Ποιους είδαν, τι άκουσαν οι ξένοι επικεφαλής των επενδυτικών Funds στην Αθήνα

Του Νίκου Χρυσικόπουλου

Ένα κρίσιμο crash test για την αξιολόγηση της χώρας ως επενδυτικού προορισμού ορισμένων από τα μεγαλύτερα επενδυτικά κεφάλαια διεθνώς πραγματοποιήθηκε τις προηγομενες ημέρες επί ελληνικού εδάφους.

Prem Watsa και John Paulson, συνοδευόμενοι από τους επικεφαλής των επενδυτικών τους ομίλων και εκπροσώπους των μεγαλύτερων funds διεθνώς, μεταξύ των οποίων της Fidelity, Capital, Schroder’s Wellington, Wilbur Ross &Co, Brookfield, Highfields, Mackenzie Cundill, Lissom Investments κ.ά., ορισμένα από τα οποία τοποθετήθηκαν πρόσφατα στις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών, κατέφθασαν στην Αθήνα σε μια περίοδο εξαιρετικά κρίσιμη για την κυβέρνηση. Με το ασφαλιστικό να προκαλεί έντονους κραδασμούς σε κοινωνία και πολιτική ηγεσία και να θέτει σε κίνδυνο την αξιολόγηση του προγράμματος αλλά και το ζήτημα του προσφυγικού να απειλεί την παραμονή της χώρας στη Ζώνη Σένγκεν, το timing της επίσκεψης των ξένων μεγαλομετόχων είναι δηλωτικό της ανησυχίας τους για την πορεία των πραγμάτων στην Ελλάδα αλλά και για τις προοπτικές των επενδύσεων που πραγματοποίησαν.

Για τον λόγο αυτόν, η αποστολή τους, με επικεφαλής τον Prem Watsa της Fairfax Financial Holdings, ήταν μια από τις μεγαλύτερες που έχουν πραγματοποιηθεί τα τελευταία χρόνια. Η ατζέντα των επαφών τους ήταν κυριολεκτικά γεμάτη: πέραν της συνάντησης (η οποία ξεπέρασε σε διάρκεια τη μιάμιση ώρα) με τον Πρωθυπουργό, τον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Γιάννη Δραγασάκη και τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, συναντήσεις πραγματοποιήθηκαν με τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης Κυριάκο Μητσοτάκη, τον διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, τον πρόεδρο του ΤΑΙΠΕΔ Στέργιο Πιτσιόρλα, με τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, καθώς και με τις διοικήσεις και τα στελέχη μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων.

Το καλό κλίμα που επικράτησε κατά τη συνάντηση των επενδυτών με τον Πρωθυπουργό το πρωί της Παρασκευής επιβεβαιώνεται από όλους τους συμμετέχοντες, στο πλαίσιο όμως της συζήτησης υπήρξαν ζητήματα στα οποία και οι δύο πλευρές συμφώνησαν ότι απαιτούν ιδιαίτερη μέριμνα. Το κυριότερο αφορούσε την πορεία της αξιολόγησης, με τους επενδυτές να εκφράζουν την ανησυχία ότι εάν η Ελλάδα δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της προς τους εταίρους της κινδυνεύει να βρεθεί ξανά σε αδιέξοδο. Όπως ειπώθηκε χαρακτηριστικά, όσο πιο γρήγορα ολοκληρωθεί η αξιολόγηση τόσο γρηγορότερα θα μεταβληθεί το momentum για την ελληνική οικονομία, με τη στάση των επενδυτών να παραμένει θετική, καθώς εκτιμήθηκε πως οι προοπτικές ανάκαμψης είναι πραγματικά μεγάλες εφόσον υλοποιηθούν μεταρρυθμίσεις και αποκατασταθεί και ενισχυθεί το επενδυτικό κλίμα. Στο ίδιο πλαίσιο, εξάλλου, ήταν τα λεγόμενα του επικεφαλής της Fairfax Prem Watsa, στη συνέντευξή του στην “Καθημερινή”, όπου σημείωσε πως “οι επενδυτές θέλουν να γνωρίζουν ότι στην Ελλάδα υπάρχει ένα κράτος δικαίου και ότι είναι ευπρόσδεκτοι”.

