Η παραμονή της Ελλάδας στο ευρωσύστημα ήταν μια αμφισβητήσιμη απόφαση, στην καλύτερη περίπτωση -αλλά, έχοντας επιλέξει αυτή την οδό, η κυβέρνηση και οι πιστωτές της χώρας είναι υποχρεωμένοι να το κάνουν να δουλέψει. Οι πρόωρες ενδείξεις δεν είναι ενθαρρυντικές.

 

 

Όταν το Χρηματιστήριο Αθηνών ανανέωσε τη λειτουργία του τη Δευτέρα για πρώτη φορά σε διάστημα πέντε εβδομάδων, βυθίστηκε. Η μεταποιητική δραστηριότητα υπέστη, σύμφωνα με νέα στοιχεία, τη χειρότερη συρρίκνωση εδώ και χρόνια.

Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο είπε στο διοικητικό του συμβούλιο την περασμένη εβδομάδα ότι δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει στην επόμενη ελληνική διάσωση, εκτός εάν οι υπόλοιποι πιστωτές της χώρας συμφωνήσουν σε έναν νέο γύρο ελάφρυνσης του χρέους. Αυτό είναι πρόβλημα. Η Γερμανία και οι άλλοι πιστωτές είναι αντίθετοι -ενώ συνεχίζουν να επιμένουν ότι το επόμενο πρόγραμμα στήριξης δεν μπορεί να υλοποιηθεί χωρίς το ΔΝΤ.

Όταν ο Έλληνας πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας συνθηκολόγησε με τις απαιτήσεις των πιστωτών τον περασμένο μήνα, θεώρησε ότι είχε συνάψει συμφωνία. Δεν είναι η πρώτη φορά που κάνει λάθος: το νέο πρόγραμμα καταρρέει πριν καν ξεκινήσει.

Ο Τσίπρας έχει ήδη περιορίσει την αποστολή του στο να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις που του αναλογούν από αυτή την εξατμίζουσα συμφωνία. Το ελληνικό κοινοβούλιο ενέκρινε δύο μεγάλα πακέτα οικονομικών μέτρων, συμπεριλαμβανομένων των αμφιλεγόμενων αυξήσεων φόρων και των μεταρρυθμίσεων του συνταξιοδοτικού συστήματος. Τώρα οι πιστωτές θέλουν να τα δουν να εφαρμόζονται, ενώ πιέζουν για νέες ιδιωτικοποιήσεις και άλλες αλλαγές. Η Ελλάδα είναι πιθανό να χρειαστεί δάνειο-γέφυρα για μια πληρωμή προς την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που λήγει μέσα στο μήνα και η Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να επιβάλει νέους όρους σε αντάλλαγμα.

Το κυβερνών κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ, βαθιά διχασμένο γύρω από τις παραχωρήσεις που έχει κάνει μέχρι στιγμής, είναι στα πρόθυρα της διάσπασης. Αν αυτό συμβεί, ο Τσίπρας θα πρέπει πιθανώς να κηρύξει πρόωρες εκλογές. Και δεν φαίνεται κάποιο φως σε αυτό το τούνελ. Και όσο διαρκεί, υπάρχει αμυδρή ελπίδα για αναζωπύρωση της εμπιστοσύνης ή των επενδύσεων –και ισχνή πιθανότητα για την ευρύτερη οικονομική ανάκαμψη που η Ελλάδα χρειάζεται τόσο απεγνωσμένα.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένας βαθμός αβεβαιότητας ήταν αναπόφευκτος. Η Ελλάδα έχει καθυστερήσει στην αποπληρωμή δανείων και την εφαρμογή πολιτικών δεσμεύσεων. Προκειμένου να παράσχουν περαιτέρω βοήθεια, οι πιστωτές θα ήταν τρελοί να μην θέσουν όρους ή να μην παρακολουθήσουν στενά τη συμμόρφωση των Ελλήνων. Ως αποτέλεσμα, η απειλή μιας νέας χρηματοπιστωτικής κρίσης ήρθε να παραμείνει. Παρόλ’ αυτά, έπρεπε να βρεθεί μια στρατηγική που θα πρόσφερε στην Ελλάδα έναν ομαλό δρόμο προς την ανάκαμψη. Μέχρι στιγμής, δεν υπάρχει τέτοια στρατηγική.

Οι πιστωτές θα πρέπει να συμφωνήσουν τώρα επί της αρχής ότι θα προχωρήσουν σε ελάφρυνση του χρέους, εφόσον η Ελλάδα διαπραγματευτεί με καλή πίστη και προσπαθήσει να τηρήσει τις υποσχέσεις της. Διαφορετικά, με ή χωρίς το ΔΝΤ, το νέο πρόγραμμα είναι πιθανό να αποτύχει.

Η Γερμανία και οι υποστηρικτές της μεταξύ των πιστωτών της ΕΕ θα πρέπει να κινητοποιηθούν. Ο ισχυρισμός τους ότι οι κανόνες της ευρωζώνης απαγορεύουν την ελάφρυνση του χρέους είναι δύσκολο να ληφθεί σοβαρά υπόψιν: οι κανόνες είναι αρκετά ευέλικτοι, ανάλογα με τη βούληση. Το πώς θα πειστούν οι ψηφοφόροι στη Γερμανία και σε άλλες χώρες πως η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους είναι προς το συμφέρον τους είναι άλλο ζήτημα -κυρίως εξαιτίας της επιμονής των ενδιαφερομένων κυβερνήσεων να υποστηρίζουν εδώ και μήνες ακριβώς το αντίθετο. Ωστόσο, το τίμημα της επιμονής σε μία γραμμή που δεν περιλαμβάνει ελάφρυνση του χρέους είναι πάρα πολύ υψηλό: συνεχιζόμενη καταστροφή της ελληνικής οικονομίας, ακολουθούμενη από την αποτυχία του νέου προγράμματος, και, εν ευθέτω χρόνω, την μη πληρωμή του επίμαχου χρέους.

Σίγουρα αυτό δεν είναι ο τελικός στόχος των πιστωτών της Ελλάδας. Αυτό που πρέπει να κάνουν, λοιπόν, είναι να σταματήσουν να κάνουν βήματα που αυξάνουν την πιθανότητα μιας τέτοιας έκβασης.

Πηγή: Capital.gr, To Kεφάλαιο