Το πρώτο κοινό μέτωπο κατά των πολιτικών λιτότητας και υπέρ της υιοθέτησης εναλλακτικών πολιτικών στην ΕΕ, καθώς ήταν κοινή η διαπίστωση ότι «τα μνημόνια δεν έδωσαν λύση» συγκροτήθηκε από τις κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Πορτογαλίας με τους δύο πρωθυπουργούς, Αντόνιο Κόστα και Αλέξη Τσίπρα, να φιλοδοξούν, σύμφωνα με τις δηλώσεις τους, να βρουν περισσότερους υποστηρικτές στην ΕΕ.

 
Ταυτόχρονα, ο Έλληνας πρωθυπουργός ζήτησε να εφαρμοστεί η συμφωνία του περασμένου Ιουλίου απευθύνοντας αυστηρό μήνυμα ότι δεν πρόκειται να δεχθεί όρους σχετικά με την έναρξη της συζήτησης για το χρέος, καθώς η συμφωνία δεν προβλέπει κανέναν όρο. Και η συζήτηση για το χρέος, υπογράμμισε ο κ. Τσίπρας, όταν θα αρχίσει κάπου θα καταλήξει.
 
Ο κ. Τσίπρας αφού άφησε σαφείς αιχμές κατά του ΔΝΤ, ότι παρά την ομολογία του λάθους στο ελληνικό πρόγραμμα, επιμένει στο λάθος, προσέθεσε ότι «κάποια στιγμή πρέπει να σοβαρευτούμε» γιατί όπως είπε δεν έχουμε απλά να κάνουμε με αριθμούς, αλλά με εκατομμύρια ανθρώπους. Επίσης σημείωσε ότι η ελληνική οικονομία πηγαίνει καλύτερα από τις προβλέψεις και άφησε αιχμές ότι ίσως κάποιοι να μην θέλουν να κλείσει η αξιολόγηση για να μην αρχίσει η συζήτηση για το χρέος.
 
Μετά από δυόμισι ώρες συνομιλιών οι κύριοι Τσίπρας και Κόστα εμφανίστηκαν πολιτικά και ιδεολογικά αλληλέγγυοι σε θέματα οικονομίας, στο προσφυγικό, στην ανάγκη να υπάρξει περισσότερη αλληλεγγύη στην ΕΕ, αλλά και στην προοπτική να σχηματιστεί ένα ευρύτερο μέτωπο προοδευτικών δυνάμεων που να προωθήσει εναλλακτικές πολιτικές στην ΕΕ.
 
Ο πρωθυπουργός της Πορτογαλίας σημείωσε ότι το πρόγραμμα προσαρμογής που εφαρμόστηκε στη χώρα του άφησε πίσω σοβαρά προβλήματα όπως την αύξηση του χρέους από 97% στο 130% του ΑΕΠ, φτώχεια, ανεργία και κοινωνικά προβλήματα.
 
Για το προσφυγικό, ο κ. Κόστα δήλωσε ότι η χώρα του θα φιλοξενήσει σημαντικό αριθμό προσφύγων από την Ελλάδα, ενώ ο κ. Τσίπρας, αφού τον ευχαρίστησε δημόσια, τόνισε ότι η Πορτογαλία με μικρό πληθυσμό και προβλήματα στην οικονομία θα φιλοξενήσει πρόσφυγες, ενώ άλλες χώρες με καλύτερη οικονομία και πολύ μεγαλύτερο πληθυσμό αρνούνται.
 
Ο Πορτογάλος πρωθυπουργός ζήτησε από την ΕΕ να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να μην πέσει όλο το βάρος διαχείρισης του προσφυγικού σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, γιατί -όπως είπε- πρόκειται για ευρωπαϊκό πρόβλημα και όχι για πρόβλημα της Ελλάδας.
 
Ο Έλληνας πρωθυπουργός έδωσε έμφαση τόσο στην ιδεολογική διακήρυξη των δύο κυβερνήσεων, όσο και στους κοινούς στόχους που θέτουν για την αλλαγή σκηνικού στην ΕΕ, κυρίως στην ανάγκη να μην συνεχιστούν οι πολιτικές λιτότητας. Μόνη διαφορά, που επισήμανε και ο κ. Τσίπρας, η στάση στο θέμα του χρέους, καθώς η Πορτογαλία δεν θέτει θέμα μείωσης, κάτι που θέτει η ελληνική κυβέρνηση καθώς το θεωρεί μη βιώσιμο.
 
Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις , ο κ. Τσίπρας σημείωσε ότι το πρόβλημα με την Ελλάδα δεν είναι ότι δεν εφαρμόζει τους κανόνες, αλλά ότι οι κανόνες είναι αυτοί που πρέπει να αλλάξουν, ενώ ο κ. Κόστα συμφώνησε κάνοντας λόγο για δομικά προβλήματα στην ευρωζώνη που πρέπει να αλλάξουν για να υπάρξει σύγκλιση των οικονομιών.
 
Μήνυματα στο twitter 
 
«Πιστεύουμε πως η Ευρώπη πρέπει να αφήσει πίσω τις πολιτικές λιτότητας» τόνισε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας σε αναρτήσεις του στο Twitter, την ώρα που ήταν σε εξέλιξη η συνάντηση του με τον Πορτογάλο πρωθυπουργό Αντόνιο Κόστα στο Μέγαρο Μαξίμου. Σημείωσε επίσης ότι «Διεκδικούμε μια δημοκρατική, προοδευτική Ευρώπη με κοινωνική δικαιοσύνη και κοινωνική συνοχή». 
 
Αναλυτικά οι δύο αναρτήσεις του πρωθυπουργού στο Twitter: 
 
«Υποδεχτήκαμε τον Πρωθυπουργό της Πορτογαλίας κ. Α. Κόστα. Πιστεύουμε πως η Ευρώπη πρέπει να αφήσει πίσω της τις πολιτικές λιτότητας».
 
«Διεκδικούμε μια δημοκρατική, προοδευτική Ευρώπη με κοινωνική δικαιοσύνη και κοινωνική συνοχή». 
 
Υποδεχόμενος τον Πορτογάλο ομόλογό του, ο Αλ. Τσίπρας επεσήμανε την πολύ κρίσιμη συγκυρία κατά την οποία λαμβάνει χώρα η συνάντηση. «Είμαστε αντιμέτωποι με μια πολυμέτωπη κρίση, στην οικονομία, την ασφάλεια και φυσικά το μεταναστευτικό», ανέφερε ο κ. Τσίπρας για να σημειώσει: «Οπότε πιστεύω ότι όλες αυτές οι δυσκολίες μάς υποχρεώνουν να προχωρήσουμε μπροστά, με σκοπό να προωθήσουμε μια εναλλακτική ατζέντα».
 
«Και τώρα» υπογράμμισε ο πρωθυπουργός «είναι πιο σημαντικό, από ποτέ, να προωθήσουμε μια ατζέντα αλληλεγγύης, κοινωνικής συνοχής και δημοκρατίας». 
 
Οι κυβερνήσεις πρέπει να έχουν χώρο να επιλέγουν την πορεία και τις εναλλακτικές πολιτικές τους
 
Το μήνυμα ότι παρά τους κοινούς κανόνες στην ΕΕ οι λαοί αλλά και οι κυβερνήσεις πρέπει να έχουν τον χώρο ώστε να επιλέγουν την πορεία τους, τις εναλλακτικές και τις πολιτικές τους, αλλά και ότι μέσα από προοδευτικές συνεργασίες μεταξύ των κρατών-μελών πρέπει να προωθηθεί εναλλακτική στρατηγική στην Ευρώπη, έστειλαν Αλέξης Τσίπρας και Αντόνιο Κόστα, παραπέμποντας στα παραδείγματα της Ελλάδας και της Πορτογαλίας.
 
«Καταφέραμε να δείξουμε στην Πορτογαλία ότι είναι δυνατόν οι πολίτες να αλλάξουν την κυβέρνηση και η κυβέρνηση τις πολιτικές. Ξέρουμε ότι υπάρχουν κοινοί κανόνες και προσπαθούμε να τους πετύχουμε, ακολουθώντας όμως διαφορετικές πολιτικές από ό,τι η προηγούμενη κυβέρνηση», είπε ο Πορτογάλος πρωθυπουργός.
 
Ο Έλληνας πρωθυπουργός επισήμανε ότι και στις περιπτώσεις των δύο χωρών, ο τρόπος που αντιμετωπίστηκε από ορισμένους κύκλους στην Ευρώπη η προοπτική μιας διαφορετικής κυβέρνησης, συνιστά μείζον ζήτημα δημοκρατίας.
 
Δηλώσεις για τα χθεσινά επεισόδια στην Ειδομένη
 
Η Ειδομένη αποτελεί και συνεχίζει δυστυχώς να αποτελεί μια ντροπή για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, και η αιτία της κατάστασης στην Ειδομένη είναι οι μονομερείς αποφάσεις με τις οποίες έκλεισαν τα σύνορα και σταμάτησε η δυνατότητα αυτών των ανθρώπων που διεκδικούν μια καλύτερη ζωή, να περάσουν σε χώρες που επιθυμούν να πάνε, δήλωσε ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, προσθέτοντας ωστόσο πως αυτή είναι μια πραγματικότητα που δεν μπορεί να αλλάξει και γι΄ αυτό η κυβέρνηση κάνει έναν αγώνα δρόμο προκειμένου να πείσει όλους αυτούς τους ανθρώπους να μετακινηθούν σε δομές φιλοξενίας.
 
