Του Δημήτρη Παπακωνσταντίνου

Διάβασα ένα έξυπνο σχόλιο στο twitter. “Δεν ήταν εκλογές, ήταν ανασχηματισμός με κάλπη”. Και τώρα μένει να δούμε, αν θα γίνει τουλάχιστον έστω και ανασχηματισμός. Με ποιους θα κυβερνήσει ο κύριος Τσίπρας. Αυτό είναι πλέον το πολύ μεγάλο ερώτημα, η στελέχωση της κυβέρνησης που θα κληθεί να υλοποιήσει ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα.  

Γιατί ο κ. Τσίπρας, ο οποίος όπως ο ίδιος έχει δηλώσει εκβιάστηκε και εξαναγκάστηκε να υπογράψει ένα Μνημόνιο που δεν πιστεύει και πολιτικά δεν υιοθετεί, θα κληθεί τώρα να το εφαρμόσει. Και αυτό θα είναι ακόμη δυσκολότερο από την υπογραφή που τελικά έβαλε, έχοντας προηγουμένως χάσει δύο τουλάχιστον ευκαιρίες για μία ευνοϊκότερη συμφωνία. Τον Φεβρουάριο αρχικά, αλλά και στη συνέχεια με την πρόταση Γιουνκέρ. 

Αρκετοί αποφάσισαν να δώσουν μία δεύτερη ευκαιρία στον κ. Τσίπρα εκτιμώντας ή προσδοκώντας ότι θα εφαρμόσει την συμφωνία… στρογγυλεμένα και ότι θα το παλέψει να βρει ισοδύναμα που θα αμβλύνουν πολλά από τα σκληρά μέτρα που αυτή επιφυλάσσει στην ελληνική κοινωνία. Και γι’ αυτό έβαλαν στο πλάι τα ψέμματα της διαπραγμάτευσης και την κοροϊδία της συμφωνίας, το κλείσιμο των τραπεζών, τα κότερα, τις επαύλεις, τους Φλαμπουράρηδες. Δυστυχώς όμως, αυτή η… πρόθεση δεν φαίνεται να περιλαμβάνεται στους σχεδιασμούς των “θεσμών”, οι οποίοι ήδη διαμηνύουν ότι θα απαιτήσουν την πλήρη και απαρέγκλιτη εφαρμογή της συμφωνίας.  

Τι θα πράξει λοιπόν ο επανεκλεγείς πρωθυπουργός; Θα επιβεβαιώσει τις εκτιμήσεις των ξένων ότι αποτελεί το μεγαλύτερο όπλο τους για να περάσουν στην ελληνική κοινωνία μέτρα και μεταρρυθμίσεις που άλλες κυβερνήσεις είτε δεν τόλμησαν είτε δεν θα μπορούσαν να περάσουν; Ή θα επαναλάβει τις προεκλογικές πομφόλυγες περί νέας εκκίνησης για αλλαγή της Ευρώπης και αλλαγής του Μνημονίου; Τις οποίες επανέλαβε και στους πανηγυρισμούς της εκλογικής νίκης…

Στην πρώτη περίπτωση θα βρεθεί αντιμέτωπος με Αρμαγεδδώνα αντιδράσεων. Η κοινωνία που τον συγχώρησε για μία φορά, επηρεαζόμενη και από την προσωπική του πολιτική αύρα, δεν θα του δώσει και νέα ευκαιρία. Τα ψέμματα έχουν τελειώσει. Θα είναι λάθος του να ερμηνεύσει κατά το συμφέρον του και πάλι το αποτέλεσμα των εκλογών, όπως είχε κάνει με το δημοψήφισμα. Από τότε άλλωστε μεσολάβησαν πολλά. Θα πρέπει επίσης να γνωρίζει ότι πολλοί τον ψήφισαν με κρύα καρδιά. Περισσότερο γιατί θεώρησαν ότι δεν υπάρχει ελκυστική εναλλακτική επιλογή. 

Στην δεύτερη περίπτωση, θα βρεθεί αντιμέτωπη με την καταστροφή η χώρα. Η περίοδος χάριτος έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Οι εταίροι έχουν κουραστεί να ασχολούνται με την Ελλάδα. Όποιος δεν το καταλαβαίνει αυτό δεν ξέρει τι του γίνεται. Δεν είναι θέμα ηθικής ή συναισθήματος. Είναι ζήτημα ουσίας και ρεαλισμού. Οι Ευρωπαίοι δεν θα έχουν στο εξής κανέναν συναισθηματικό ή πολιτικό εγκλωβισμό να… κλείσουν τον διακόπτη, αν η Ελλάδα δεν προχωρήσει στον δρόμο των σκληρών μεταρρυθμίσεων.  

Πολύ φοβάμαι λοιπόν ότι ο κ. Τσίπρας μπορεί να έχει πετύχει μία εντυπωσιακή εκλογική νίκη, όμως η επόμενη ημέρα επιφυλάσσει γι’ αυτόν ακροβασίες σε ένα τεντωμένο αλλά ιδιαίτερα εύθραυστο σχοινί. Έχει λοιπόν πολύ μεγάλη σημασία να επιλέξει αυτή τη φορά συνεργάτες που να μπορούν να κάνουν τη δουλειά. Γιατί οι περισσότεροι που επέλεξε το προηγούμενο επτάμηνο, απλά δεν κάνουν. Αν δεν ανοίξει το παιχνίδι, αν δεν αναζητήσει και ορισμένες προσωπικότητες που να μπορούν να προσφέρουν εμπειρία και διαχειριστική ικανότητα και πάνω από όλα σοφρωσύνη χωρίς ιδεοληψίες, το παιχνίδι θα χαθεί. Όποιο και αν είναι αυτό. 

Ωστόσο, δεν φαίνεται να έχει κατανοήσει ότι το προηγούμενο κυβερνητικό μοντέλο ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ απέτυχε. Και ότι αν δεν τολμήσει να απευθύνει ευρύτερο κάλεσμα σε ικανούς ανθρώπους, αν προχωρήσει σε… μία από τα ίδια, θα αποτύχει και το σίκουελ ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ νούμερο 2. Και το περιθώριο βιωσιμότητας και αυτής της κυβέρνησής του θα συναγωνιστεί στα ίσια την προηγούμενη.