Από την πλευρά της η ελληνική πλευρά έκανε λόγο για πρωτοβουλίες προκειμένου να επιβληθεί σταθερό φορολογικό σύστημα, να αντιμετωπιστούν η γραφειοκρατία και η διαφθορά και να πολλαπλασιαστούν οι επενδυτικές ευκαιρίες μέσα από την εδραίωση της πολιτικής σταθερότητας. Ιδιαίτερη μνεία έγινε για τις προβλέψεις του νέου αναπτυξιακού νόμου που θα κατατεθεί σύντομα στη Βουλή, ο οποίος υπόσχεται συνθήκες ασφάλειας για προσέλκυση ξένων επενδύσεων, σταθερό φορολογικό περιβάλλον και πολλά κίνητρα για κλάδους με ιδιαίτερη δυναμική. Επίσης, από την κυβέρνηση παρουσιάστηκε μια εικόνα ανάκαμψης για την ελληνική οικονομία, με κύριους συντελεστές την επιτυχημένη ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, την υπέρβαση των προϋπολογισμένων εσόδων κατά περίπου 2 δισ. ευρώ για το 2015 και τη σταθεροποίηση της οικονομίας, με βραχυπρόθεσμη προοπτική επιστροφής σε ρυθμούς ανάπτυξης.

Με τους τραπεζίτες

Διαδοχικές ήταν και οι συναντήσεις με τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών, αλλά και των εταιρειών στις οποίες έχουν τοποθετηθεί τα ξένα funds. Τον Prem Watsa συνόδευσαν οι Νίκος Καραμούζης και Φωκίων Καραβίας (Eurobank), με τους οποίους είχε στενή συνεργασία, όπως άλλωστε και με τον Γιώργο Χρυσικό (Grivalia), ενώ είχε την ευκαιρία να υλοποιήσει συναντήσεις εργασίας και με τους επικεφαλής των υπόλοιπων εταιρειών στις οποίες έχει συμμετοχή η Fairfax, αλλά και με τους επικεφαλής και συνεργαζόμενους πράκτορες του ομίλου Eurolife, με τη διαδικασία ολοκλήρωσης της εξαγοράς του 80% του ασφαλιστικού ομίλου από τη Eurobank να βρίσκεται σε εξέλιξη. Ανάλογες επαφές, σύμφωνα με πληροφορίες, πραγματοποίησε και ο John Paulson, τα funds του οποίου ελέγχουν το 6,6% της Πειραιώς, το 7,3% της Alpha Bank και το 9,9% της ΕΥΔΑΠ, με τον Μ. Σάλλα, πρόεδρο της Πειραιώς, και τον Δ. Μαντζούνη, διευθύνοντα σύμβουλο της Alpha.

Βαρύνουσα σημασία είχε και η συνάντηση των ξένων επενδυτών με τον διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα, όπως και με τους επικεφαλής και τα υψηλόβαθμα στελέχη μεγάλων ελληνικών επιχειρήσεων, μεταξύ των οποίων o όμιλος ΒΙΟΧΑΛΚΟ, ο όμιλος ΤΙΤΑΝ, o ΟΠΑΠ, η Aegean και η ΤΕΜΕΣ (Costa Navarino).

Στη Μ. Βρετανία

Παράλληλα, στο ξενοδοχείο Μεγάλη Βρετανία πραγματοποιήθηκε ειδική παρουσίαση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων από τη διοίκηση του ΤΑΙΠΕΔ, με επικεφαλής τον Στέργιο Πιτσιόρλα. Ο πρόεδρος του Ταμείου δέχθηκε ευμενή σχόλια για την επανέναρξη του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων, μεταξύ των οποίων και αυτών του κ. Watsa, ενώ υπήρξε σύμπτωση απόψεων πως η ολοκλήρωση του διαγωνισμού για την παραχώρηση του ΟΛΠ στον κινεζικό όμιλο Cosco και των περιφερειακών αεροδρομίων στη κοινοπραξία Fraport-Slentel μπορούν να αποτελέσουν game changers για την αποκατάσταση της εικόνα της Ελλάδας στη διεθνή επενδυτική κοινότητα.

Γνώστες της επενδυτικής ατζέντας των ξένων funds που επισκέφτηκαν την Ελλάδα ανέφεραν πως για το ΤΑΙΠΕΔ και κατ’ επέκταση για το νέο υπερταμείο των 50 δισ. ευρώ που θα δημιουργηθεί, το ενδιαφέρον είναι εύλογο. Οι συγκεκριμένοι ξένοι επενδυτές που διαχειρίζονται κεφάλαια ύψους άνω των 2 τρισ. δολαρίων μέσω της συμμετοχής τους στις ΑΜΚ των τραπεζών έχουν αποκτήσει πρόσβαση σχεδόν στο σύνολο της ελληνικής οικονομίας. Κατά συνέπεια, πέραν από την “πίτα” των περίπου 100 δισ. ευρώ, η οποία αφορά τα “κόκκινα” δάνεια των τραπεζών, η Ελλάδα για τα funds αυτά μπορεί, εν δυνάμει, να αποτελέσει ένα επενδυτικό Ελντοράντο, δεδομένων και των εξαιρετικά χαμηλών αποτιμήσεων που έχει διαμορφώσει η επταετής –με ένα διάστημα λίγων μηνών- ύφεση.