Ο κ. Τσίπρας είπε ότι σε αυτό τον αγώνα, εκτός από τις αντικειμενικές δυσκολίες, η κυβέρνηση βρίσκει απέναντί της και ορισμένες ΜΚΟ που κάνουν την εντελώς αντίθετη δουλειά και προσπαθούν να πείσουν τους ανθρώπους να παραμείνουν εκεί, αδιαφορώντας αν η παραμονή τους αυτή εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους, διότι φαίνεται έχουν στο μυαλό τους, όχι ν προσφέρουν αλλά να πάρουν κονδύλια.
 
Ερωτηθείς για τα χθεσινά επεισόδια στην Ειδομένη, ο πρωθυπουργός είπε ότι συνιστούν διπλή πρόκληση διότι παρακινηθήκαν από ορισμένους «αλληλέγγυους εθελοντές», εκπροσώπους ΜΚΟ, και μάλιστα κάποιοι από αυτούς είναι ξένης ιθαγένειας και δεν διαμένουν σε ελληνικό έδαφος. Η δεύτερη πρόκληση, όπως τόνισε, είναι η στάση των αρχών της αστυνομίας της ΠΓΔΜ, οι οποίοι απέναντι σε ανθρώπους που προφανώς δεν κρατούσαν όπλα, επιτέθηκαν με χημικά, με δακρυγόνα και με σφαίρες πλαστικές, και αυτό αποτελεί μια μεγάλη ντροπή για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και για χώρες που θέλουν να γίνουν κομμάτι του ευρωπαϊκού πολιτισμού. «Περιμένω τις ευρωπαϊκές αρχές, τους διεθνείς οργανισμούς, την Ύπατη Αρμοστεία για τους πρόσφυγες να πούνε κάτι για όσα συνέβησαν χθες», είπε ο πρωθυπουργός.
 
Αναλυτικά οι δηλώσεις των δυο Πρωθυπουργών
 
ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ: Υποδέχομαι τον Πρωθυπουργό της Πορτογαλίας, φίλο μας και φίλο της Ελλάδας, Αντόνιο Κόστα, στην Αθήνα.

Η επίσκεψή του έρχεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο, όχι μόνο λόγω των αυξανόμενων προκλήσεων που αντιμετωπίζουμε, αλλά και των κρίσιμων αποφάσεων που καλούμαστε να πάρουμε το επόμενο διάστημα για το μέλλον της Ευρώπης, το μέλλον της Μεσογείου, της ευρύτερης περιοχής μας.

Προκλήσεις και αποφάσεις που αφορούν την έξοδο της Ευρωζώνης από την πολυετή οικονομική κρίση και από αυτό τον φαύλο κύκλο των αναποτελεσματικών προγραμμάτων λιτότητας.

Προκλήσεις και αποφάσεις που αφορούν την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης και τη δημιουργία ενός αξιόπιστου μηχανισμού διαχείρισης των αυξανόμενων προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών, που να διασφαλίζει νόμιμες διόδους επανεγκατάστασης προσφύγων στην Ευρώπη.

Προκλήσεις και αποφάσεις για την εξασφάλιση της ειρήνης και της σταθερότητας σε ένα περιβάλλον εντεινόμενης περιφερειακής αποσταθεροποίησης αλλά και ενίσχυσης της διεθνούς τρομοκρατίας.

Οι προκλήσεις αυτές έχουν ως επίκεντρο τη Μεσόγειο. Παρότι οι γενεσιουργές της αιτίες – όσο και οι αποφάσεις που απαιτούνται για να τις αντιμετωπίσουμε – ξεπερνούν κατά πολύ την περιοχή μας.

Επιτάσσουν, όμως, πρώτα απ’ όλα, τη συνεργασία και τον συντονισμό σε διεθνές και ευρωπαϊκό επίπεδο, ειδικότερα όμως τη συνεργασία και τον συντονισμό των ευρωπαϊκών μεσογειακών χωρών για την προώθηση ενός νέου οράματος σε διεθνές, ευρωπαϊκό και περιφερειακό επίπεδο. Ενός οράματος ειρήνης, ασφάλειας, συνανάπτυξης, αλληλεγγύης και ανθρωπισμού. Και μάλιστα ενός οράματος ειρήνης, αλληλεγγύης και ανθρωπισμού απέναντι στην καθημερινότητα και την πραγματικότητα του πολέμου, της τρομοκρατίας, της λιτότητας, που δημιουργεί αντανακλαστικά ρατσισμού, ξενοφοβίας και αποκλεισμών.

Γι’ αυτό και θεωρώ ότι η σημερινή επίσκεψη του Αντόνιο Κόστα στην Ελλάδα, με την ιδιότητα του πρωθυπουργού της Πορτογαλίας, έχει έναν ιδιαίτερο συμβολισμό.

Πριν από λίγο υπογράψαμε μια κοινή διακήρυξη. Η κοινή αυτή διακήρυξη αναδεικνύει την προσήλωσή μας να συνεργαστούμε σε όλα τα επίπεδα και κυρίως στην Ε.Ε., προκειμένου να προωθήσουμε αυτό το κοινό όραμα: Εναλλακτικές πολιτικές για να ξαναγυρίσει η Ευρώπη στις ιδρυτικές της αξίες. Στις αξίες της αλληλεγγύης, της κοινωνικής συνοχής και της δημοκρατίας.

Οι χώρες μας, τα τελευταία χρόνια, δέχθηκαν την εφαρμογή προγραμμάτων ακραίας λιτότητας. Προγράμματα, που κοινή μας εκτίμηση είναι ότι όχι μόνο δεν πέτυχαν τον στόχο τους, αλλά αποσταθεροποίησαν ακόμη περισσότερο την κοινωνική συνοχή, διεύρυναν τις κοινωνικές αντιθέσεις και βεβαίως είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση της ανεργίας, τη φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού, αλλά και την αύξηση του δημόσιου χρέους.

Αυτές οι πολιτικές είχαν ως αποτέλεσμα και τη δημιουργία αντανακλαστικών φόβου, ξενοφοβίας, ρατσιστικών αντιλήψεων. Αυτός, αν θέλετε, σήμερα, είναι ο πραγματικός κίνδυνος της Ευρώπης. Και απέναντι σε αυτόν τον κίνδυνο, απέναντι στον αποκρουστικό εφιάλτη της ακροδεξιάς και του νεοναζισμού, οι δημοκρατικές, προοδευτικές αριστερές και κοινωνικές πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης, ο κόσμος της διανόησης και του πολιτισμού, αλλά και κοινωνικοί φορείς, συνδικαλιστικές οργανώσεις και οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές που βλέπουν μπροστά, όπως, ανάμεσα σε άλλους και ο Πορτογάλος πρωθυπουργός Αντόνιο Κόστα, αλλά και οι δυνάμεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς, της οικολογίας, έχουμε χρέος να συνεργαστούμε. Να ορθώσουμε ένα δημοκρατικό ανάχωμα. Ήδη όλες οι χώρες που έχουν υποφέρει από βαριά μέτρα λιτότητας, όπως οι χώρες μας, βρίσκονται στην πρώτη γραμμή ενός σημαντικού αγώνα για την επούλωση των μεγάλων τραυμάτων που έφεραν αυτές οι πολιτικές.

Θέλω όμως, να κάνω μια ιδιαίτερη αναφορά στην Πορτογαλία. Στην Πορτογαλία, για πρώτη φορά μετά την «επανάσταση των γαρυφάλλων», στις 25 Απρίλη 1974 –και το λέω αυτό διότι, παρά του ότι βρισκόμαστε πολύ μακριά στον ευρωπαϊκό χάρτη, εντούτοις οι λαοί μας έχουν μια πορεία κοινών αγώνων, διότι η δικτατορία στην Πορτογαλία συνέπεσε με τη δικτατορία στην Ελλάδα, αλλά και η μεταπολίτευση στην Πορτογαλία συνέπεσε με την μεταπολίτευση στην Ελλάδα- όλες οι δυνάμεις της Αριστεράς, προχώρησαν στην ιστορική συμφωνία για τον σχηματισμό κυβέρνησης, της κυβέρνησης του αγαπητού μας φίλου Αντόνιο Κόστα.

Στην Ελλάδα, ο ελληνικός λαός προσδοκεί και παλεύει για την έξοδο της χώρας από την ύφεση και την κρίση, για την ανάπτυξη με κοινωνική δικαιοσύνη. Γι’ αυτό πριν από έναν και πλέον χρόνο εμπιστεύθηκε και επιφόρτισε την Αριστερά με αυτή τη βαριά ευθύνη και το βαρύ καθήκον. Θέλω, λοιπόν, να τονίσω ότι παρακολουθούμε με παρά πολύ στενό ενδιαφέρον τις προσπάθειές σας να ανασυγκροτήσετε τη χώρα σας από τις συνέπειες του μνημονίου. Προσπάθεια για την οποία, όχι μόνο έχετε τη θερμή συμπαράσταση και αλληλεγγύη μας, αλλά να είστε βέβαιοι ότι προσδοκούμε από αυτή την προσπάθεια, η δική σας επιτυχία να σημαίνει και δική μας επιτυχία. Η δίκη σας επιτυχία να ξεπεράσετε τις επιπτώσεις της λιτότητας και να οικοδομήσετε μια σταθερή ρεαλιστική εναλλακτική, ανοίγει τον δρόμο και στην Ελλάδα, για να μπορέσει να προχωρήσει στα ίδια μονοπάτια.

