ψευδοκράτος ως ισότιμο συνιστών κράτος και θα διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία. Θα επιβληθεί η διχοτόμηση.

Τα λάθη που διενεργούνται από τις εκάστοτε Κυβερνήσεις και το Εθνικό Συμβούλιου είναι τραγικά. Ακυρώνουν ακόμη και αυτήν την ένταξή μας στην ΕΕ.

Αντί να προτάξουν ως βάση λύσης και εναλλακτική στρατηγική τις αποφάσεις της ΕΕ που αφορούν στις τουρκικές υποχρεώσεις, αποδέχονται τους όρους της Άγκυρας, όπως σήμερα εκφράζονται από τον Μουσταφά Ακιντζί, ο οποίος υποστηρίζει την εφαρμογή πρωτογενούς δικαίου. Δηλαδή, παρθενογένεση. Με άλλα λόγια, τον ακρωτηριασμό των αρχών και αξιών της ΕΕ, για να είναι δυνατή η αναγνώριση του ψευδοκράτους ως ισότιμου συνιστώντος κράτους και η ένταξή του, όπως ο κατοχικός ηγέτης τονίζει, στο «διεθνές δίκαιο».

Έχει δίκαιο ο Υπουργός Εξωτερικών Ι. Κασουλίδης, όταν αναφέρεται σε «νέο κράτος». Στην ουσία θα πρόκειται για δυο «νέα κράτη» που θα συνεταιριστούν μεταξύ τους. Γιατί όμως διαμαρτύρεται το απορριπτικό μέτωπο; Οι μισοί υποστηρίζουν την καλή δήθεν ομοσπονδία, που δεν υπάρχει, και άλλοι απλά απορρίπτουν χωρίς εναλλακτική πολιτειακή πρόταση, ενώ υπάρχει. Και έχει καθοριστεί με τον εξής τρόπο από την ΕΕ: Η Κύπρος εντάχθηκε ολόκληρη στην ΕΕ ως ενιαίο κράτος, με το βόρειο τμήμα της υπό κατοχή.

Για την εφαρμογή του κεκτημένου στα κατεχόμενα επιβάλλεται ομοφωνία, οπότε η θέση μας θα έπρεπε να ήταν σαφής: Η λύση θα στηρίζεται στη λογική και πρακτική της επανενσωμάτωσης των κατεχομένων στην Κυπριακή Δημοκρατία. Αυτός είναι ο στόχος. Μια θέση που είναι συναφής με την αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005, στην οποία υπογραμμίζεται ότι η ΕΕ αναγνωρίζει στο νησί ως μόνο κράτος αυτό της Κυπριακής Δημοκρατία. Και ταυτοχρόνως καλεί την Άγκυρα να την αναγνωρίσει, ως προϋπόθεση για τη συνέχιση της πορείας της στην Ευρώπη, είτε αυτή καταλήξει σε πλήρη είσοδο ή σε ειδική σχέση.

Αντί όμως της εφαρμογής του κοινοτικού κεκτημένου και των αρχών και αξιών της ΕΕ χωρίς αποκλίσεις, αντί της αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας και την ανατροπή των διχοτομικών τετελεσμένων της εισβολής, υιοθετείται από τη Λευκωσία, και μάλιστα μέσω των ΜΟΕ, η αποδοχή (acknowledgment) του ψευδοκράτους ως χωριστής οντότητας, η οποία θα συνεταιριστεί με τον «Νότο» και θα αποτελέσουν από κοινού το νέο πολιτειακό σύστημα.

Από την ώρα μηδέν και ένα χιλιοστό του δευτερολέπτου, το ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας θα εξέλθει της ΕΕ και θα διχοτομηθεί σε δυο ισότιμα συνιστώντα κράτη. Εκ των οποίων το ένα θα είναι το ψευδοκράτος. Ερώτημα: Εάν πάει κάτι στραβά, τι θα συμβεί; Ποιο από τα δυο θα αναγνωριστεί;

Το Ελληνοκυπριακό ή το Τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος ή και τα δυο; Όσο δε, για την Κεντρική Κυβέρνηση, πώς θα υφίσταται χωρίς ένα εκ των δυο ισότιμων συνεταίρων; Σίγουρο είναι κάτι άλλο: Η Βρετανία -σε συνεννόηση με την Τουρκία- δεν θα χάσει την ευκαιρία για να κινήσει διαδικασίες εξόδου μας από την ΕΕ, υπό το πρόσχημα ότι δεν υπάρχει πλέον «κοινό συνεταιρικό κράτος».

Το σενάριο αυτό, δηλαδή μια νέα διάλυση και έξοδος από την ΕΕ θα είναι η μόνιμη απειλή, την οποία η Άγκυρα θα χρησιμοποιεί, εάν δεν συμπεριφερόμαστε ως δικοί της υποτελείς. Και με τον τρόπο αυτόν, και αφού με την ομοσπονδία θα δικαιωθεί και θα νομιμοποιηθεί η εισβολή, θα πάμε στο επόμενο στάδιο του τουρκικού στρατηγικού σχεδιασμού, που μας θέλει ως ραγιάδες τουρκικής επαρχίας.