Η Ευρώπη -θέλω να πιστεύω- παρά τις δυσκολίες που έχει μπροστά της μπορεί να αλλάξει. Και αυτό θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από τη δυνατότητα των προοδευτικών δυνάμεων να αλλάξουν τους συσχετισμούς. Η Ελλάδα, βεβαίως βρίσκεται αυτή την περίοδο αντιμέτωπη με δύο παράλληλες κρίσεις: τόσο τις συνέπειες των πολυετών προγραμμάτων λιτότητας, όσο και τις συνέπειες της προσφυγικής κρίσης. Μια κρίση που έχει στο επίκεντρο την Ελλάδα, εξαιτίας του γεγονότος ότι αποτελεί την πρώτη χώρα υποδοχής για εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που θέλουν να διεκδικήσουν μια καλύτερη ζωή στην κεντρική Ευρώπη.

Και γι’ αυτό η παρουσία του Αντόνιο Κόστα, σήμερα εδώ, στην Ελλάδα, έχει έναν διπλό συμβολισμό: Υποδηλώνει την πεποίθησή μας να αγωνιστούμε για να αλλάξουμε την Ευρώπη και να ξεπεράσουμε τις θλιβερές συνέπειες της λιτότητας. Ταυτόχρονα, όμως, υποδηλώνει και την ανάγκη να δημιουργήσουμε ένα προοδευτικό μέτωπο για την αντιμετώπιση της προσφυγικής κρίσης.

Και θέλω, σε αυτό το σημείο, να ευχαριστήσω θερμά την πορτογαλική κυβέρνηση και προσωπικά τον Αντόνιο, γιατί παρά το γεγονός ότι η Πορτογαλία είναι πολύ μακριά από την κρίση, γεωγραφικά, παρά το γεγονός ότι είναι μια χώρα με σχετικά μικρό πληθυσμό στην Ευρώπη, εντούτοις ήταν η πρώτη κυβέρνηση που προθυμοποιήθηκε να πάρει έναν εξαιρετικά μεγάλο αριθμό προσφύγων για να μετεγκατασταθεί από την Ελλάδα στην Πορτογαλία, τη στιγμή που χώρες με πολλαπλάσιο πληθυσμό από αυτόν της Πορτογαλίας, τριπλάσιο και τετραπλάσιο, αρνούνται να πάρουν έστω και έναν πρόσφυγα. Η Πορτογαλία, δια στόματος του Αντόνιο, στη Σύνοδο Κορυφής κατέθεσε την προθυμοποίησή της, και σήμερα συζητάμε εδώ για τη δυνατότητα άμεσης μετεγκατάστασης ενός μεγάλου αριθμού προσφύγων από την Ελλάδα στην Πορτογαλία.

Και εδώ, κάποιος μπορεί να δει στην πράξη τη διαφορά ανάμεσα σε κυβερνήσεις που θέλουν πράγματι να εννοούν ότι πιστεύουν στις ιδρυτικές αξίες της Ευρώπης, στην αξία της αλληλεγγύης και της κοινωνικής συνοχής, απέναντι σε άλλες κυβερνήσεις που θεωρούν ότι οι αξίες και οι υποχρεώσεις στην Ευρώπη μπορεί να είναι à la carte. Βέβαια, ο Αντόνιο έρχεται στην Ελλάδα και σε μια περίοδο που βρισκόμαστε στο τέλος μιας δύσκολης εποχής και ελπίζουμε στην αρχή μιας καινούργιας εποχής, πιο αισιόδοξης.

Τούτες τις μέρες ολοκληρώνονται κρίσιμες διαβουλεύσεις και διαπραγματεύσεις που αφορούν την πρώτη αξιολόγηση, την πιο δύσκολη αξιολόγηση, μέρος της συμφωνίας της 12ης Ιουλίου, προκειμένου η Ελλάδα να επιστρέψει στην ανάπτυξη μέσα στο 2016 και να βγει επιτέλους από την κρίση.

Θέλω, λοιπόν, να τονίσω ότι όλα αυτά τα συζητήσαμε. Καταλήξαμε στην κοινή πεποίθηση ότι αυτό που κανείς δεν μπορεί να αφαιρέσει από μια κυρίαρχη και δημοκρατική χώρα, στο πλαίσιο της Ε.Ε, είναι τη δυνατότητα και το δικαίωμα να επιλέγει τα μέσα της πολιτικής για την επίτευξη των συμφωνημένων στόχων. Και αυτό δεν αποτελεί ιδεοληψία της ελληνικής κυβέρνησης, είναι προϋπόθεση δημοκρατίας και θεμέλιος λίθος της Ε.Ε. Σε αυτή την κοινή πεποίθηση θα συνεργαστούμε και σε αυτή την κοινή πεποίθηση θα στηρίξει ο ένας τον άλλον και θα προσπαθήσουμε να αναδείξουμε ότι η Ευρώπη, παρά τις δυσκολίες της, δεν μπορεί να απωλέσει μια από τις σημαντικότερες αξίες της, το σεβασμό στο κυριαρχικό δικαίωμα ενός λαού να επιλέγει κυβερνήσεις και αυτές μέσα στα συμφωνημένα πλαίσια, τον τρόπο με τον οποίο θα καταφέρουν να πετύχουν τους στόχους.

Η Δημοκρατία λοιπόν, είναι το τελευταίο αγαθό που οφείλουμε να υπερασπιστούμε με νύχια και με δόντια.

Κλείνοντας θέλω να τονίσω, ότι η Ευρώπη έχει βγει σοφότερη από αυτές τις κρίσεις. Ίσως έξι χρόνια πριν, να πιστεύαμε ότι δεν μπορεί μόνη της και έχει την ανάγκη τεχνοκρατών και συμβούλων που θα έρθουν να μας δείξουν το δρόμο, πόσω δε μάλλον ότι έχει πολλάκις επιβεβαιωθεί, ότι οι συμβουλές των συμβούλων έπεσαν έξω, δεν επιβεβαιώθηκαν.

Σήμερα, πρέπει να αποδείξουμε ότι μπορούμε μόνοι μας. Η Ευρώπη μπορεί από μόνη της να επιστρέψει τις κοινωνίες στο δρόμο της δικαιοσύνης και της ισότητας και τις οικονομίες της στα μονοπάτια της ανάπτυξης με κοινωνική συνοχή.

Αυτός, λοιπόν, είναι ένας κοινός αγώνας και πιστεύω ότι σε αυτόν τον αγώνα θα έχουμε τη δυνατότητα το επόμενο διάστημα, πέρα από την κοινή διακήρυξη, να υλοποιήσουμε και κοινούς σχεδιασμούς, κοινά προγράμματα για να ξαναφέρουμε στο προσκήνιο την ατζέντα της ανάπτυξης έναντι της ατζέντας της λιτότητας που όχι μόνο έφερε συμφορές, αλλά και μεγάλες αποτυχίες σε σχέση με τους επιδιωκόμενους στόχους.

Θέλω, λοιπόν, για άλλη μια φορά να ευχαριστήσω τον Αντόνιο για τη σημερινή του παρουσία και να τον διαβεβαιώσω ότι η Ελλάδα και η Πορτογαλία, παρά το γεγονός ότι βρίσκονται στα δύο διαμετρικά αντίθετα άκρα, το Νοτιοανατολικό και το Νοτιοδυτικό της Ευρώπης, μπορούν να αποτελούν τα στηρίγματα, τους πυλώνες ώστε να ξαναβρεί η Ευρώπη τις αξίες της και τον προσανατολισμό της.

ΑΝΤΟΝΙΟ ΚΟΣΤΑ: Καλησπέρα σας. Θα ήθελα αρχικά να ευχαριστήσω τον Πρωθυπουργό, Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος με προσκάλεσε σε αυτή τη συνάντηση και θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω όλη την ελληνική κυβέρνηση.

Στην Ελλάδα βρίσκονται οι δύο από τις σημαντικότερες κρίσεις που αυτή τη στιγμή έχουν χτυπήσει την Ευρώπη. Η προσφυγική κρίση η οποία από τη μια πλευρά υπογραμμίζει την ανάγκη να αναλάβει προληπτική δράση η Ευρώπη στην εξωτερική της πολιτική, έτσι ώστε να μπορέσει να προωθήσει την ειρήνη, τη δημοκρατία και την ανάπτυξη που αποτελούν βασικές συνθήκες, προκειμένου να μπορέσουμε να εξαλείψουμε από τη ρίζα της την προσφυγική κρίση. ΄Όταν υπάρχουν χώρες που είναι ειρηνικές, έχουν δημοκρατία, έχουν ανάπτυξη, αυτές οι χώρες επιτυγχάνουν να διατηρήσουν τον πληθυσμό τους και δεν υπάρχουν προσφυγικές κρίσεις.

Η Ευρώπη, επίσης, θα πρέπει να είναι πιο ισχυρή, όσον αφορά στον κοινό διαμοιρασμό των υποχρεώσεων ελέγχου των εξωτερικών συνόρων της. Φυσικά, τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης αποτελούν μέρος των εθνικών συνόρων καθενός εκ των κρατών – μελών και όλοι θα πρέπει να σεβαστούμε την κυριαρχία του κάθε κράτους – μέλους. Παρόλα αυτά, γνωρίζουμε ότι οι πιέσεις σε κάθε πλευρά των εξωτερικών μας συνόρων σχετίζονται επίσης από την ελκυστικότητα της Ευρώπης και από το γεγονός ότι υπάρχουν πολλές χώρες οι οποίες δεν μοιράζονται τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης.

Παράλληλα, κατανοούμε ότι μεταξύ των βασικών αρχών της Ευρώπης είναι η αλληλεγγύη και για αυτό το λόγο η Ελλάδα και άλλες χώρες της Ευρώπης αντιμετωπίζουν μια πολύ σημαντική κρίση, η οποία δεν θα πρέπει να θεωρείται πρόβλημα μόνο της Ελλάδας ή πρόβλημα μιας άλλης χώρας. Είναι πρόβλημα για όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση και συνεπώς και για την Πορτογαλία.

Δεν έχουμε την προσφυγική ροή που έχει η Ελλάδα φυσικά, αλλά κάθε πρόσφυγας που φθάνει στην Ελλάδα είναι ένας πρόσφυγας που φθάνει στην Ευρώπη και συνεπώς ένας πρόσφυγας, ο οποίος, κατά τη δική μας άποψη, φθάνει και στην Πορτογαλία. Για αυτό το λόγο, από την πρώτη στιγμή δείξαμε την προθυμία μας και τη διάθεσή μας από την πλευρά της Πορτογαλίας να συνεργαστούμε ενεργά είτε μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης είτε διμερώς με την Ελλάδα, ώστε να αντιμετωπίσουμε αυτό το πρόβλημα.

Συμμετέχει, λοιπόν, το Πορτογαλικό Ναυτικό στην αποστολή του ΝΑΤΟ στο Αιγαίο. Έχουμε ένα σύνολο αξιωματούχων και αξιωματικών, οι οποίοι προέρχονται από την Εθνική Φρουρά ή από τους συνοριοφύλακες που συμμετέχουν στο κοινό σύστημα ασύλου και στη FRONTEX. Και επίσης από την πρώτη στιγμή δείξαμε τη διαθεσιμότητά μας, ώστε πέρα από τον αριθμό των προσφύγων, τον οποίο έχουν αποδεχθεί να λάβουν τα κράτη – μέλη στο πλαίσιο της μετεγκατάστασης, εμείς σε διμερή βάση με την Ελληνική Δημοκρατία θα αποδεχθούμε τη μετεγκατάσταση προσφύγων, οι οποίοι θέλουν να βρουν μια νέα ευκαιρία να ξανακτίσουν τη ζωή τους στην Πορτογαλία.

Για ακόμη μια φορά είχαμε σήμερα την ευκαιρία να συνεργαστούμε με την ελληνική κυβέρνηση, έτσι ώστε να βρούμε τρόπους να αντιμετωπίσουμε γραφειοκρατικές δυσκολίες και με αλληλέγγυο τρόπο μπορούμε όλοι να αντιμετωπίσουμε αυτή την ανάγκη. Δηλαδή, η Ευρώπη να μπορέσει να σταθεί στο ύψος των υποχρεώσεών της και να διασφαλίσει τη διαχείριση της κρίσης, χωρίς να υπάρχει μεγαλύτερο βάρος πάνω σε μια συγκεκριμένη χώρα, η οποία, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, βρίσκεται πιο κοντά στην πηγή της σύγκρουσης. Εμείς βρισκόμαστε πιο μακριά, αλλά θέλουμε να είμαστε κοντά στην ελληνική κυβέρνηση, όσον αφορά στη λύση αυτού του προβλήματος.

Αυτή η κρίση, η προσφυγική κρίση, συνδυάζεται με μια κρίση της Ευρωζώνης. Η Πορτογαλία, ευτυχώς, ήδη ολοκλήρωσε το Πρόγραμμα Προσαρμογής της. ΄Όμως, δεν παραγνωρίζουμε ότι η κρίση της Ευρωζώνης δεν ξεκίνησε το 2010 ούτε τελειώνει με το τέλος του Προγράμματος Προσαρμογής.

Υπάρχει δομικό πρόβλημα στην Ευρωζώνη, το οποίο θα πρέπει να επιλυθεί. Αυτό το δομικό πρόβλημα έχει να κάνει με τις ασυμμετρίες μεταξύ των διαφορετικών οικονομιών και δεν θα έχουμε διαρκή σταθερότητα στην Ευρωζώνη, αν δεν μπορέσουμε να μειώσουμε τις ασυμμετρίες μεταξύ των οικονομιών μας. Για αυτό το λόγο είναι απαραίτητο να δώσουμε μια νέα ώθηση στη σύγκλιση μεταξύ των οικονομιών μας και των πιο αναπτυγμένων οικονομιών της Ευρωζώνης.

Η Πορτογαλία και η Ελλάδα έχουν κοινό δρόμο, κοινή διαδρομή σε μεγάλο μέρος του 20ου αιώνα. Είχαμε μεγάλες δικτατορίες και στις δύο χώρες. Και οι δύο βρήκαμε στην ΕΕ μια πόρτα για να σταθεροποιήσουμε τα δημοκρατικά μας καθεστώτα. Και οι δύο έχουμε έναν πρώτο δρόμο οικονομικής σύγκλισης στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Στην περίπτωση της Πορτογαλίας, πριν από 15 χρόνια, διακόπηκε αυτή η διαδικασία της ανάπτυξης και είχαμε μια έντονη κατάσταση οικονομικής κρίσης.

Πρέπει, λοιπόν, να γυρίσουμε σελίδα. Οι πολιτικές λιτότητας δεν δίνουν λύση, γιατί δεν έδωσαν αποτελέσματα σε καμία από τις χώρες όπου εφαρμόστηκαν και θεωρούμε ότι πρόκειται για ένα δομικό ζήτημα. Θα πρέπει να θέσουμε στόχους ανάπτυξης, καταπολέμησης της φτώχειας, δημιουργίας θέσεων εργασίας και κυρίως να δώσουμε μεγαλύτερη ανταγωνιστικότητα στην οικονομία μας και στις επιχειρήσεις και συνεπώς να ξαναπάρουμε έναν δρόμο σύγκλισης με την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Σε αυτό το πλαίσιο η Πορτογαλία και η Ελλάδα μπορούν και πρέπει να συνεργαστούν. Αυτό δεν θα πρέπει να το κάνουν σε μια λογική σύγκρουσης με την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά με μια εποικοδομητική λογική, ώστε να δημιουργηθούν συμμαχίες, επιδιώκοντας να ευαισθητοποιήσουμε τον κόσμο σε σχέση με την άποψή μας. Η άποψή μας που είναι διαφορετική από άλλες χώρες, οι οποίες έχουν διαφορετική οικονομική κατάσταση και με βάση ένα κοινό όραμα σε σχέση με το μέλλον της Ευρωζώνης, γιατί μόνον έτσι μπορούμε να έχουμε κάτι παραπάνω από ένα κοινό νόμισμα. Μπορούμε να έχουμε μια Ευρώπη, την οποία μοιραζόμαστε όλοι εμείς.

Όπως είπε ο Πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο κ. Τσίπρας, σήμερα, ο συνδυασμός αυτών των κρίσεων έχει οδηγήσει στον λαϊκισμό, στον ριζοσπαστισμό και την άκρα δεξιά. Συνεπώς, έχει ωφελήσει εκείνους που εκπροσωπούν αρχές, οι οποίες βρίσκονται ενάντια στις θεμελιώδεις ιδέες της Ευρώπης. Αυτές οι αξίες, οι αξίες της αξιοπρέπειας, της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της ειρήνης είναι το καλύτερο που έχει κάνει η Ευρώπη. Η υπεράσπιση της Ευρώπης σήμερα είναι η ενίσχυση της δημοκρατικής της βάσης και σημαίνει μια αναδόμηση της σχέσης μεταξύ των Ευρωπαίων και του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Και αυτό δεν γίνεται με τη λιτότητα, αλλά με τη σύγκλιση, η οποία ενισχύει ένα κοινό αίσθημα μεταξύ όλων μας.

Για αυτό είμαστε, λοιπόν, εδώ. Έχουμε τη θέληση να συνεργαστούμε με τους 26 εταίρους μας στην ΕΕ, για να έχουμε μια Ευρωπαϊκή Ένωση με μεγαλύτερη αλληλεγγύη, με ανάπτυξη στην οικονομία της και να έχουμε δημιουργία θέσεων εργασίας, έτσι ώστε οι Ευρωπαίοι να ξαναπιστέψουν στο ευρωπαϊκό εγχείρημα.

Ευχαριστώ, για μια ακόμη φορά, Αλέξη, για την πρόσκληση και την ευκαιρία να δουλέψουμε μαζί.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Όταν εξελέγη ο κ. Τσίπρας ως Πρωθυπουργός, είπε για αυτή τη νίκη, ότι πρόκειται για ένα σημάδι μιας αλλαγής πορείας, την οποία θα πρέπει να ακολουθήσει η Ευρώπη. Όσο περνάει ο καιρός, βλέπουμε ότι ο κ. Τσίπρας λέει ότι αυτό που συμβαίνει στην Πορτογαλία και το γεγονός ότι εμείς έχουμε τώρα μια αριστερή κυβέρνηση, ανοίγει μια ελπίδα για την Ελλάδα. Θα ήθελα, λοιπόν, να ρωτήσω: Περισσότερο καιρό η Ελλάδα παλεύει για να αντιμετωπίσει τη λιτότητα. Αυτό τι σημαίνει; Μήπως ότι δεν έχει επιτύχει; Μήπως, επίσης, υπάρχει και μια πολιτική αλλαγή μεταξύ των δύο χωρών, τώρα που έχει αλλάξει η πορτογαλική κυβέρνηση; Η Πορτογαλία θα αποτελέσει σύμμαχο στις κινήσεις που έχει να κάνει η Ελλάδα στο άμεσο μέλλον;

ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ: Πράγματι, για εμάς, οι συσχετισμοί στο ευρωπαϊκό πεδίο είναι ένα πολύ κρίσιμο ζήτημα. Είπατε ότι η Ελλάδα περισσότερο καιρό παλεύει για να βγει από την κρίση και για να καταργήσει, να αποτρέψει, να αναχαιτίσει μάλλον – αυτή είναι η σωστή έκφραση – τις πολιτικές της λιτότητας.

 Ωστόσο, πρέπει όλοι να παραδεχθούμε ότι στην Ελλάδα από το 2010 έως το 2015 συντελέστηκε περισσότερη καταστροφή από ότι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα της Ευρώπης, διότι η Ελλάδα ήταν αυτή που εξαιτίας των πολιτικών που ακολουθήθηκαν τα 5 αυτά χρόνια, απώλεσε το 25%, το ¼ του εθνικού της πλούτου, μέσα σε 4,5 μόλις χρόνια.

Η Ελλάδα ήταν αυτή που είδε την ανεργία της να εκτοξεύεται από το 7% στο 27%. Και η Ελλάδα ήταν αυτή που αυτά τα 4,5 χρόνια είδε να εφαρμόζονται μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής συνολικού ύψους 63 δις ευρώ. Αυτό δεν έγινε πουθενά αλλού στην Ευρώπη.

Άρα, λοιπόν, έχοντας υποστεί τη μεγαλύτερη καταστροφή, χρειάζεται και ο μεγαλύτερος χρόνος, μεγαλύτερη πίστωση χρόνου, για να μπορέσουμε να ξαναβρεθούμε σε μια κατάσταση κανονικότητας, να μπορέσουμε να ισορροπήσουμε δημοσιονομικά, αλλά και να ξανακερδίσουμε την εμπιστοσύνη των επενδυτών, των αγορών, είμαστε αναγκασμένοι να την διεκδικούμε αυτή. Όμως, την διεκδικούμε με μια εναλλακτική στρατηγική από τη στρατηγική της συσσώρευσης χρέους και λιτότητας πάνω σε ένα βουνό χρέους και σε ένα βουνό λιτότητας.

Θέλω, λοιπόν, να πω ότι για εμάς έχει ιδιαίτερη σημασία να γνωρίζουμε ότι αυτόν τον αγώνα, τον δίκαιο αγώνα, δεν τον διεξάγουμε μόνοι, αλλά έχουμε μια σειρά από κυβερνήσεις, συμμάχους και να γνωρίζουμε ότι έχουμε και κυβερνήσεις που δίνουν έναν ταυτόσημο αγώνα σε διαφορετικές συνθήκες, αλλά έναν αγώνα να υπερβούν, να αναχαιτίσουν τη λογική της λιτότητας και να δημιουργήσουν την προοπτική αξιόπιστης εναλλακτικής πολιτικής που θα επιτρέψει στη θέση των προγραμμάτων λιτότητας να βάλουμε προγράμματα που θα έχουν στο επίκεντρο την ανάπτυξη με κοινωνικό πρόσημο.

Και νομίζω ότι αυτό είναι το μήνυμα – αν θέλετε – της σημερινής Κοινής Διακήρυξης που υπογράψαμε: Ότι η Ευρώπη έχει φθάσει σε ένα αδιέξοδο και ότι είναι αναγκαίο να αναθεωρήσει πολιτικές που κρίθηκαν αναποτελεσματικές και να ξαναγυρίσει στις ιδρυτικές της αξίες.

Και νομίζω, επίσης, ότι κοινό μας μέλημα το επόμενο διάστημα είναι να σχεδιάσουμε αυτές τις εναλλακτικές πολιτικές και να αποδείξουμε εφαρμόζοντάς τες, ότι είναι πολύ πιο αποτελεσματικές από αυτές τις κυρίαρχες που ακολούθησε η Ευρώπη ως μοντέλο, κυρίως, για τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου όλα τα προηγούμενα χρόνια.

ΑΝΤΟΝΙΟ ΚΟΣΤΑ: Η κρίση της Ευρωζώνης είχε διαφορετικά αποτελέσματα για τις διαφορετικές χώρες, αλλά είναι μια κοινή κρίση. Η Ευρώπη έχει μάθει πολλά από το 2010 μέχρι σήμερα. Σήμερα είναι καλύτερα προετοιμασμένη από ότι πριν από 6 χρόνια, όταν δεν είχε αντιμετωπίσει αυτή την κρίση και αν σήμερα είχαμε αυτά που γίνονταν το 2010, δεν θα είχαμε τα ίδια αποτελέσματα. Θα πρέπει να συνεχίσουμε να μαθαίνουμε και θα πρέπει να ολοκληρώσουμε τη δουλειά που έχει ήδη ξεκινήσει. Να ολοκληρώσουμε μια εγγύηση στον οικονομικό τομέα. Έχουμε κοινούς στόχους από την πλευρά της μείωσης του χρέους, αλλά μας λείπουν κοινοί θεσμοί, κοινά και αποτελεσματικά όργανα, τα οποία μπορούν να επιτρέψουν την οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας.

Αυτό δεν είναι πρόβλημα της Πορτογαλίας, δεν είναι πρόβλημα της Ελλάδας. Είναι ένα πρόβλημα όλων των χωρών της Ευρωζώνης και για αυτό το λόγο θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τα μαθήματα που έχουμε λάβει και δεν θα πρέπει να παραμείνουμε στο παρελθόν.

Θέλω να τονίσω ότι όλοι έχουμε ωφεληθεί πολύ από τη νέα δράση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δράση που δεν υπήρχε το 2010. Και χάρη σε αυτό υπήρξε μια μείωση των επιτοκίων σε όλη την Ευρωζώνη, σε κάποιες χώρες περισσότερο από ότι σε άλλες, αλλά θα πρέπει να τονίσουμε ότι αυτή η μείωση δεν σημαίνει ότι το δομικό πρόβλημα της ασυμμετρίας μεταξύ των οικονομιών έχει ξεπεραστεί και ότι δεν χρειαζόμαστε περισσότερη οικονομική σύγκλιση.

Αν σκεφτούμε ότι είναι άρρωστο το ευρώ και πήρε μια ασπιρίνη και έπεσε ο πυρετός και εξαφανίστηκε η ασθένεια, αυτό δεν είναι σωστό. Πήραμε μια ασπιρίνη, αλλά η ασθένεια παραμένει εκεί. Και η ασθένεια είναι ότι υπάρχει ασυμμετρία ανάμεσα στις οικονομίες μας και πρέπει να ενισχύσουμε περισσότερο την οικονομική σύγκλιση μεταξύ των χωρών.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ:Η ερώτησή μου απευθύνεται και στους δύο Πρωθυπουργούς. Η Πορτογαλία είναι μια από τις χώρες που βγήκαν από το μνημόνιο και ήθελα να ρωτήσω αν πιστεύετε πως το γεγονός ότι η Ελλάδα δεν τα έχει καταφέρει τα τελευταία 6 χρόνια, οφείλεται στο γεγονός ότι δεν έχει αναλάβει την κυριότητα του προγράμματός της, όπως δήλωσε σήμερα η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ.

Και κάτι επιπλέον για τον Έλληνα Πρωθυπουργό: Επειδή, κύριε Τσίπρα, μιλήσατε για τη διαπραγμάτευση που είναι σε εξέλιξη για την πρώτη αξιολόγηση, αν βλέπετε από την πορεία αυτής της διαπραγμάτευσης να οδεύουμε σε μια τμηματική αξιολόγηση, δηλαδή, μέτρων και κάποια εκταμίευση της δόσης και αν βλέπετε να πηγαίνει πίσω η συζήτηση για το χρέος.

ΑΝΤΟΝΙΟ ΚΟΣΤΑ: Η Πορτογαλία ολοκλήρωσε το Πρόγραμμα Προσαρμογής και συνεπώς αναφέρθηκε από την Ευρώπη ως ένα παράδειγμα χώρας, η οποία συμμορφώθηκε με το Πρόγραμμα Προσαρμογής. Εμείς χαιρόμαστε για αυτή την αναγνώριση από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά δεν παραγνωρίζουμε ότι αυτή η προσαρμογή, παρόλα αυτά, οδήγησε σε αύξηση του χρέους 97% του ΑΕΠ μας στο 130%, ότι έχουμε πάρα πολύ υψηλή ανεργία, η οποία αυξήθηκε σημαντικά τα τελευταία χρόνια. Και έχουμε παράλληλα αύξηση της φτώχειας στην Πορτογαλία, ενώ ταυτόχρονα αυξήθηκε και η πρόωρη εγκατάλειψη του σχολείου και έχει υπάρξει μια γενική φτωχοποίηση της κοινωνίας στην Πορτογαλία. Αυτό σημαίνει ότι η συμμόρφωση με το Πρόγραμμα Προσαρμογής δεν μπόρεσε να αντιμετωπίσει τα δομικά προβλήματα τα οποία θα πρέπει να επιλυθούν. Και για αυτό το λόγο αυτή τη στιγμή εκπονούμε ένα εθνικό πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων, το οποίο στο τέλος του μήνα θα παρουσιάσουμε στην ΕΕ και το οποίο έχει ως στόχο να επιλύσει τα δομικά προβλήματα τα οποία θα επηρεάσουν την ανάπτυξη της οικονομίας της Πορτογαλίας. Αυτά έχουν να κάνουν με τις επενδύσεις, με τις επιχειρήσεις, με την αξιοποίηση του εδάφους μας, με τη δημόσια διοίκηση. Έχουν, επίσης, να κάνουν με την καταπολέμηση της φτώχειας και την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Έχουμε μια πολύ σκληρή δουλειά μπροστά μας και για αυτό το λόγο δεν αρκεί μόνο να ολοκληρώσει κανείς τα προγράμματα προσαρμογής, έτσι ώστε να λυθούν τα προβλήματα. Γιατί οι πολιτικές αυτές δεν επιλύουν τα δομικά προβλήματα των χωρών. Βλέπουμε, βέβαια, ότι κάθε χώρα έχει διαφορετικά δομικά προβλήματα και σας μιλάω για τα προβλήματα της δικής μου χώρας.

ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ: Καταρχάς, στο πρώτο σκέλος του ερωτήματός σας νομίζω ότι απάντησα στην προηγούμενη τοποθέτησή μου. Στην Ελλάδα εφαρμόστηκαν λάθος πολιτικές. Και είναι παράδοξο από τη μια μεριά να αναγνωρίζουν αυτοί που επέμεναν στην εφαρμογή τους ότι ήταν λάθος οι πολιτικές – σας θυμίζω την περίφημη παραδοχή του λάθους στους πολλαπλασιαστές της ύφεσης, την επίσημη παραδοχή του ΔΝΤ – και την ίδια στιγμή που παραδέχονται το λάθος να επιμένουν στην εφαρμογή του λάθους και να λένε ότι αυτό που φταίει δεν είναι ότι εμείς κάνουμε το λάθος και επιμένουμε ότι πρέπει να το εφαρμόσετε, αλλά ότι εσείς δεν το εφαρμόζετε με ευχαρίστηση. Ενδιαφέρον είναι αυτό ως άποψη, αλλά νομίζω ότι κάποια στιγμή πρέπει να σοβαρευτούμε. Και πρέπει να σοβαρευτούμε, γιατί εδώ δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με αριθμούς, αλλά έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους, με τη ζωή εκατομμυρίων ανθρώπων που έχει πάρει μια πορεία εξαιρετικά δυσάρεστη τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, αλλά έχουμε να κάνουμε στο τέλος της ημέρας και με την ίδια την προοπτική της Ευρώπης. Διότι, για έναν τεχνοκράτη υπάλληλο, ο οποίος συμμετέχει σε κάποια προγράμματα, μπορεί να αποτελεί θέμα επιβεβαίωσης των εμμονών του και της καριέρας του, του αν θα αποτύχει και το τρίτο πρόγραμμα, όπως απέτυχαν και τα δύο πρώτα με δική του ευθύνη, αλλά για την Ευρώπη που βρίσκεται μπροστά σε τρεις παράλληλες κρίσεις (κρίση οικονομική, κρίση ασφάλειας, κρίση προσφυγική, πρωτοφανείς κρίσεις για τα δεδομένα της Ευρώπης) και λίγο πριν από ένα κρίσιμο δημοψήφισμα, νομίζω ότι αυτό που προέχει είναι η σταθερότητα, είναι η ανάκαμψη, είναι η κοινή προοπτική των λαών της. Άρα, λοιπόν, πρέπει κάποια στιγμή να σοβαρευτούμε και πρέπει κάποια στιγμή να καταλάβουμε ότι το πρόβλημα δεν είναι ότι δεν εφαρμόζουμε τους κανόνες, αλλά ότι οι κανόνες δεν είναι αποτελεσματικοί. Και όταν οι κανόνες δεν είναι αποτελεσματικοί, μάλλον πρέπει να προσπαθήσεις, όχι να τους ανατρέψεις, αλλά να τους διορθώσεις. Αυτή, νομίζω, είναι η πιο σωστή επιλογή που πρέπει συλλογικά να κάνουμε ως Ευρώπη για να βγούμε από την κρίση.

Τώρα, σε ό,τι αφορά το σκέλος της ερώτησής σας, που αφορά την τρέχουσα διαπραγμάτευση, κοιτάξτε, εμείς καταλήξαμε σε έναν δύσκολο συμβιβασμό τον Ιούλιο του 2015. Αλλά υπάρχει μια συμφωνία, την οποία εμείς τηρούμε απαρέγκλιτα και δεν ζητάμε τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο, να την τηρήσουν οι δανειστές μας. Αυτή η συμφωνία, νομίζω, είναι πάρα πολύ σαφής: Λέει ότι αμέσως μετά την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα ανοίξει η συζήτηση για το χρέος και δεν θέτει ούτε όρους ούτε προϋποθέσεις για να ανοίξει αυτή η συζήτηση. Και προφανώς μια συμφωνία έχει σαφήνεια ως προς τους στόχους. Και όταν στο ενδιάμεσο δεν έχει επιδεινωθεί, αλλά έχει καλυτερεύσει σε όλα τα επίπεδα η πορεία της οικονομίας (θυμίζω, για παράδειγμα, ότι μόλις τον Οκτώβριο το ΔΝΤ προέβλεπε στην Ελλάδα ύφεση για το 2015 μείον 2,3%, αλλά τελικά το αποτέλεσμα ήταν σχεδόν στασιμότητα, απειροελάχιστη ύφεση της τάξης του -0,2%. Προέβλεπε έλλειμμα πρωτογενές 0,6% και η πραγματικότητα είναι ότι έχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, παρά τις δυσκολίες που περάσαμε, 0,2% έως 0,5%. Θα έχουμε και τις επίσημες ανακοινώσεις της Eurostat μέσα στον Απρίλιο. Άρα, λοιπόν, εφόσον δεν έχουν προκύψει δεδομένα που δυσχεραίνουν την οικονομική κατάσταση της χώρας, αυτό που αναμένεται ως απολύτως λογικό είναι είτε να καλυτερεύσουν οι προβλέψεις για τα απαιτούμενα μέτρα είτε στη χειρότερη δυνατή εκδοχή να μείνουμε σε αυτά. Δεν ζητάμε, λοιπόν, τίποτα λιγότερο, αλλά και τίποτα περισσότερο από το να εφαρμοστούν όλα όσα συμφωνήσαμε.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Έχω μια ερώτηση και για τους δύο Πρωθυπουργούς. Πιστεύετε σε μια διατήρηση των δύο χωρών, στο πλαίσιο μιας αναδιαπραγμάτευσης του χρέους και για τις δύο χώρες, σε μεσοπρόθεσμη βάση;

Και μια ερώτηση για τον πρωθυπουργό της Πορτογαλίας: Πως βλέπετε την κατάσταση του PPE, της Κεντρικής Τράπεζας, για την Ελλάδα;

ΑΝΤΟΝΙΟ ΚΟΣΤΑ: Να ξεκινήσω αρχικά για το θέμα της Πορτογαλίας που αναφέρατε και να πω το εξής: Βλέπω με μεγάλη ικανοποίηση και ευχαρίστηση ότι έχουν μπορέσει οι μέτοχοι του PPE, να βρουν μια λύση, με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγαλύτερη οικονομική σταθερότητα. Και αυτό σημαίνει ότι υπάρχει μεγάλη εμπιστοσύνη στην οικονομία της Πορτογαλίας από τους ξένους επενδυτές, δεδομένου ότι υπήρξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την ενίσχυση των επενδύσεων στη χώρα μας, κάτι που αποτελεί σημάδι εμπιστοσύνης στην πορτογαλική οικονομία και επιτρέπει να χαιρόμαστε, να είμαστε ικανοποιημένοι για αυτές τις εξελίξεις. Και θα ήθελα να σας πω ότι και οι δύο αυτές τράπεζες είναι πάρα πολύ σημαντικές και η Caixa Bank και η BPI για την ενίσχυση της οικονομίας μας.

Τώρα, όσον αφορά την Ευρωζώνη: Εμείς θέλουμε να συνεχίσουμε να αποτελούμε μέρος της Ευρωζώνης. Είμαστε μέρος αυτής, και θα είμαστε και στο μέλλον. Ποτέ δεν έθεσε στο τραπέζι η Πορτογαλία το ζήτημα της αναδιάρθρωσης του χρέους και αυτό που λέμε, είναι η ανάγκη να έχουμε μια νέα ισορροπία μεταξύ των πόρων που κατανέμονται για την εξυπηρέτηση του χρέους και των πόρων που κατανέμονται σε σημαντικές επενδύσεις για την οικονομική ανάπτυξη, για τη δημιουργία θέσεων εργασίας και για την ενίσχυση της σύγκλισης στην Ε.Ε. Συνεπώς έχουμε αρχίσει να εργαζόμαστε προς αυτή την κατεύθυνση, έχουμε μια ειδική ομάδα η οποία εργάζεται όσον αφορά στην ενίσχυση των επενδύσεων και περιμένουμε να καταθέσουμε τις προτάσεις μας σε ένα πλαίσιο εποικοδομητικό, στο πλαίσιο της Ε.Ε. με βάση τις διαδικασίες που συνήθως ακολουθούνται. 

ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ: Δεν υπάρχει αμφιβολία, τόνισα και πιο πριν ότι οι δύο χώρες έχουν πολύ σημαντικές ομοιότητες αλλά και διαφορές. Πρώτη και σημαντικότερη διαφορά είναι ότι εμείς έχουμε ένα χρέος, που έχει φτάσει μετά από τη λάθος συνταγή που εφαρμόστηκε για την Ελλάδα, στο 180% του ΑΕΠ. Η Πορτογαλία έχει ένα χρέος που είναι περίπου όπου ήταν το χρέος της Ελλάδας, πριν ξεκινήσει να εφαρμόζεται η λάθος συνταγή. Άρα, εδώ, είναι προφανές ότι δεν βρισκόμαστε στα ίδια επίπεδα. Επίσης, όμως, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όταν επί της αρχής η Ευρώπη για μια περίπτωση αντιμετωπίζει ένα πλαίσιο, ένα μοντέλο λύσης, σημαίνει ότι είναι έτοιμη να δεχθεί να συζητήσει και για άλλες χώρες παρόμοια μοντέλα.

Θέλω, λοιπόν, να τονίσω, να επισημάνω, ότι το ζήτημα του χρέους και της ελάφρυνσης του χρέους, της δημιουργίας – με δύο λόγια- ενός δημοσιονομικού περιθωρίου, που έχει να κάνει με τη δυνατότητα των χωρών να δίνουν περισσότερα για την πραγματική οικονομία και την ανάπτυξη και λιγότερα για την αποπληρωμή δυσβάσταχτων χρεών, αυτό επί της αρχής είναι ένα κοινό θέμα. Που απασχολεί, φαντάζομαι, με τον ίδιο τρόπο, όχι μόνο χώρες που έχουν ένα χρέος που είναι κατά κοινή ομολογία μη βιώσιμο, αλλά και άλλες χώρες που έχουν ένα χρέος που είναι στα όρια της βιωσιμότητας. Ως εκ τούτου, λοιπόν, νομίζω ότι έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον η έναρξη αυτής της συζήτησης, που η συμφωνία που καταφέραμε τον Ιούλη με μεγάλη σαφήνεια προβλέπει: Ότι αμέσως μετά την πρώτη αξιολόγηση, θα ξεκινήσει η συζήτηση για το χρέος. Και όταν κάτι ξεκινάει καταλήγει και κάπου.

Το πρόβλημα είναι ότι στην υπόθεση της Ελλάδας, η Ευρώπη διαρκώς, στο ζήτημα του χρέους, κάνει αναβολή της έναρξης της συζήτησης. Για πρώτη φορά όμως αυτό υπάρχει στη συμφωνία με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι θα κλείσει η πρώτη αξιολόγηση. Ενδεχομένως κάποιοι που δεν θέλουν ποτέ να ξεκινήσει αυτή η συζήτηση, να βάζουν εμπόδια για να μην κλείσει ποτέ η αξιολόγηση. Αλλά, νομίζω ότι πλέον έχουν κατανοήσει και οι τελευταίοι δύσπιστοι ότι το ζήτημα αυτό δεν αφορά την Ελλάδα πια, αφορά το σύνολο και την προοπτική της Ευρώπης.

Σε ό,τι, δε, αφορά τη δυνατότητα η Ευρώπη να ενισχύσει τους δικούς της μηχανισμούς – και αναφέρομαι ειδικότερα και στο μηχανισμό χρηματοπιστωτικής  σταθερότητας, τον ESM, και άλλους μηχανισμούς παρακολούθησης- νομίζω ότι αυτό είναι κάτι το οποίο βγαίνει ως αποστάλαγμα μιας συσσωρευμένης εμπειρίας από τη διαχείριση μιας, πράγματι, πρωτοφανούς κρίσης. Αν το 2010 γνωρίζαμε τι συνέβη όλα αυτά τα χρόνια, είναι βέβαιο ότι θα ήμασταν σοφότεροι. Ας αξιοποιήσουμε έστω και τώρα αυτή τη συσσωρευμένη γνώση, για να πάρουμε σοφές και ορθολογικές αποφάσεις. Και είμαι βέβαιος ότι, περισσότερο από ποτέ, είμαστε πολύ κοντύτερα στο να πάρουμε τις ορθές αποφάσεις, αυτή τη φορά, για την αυτονομία και την προοπτική της Ευρώπης.

ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ: Για τον Πορτογάλο Πρωθυπουργό. Είχατε πει πέρυσι τον Οκτώβριο ότι η Ευρώπη δεν έχει κανένα λόγο να είναι ανήσυχη γιατί το κόμμα σας δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ. Πιστεύετε ότι έχει κάποιο λόγο η Ευρώπη τώρα να είναι ανήσυχη λόγω του ΣΥΡΙΖΑ; Και επίσης για το πρόγραμμα μετεγκατάστασης, για τους επιπλέον ανθρώπους που πρόκειται να πάρετε, έχετε στόχο να θέσετε οποιαδήποτε κριτήρια;

Και για τον Έλληνα Πρωθυπουργό. Ήθελα ένα σχόλιο για τα χθεσινά επεισόδια στην Ειδομένη και για τον τρόπο που χειρίστηκαν το θέμα οι ελληνικές αρχές και οι αρχές των Σκοπίων.

ΑΝΤΟΝΙΟ ΚΟΣΤΑ: Αυτό που είναι σημαντικό στην Ευρώπη, όπως είπα προηγουμένως, είναι να σεβαστούμε τη Δημοκρατία, που είναι μία από τις βασικές αρχές της Ευρώπης. Η Ευρώπη έχει να κάνει με τη δυνατότητα κάθε χώρας να επιλέγει την κυβέρνηση που επιθυμεί. Κι αυτό που πρέπει να κάνουν οι κυβερνήσεις είναι να συνεργαστούν, όπως κάνουμε και εμείς τώρα, δηλαδή συνεργαζόμαστε. Όπως είπε και ο Πρωθυπουργός, ο κ. Τσίπρας, είναι πολύ σημαντικό όλες οι κυβερνήσεις – προοδευτικές κυβερνήσεις, όπως οι Σοσιαλδημοκράτες, οι Σοσιαλιστές ή άλλης κατεύθυνσης – να μπορέσουν να συνεργαστούν και να μπορέσουν μαζί να χτίσουν το μέλλον, έτσι ώστε να αντιμετωπίσουν τις ευρωπαϊκές πολιτικές, οι οποίες να μην έχουν τόσο βάση την οικονομία, όσο άλλες λύσεις που σχετίζονται με τον άνθρωπο, δηλαδή λιγότερο νεοφιλελεύθερες πολιτικές. Έχω ήδη συμμετάσχει σε τέτοιες ομάδες – το ίδιο έχει κάνει και ο κ. Τσίπρας – έχουμε συνεργαστεί και είναι σημαντικό να συνεχίσουμε να το κάνουμε. Ωστόσο, εγώ δεν βλέπω ότι στην Ευρώπη – δεν έχω την ιδέα ότι στην Ευρώπη υπάρχει μία σύγκρουση μεταξύ διαφορετικών πολιτικών ιδεών. Η Ευρώπη είναι ένα σύνολο λαών, ένα σύνολο χωρών, όπου οι λαοί μπορούν να κάνουν τις επιλογές τους, μπορούν να συνυπάρξουν με κοινούς κανόνες αλλά χωρίς να αποκλείουμε την πιθανότητα να υπάρχουν εναλλακτικές, σε σχέση με αυτούς τους κοινούς κανόνες. Καταφέραμε, λοιπόν, να δείξουμε για παράδειγμα στην Πορτογαλία ότι μέσα στο πλαίσιο των κανόνων της Ευρωζώνης είναι δυνατόν οι Πορτογάλοι να αλλάξουν την κυβέρνηση και η κυβέρνηση να αλλάξει τις πολιτικές. Ξέρουμε ότι υπάρχουν κανόνες και δημοσιονομικοί στόχοι και προσπαθούμε να τους επιτύχουμε, ακολουθώντας όμως διαφορετικές πολιτικές από αυτές που ακολουθούσε η προηγούμενη κυβέρνηση. Οι Πορτογάλοι λοιπόν, μπορούν να επιλέξουν στις επόμενες εκλογές κάτι διαφορετικό. Αυτό που είναι σημαντικό, όμως, είναι στην Ευρώπη να μην υπάρχει αμφιβολία ότι παρά το γεγονός ότι έχουμε κοινούς κανόνες, κάτι που είναι πολύ σημαντικό για να ζούμε όλοι μαζί – έτσι συμβαίνει σε όλες τις κοινωνικές εκφράσεις, το ίδιο και στην οικογένεια – αλλά θα πρέπει να υπάρχει ο χώρος, έτσι ώστε ο καθένας να επιλέγει την πορεία του και να βρίσκει τις εναλλακτικές του. Για πολλά χρόνια η νεοφιλελεύθερη δεξιά ήθελε να επιβάλει μία και μοναδική σκέψη στην Ευρώπη και την ιδέα ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές. Αυτό που απέδειξαν οι λαοί της Ευρώπης είναι ότι υπάρχουν εναλλακτικές – το έδειξε στην Ελλάδα, το έδειξε στην Πορτογαλία και σε αρκετές άλλες χώρες – και είναι πολύ σημαντικό αυτό. Είναι σημαντικό να έχουμε κοινούς κανόνες, αλλά να έχουμε σεβασμό για την κυριαρχία κάθε λαού ξεχωριστά.

ΑΛΕΞΗΣ ΤΣΙΠΡΑΣ: Αντόνιο, θα μου επιτρέψεις να πάρω το νήμα από αυτά που είπες – και θα μου επιτρέψετε κι εσείς πριν απαντήσω σε αυτό καθεαυτό το ερώτημα που αφορά εμένα σχετικά με την Ειδομένη – και να πω ότι και στην περίπτωση της Ελλάδας, αλλά και στην περίπτωση της Πορτογαλίας, ο τρόπος με τον οποίον αντιμετωπίστηκε από ορισμένους κύκλους – ευτυχώς όχι πλειοψηφικούς – στην Ευρώπη η προοπτική μιας διαφορετικής κυβέρνησης, συνιστά μείζον ζήτημα δημοκρατίας για την Ευρώπη, διότι τις ίδιες απειλές που εδέχθη και ο πορτογαλικός λαός, μετά την επιλογή του να διαμορφώσει συνθήκες κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για τις δυνάμεις της Αριστεράς, εδέχθη ο λαός και στην Ελλάδα πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 και στις δεύτερες εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015. Και θέλω να επισημάνω ότι στην Πορτογαλία ο Α. Κόστα, ο οποίος είναι ηγέτης του Σοσιαλιστικού κόμματος, του Σοσιαλιστικού κόμματος που εκεί δεν επέλεξε να γίνει ουρά της Δεξιάς, αλλά αντίπαλος της Δεξιάς. Στην κυβέρνησή του συμμετέχει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Πορτογαλίας, που είναι κάτι αντίστοιχο με το ελληνικό Κομμουνιστικό Κόμμα στις απόψεις και το Μπλόκο της Αριστεράς, που είναι κάτι αντίστοιχο με τον ΣΥΡΙΖΑ στην Ελλάδα. Μπορείτε, λοιπόν, να κατανοήσετε πλήρως – γιατί είδα ότι έχετε το ενδιαφέρον αυτό με την ερώτησή σας – πόσο δύσκολο ήταν για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη περίοδο να μπορέσει να ανταπεξέλθει και να αναχαιτίσει, όχι μόνο τις δύσκολες συνθήκες διακυβέρνησης, τις οποίες γνωρίζαμε ότι θα έλθουν – παραλαμβάνοντας μία χώρα στην πραγματικότητα επί ξύλου κρεμάμενη – αλλά και την σκόπιμη πρωτοβουλία ορισμένων ακραίων κύκλων να δημιουργήσουν ένα αρνητικό τετελεσμένο στην υπόθεση της Ελλάδας για να αποτρέψουν άλλους λαούς στο να κάνουν την επιλογή μιας εναλλακτικής, όπως έκαναν στην Πορτογαλία και όπως έκαναν και στην Ισπανία, που ελπίζω κι εκεί να υπάρξει μία δυνατότητα εναλλακτικής μέσα από την συνεργασία. Θέλω λοιπόν να τονίσω ότι για όλες τις δυνάμεις τις προοδευτικές, παρά τις υπαρκτές διαφορές, σήμερα δεν υπάρχει άλλος δρόμος παρά μονάχα ο δρόμος της συνεργασίας και της ευρύτερης δυνατής ενότητας και θα έλεγα ότι αυτός ο δρόμος είναι ένας δρόμος που θα ενισχύσει την Ευρώπη. Η Ευρώπη δεν έχει τίποτα να φοβηθεί από τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις που προσπαθούν να οικοδομήσουν μία εναλλακτική στην κυρίαρχη αντίληψη της λιτότητας που σπέρνει φόβο, διχόνοια, διχασμό και ξενοφοβικά σύνδρομα. Αντιθέτως, η Ευρώπη έχει να φοβηθεί από την ανάπτυξη των ακροδεξιών δυνάμεων που βρίσκουν γόνιμο έδαφος να αναπτυχθούν εξαιτίας της επιμονής σε πολιτικές λιτότητας.

Έρχομαι τώρα στο δεύτερο ερώτημα για την Ειδομένη. Είναι γεγονός ότι η Ειδομένη αποτελεί και συνεχίζει δυστυχώς να αποτελεί μία ντροπή για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Και από την πρώτη στιγμή έχουμε αναδείξει ότι η αιτία της κατάστασης στην Ειδομένη είναι οι μονομερείς αποφάσεις με τις οποίες έκλεισαν τα σύνορα και σταμάτησε η δίοδος, η δυνατότητα αυτών των ανθρώπων που διεκδικούν να ζήσουν μία καλύτερη ζωή να περάσουν στις χώρες που επιθυμούν να πάνε. Ωστόσο, αυτό είναι μία πραγματικότητα την οποία η ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί να αλλάξει και για αυτό από την πρώτη στιγμή έχει επιδοθεί σε έναν αγώνα δρόμου για να πείσει τους ανθρώπους αυτούς, που βρίσκονται εκεί, ότι είναι απολύτως ανώφελο να περιμένουν εκεί, περιμένοντας να περάσουν. Και σε ένα αγώνα δρόμου παράλληλα να δημιουργούμε καθημερινά χιλιάδες θέσεις φιλοξενίας, ώστε αυτοί οι άνθρωποι να έχουν τη δυνατότητα να μεταφερθούν κάπου, όπου θα μπορούν να φιλοξενηθούν σε συνθήκες αξιοπρέπειας. Δυστυχώς – και θέλω αυτό να το τονίσω – στον αγώνα μας αυτό, εκτός από τις αντικειμενικές δυσκολίες, βρίσκουμε απέναντι μας και ορισμένες ΜΚΟ οι οποίες κάνουν την ακριβώς αντίθετη δουλειά. Προσπαθούν καθημερινά να πείσουν αυτούς τους ανθρώπους ότι πρέπει να παραμείνουν εκεί, αδιαφορώντας αν η παραμονή τους εκεί εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους στην ίδια την ύπαρξή τους, την υγεία τους. Βεβαίως, υπολογίζω στην συμμετοχή και στην υποστήριξη της κοινωνίας των πολιτών και θέλω να ευχαριστήσω και τους εθελοντές και τις δεκάδες ΜΚΟ που συνεισφέρουν. Ορισμένες εξ αυτών, όμως, φαίνεται ότι μάλλον έχουν στο μυαλό τους περισσότερο τη δυνατότητα να πάρουν κάποια κονδύλια, παρά να συνεισφέρουν στην κοινή προσπάθεια για να αντιμετωπιστεί η ανθρωπιστική κρίση, η προσφυγική κρίση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα χθεσινά επεισόδια αποτελούν μία διπλή πρόκληση. Πρόκληση σε ότι αφορά το γεγονός ότι παρακινήθηκαν από μέρος ορισμένων «αλληλέγγυων εθελοντών, εκπροσώπων ΜΚΟ» και μάλιστα κάποιοι εξ αυτών ξένης ιθαγένειας συνελήφθησαν κιόλας στην απέναντι πλευρά, στην πλευρά των Σκοπίων – και μάλιστα από ότι μαθαίνω διαμένουν στην Γευγελή και πηγαινοέρχονται, δεν μένουν σε ελληνικό έδαφος. Η δεύτερη πρόκληση είναι η στάση των αρχών, της αστυνομίας της ΠΓΔΜ, όπου απέναντι σε ανθρώπους που προφανώς δεν κρατούσαν όπλα, δεν είχαν καμία σοβαρή απειλή απέναντι τους, επιτέθηκαν με χημικά, με δακρυγόνα και με σφαίρες πλαστικές. Και θέλω να πω ότι αυτό αποτελεί μία μεγάλη ντροπή για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό και για χώρες που θέλουν να γίνουν κομμάτι του ευρωπαϊκού πολιτισμού και περιμένω τις ευρωπαϊκές αρχές, τους διεθνής οργανισμούς, την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους προσφυγές να πούνε κάτι για αυτά που συνέβησαν χθες. Τέλος, θέλω να δώσω και μία απάντηση σε όσους δεν κάνουν τίποτα άλλο από το να παρατηρούν τις προσπάθειες του ελληνικού λαού, αλλά και των αρχών, να αντιμετωπίσουν με αξιοπρέπεια και ανθρωπισμό ένα τεράστιο πρόβλημα που μας υπερβαίνει και αντί να συνεισφέρουν ασκούν μονάχα κριτική. Ρωτάνε που είναι η ελληνική πολιτεία. Τους απαντώ: H ελληνική πολιτεία είναι στα πέντε νησιά μας όπου υπάρχουν 8.000 θέσεις υποδοχής και εκεί όπου αρχές και πολίτες δίνουν από το υστέρημα τους για τους πρόσφυγες, εκεί όπου το ελληνικό Λιμενικό και η Ακτοφυλακή σώζει καθημερινά δεκάδες ανθρώπινες ζωές. Στις 40.000 αξιοπρεπείς θέσεις που έχουν χτιστεί στην ενδοχώρα και παρέχουν αξιοπρεπή φιλοξενία στους πρόσφυγες, στα 90.000 γεύματα ημερησίως που δίνονται στους πρόσφυγες που βρίσκονται στα κέντρα υποδοχής. Και αναρωτιέμαι αν υπάρχει άλλη χώρα στην βαλκανική διαδρομή που μπορεί να συγκριθεί με αυτή την προσπάθεια που διεξάγει ο ελληνικός λαός και η ελληνική κυβέρνηση για την αντιμετώπιση του προσφυγικού προβλήματος. Θέλω, λοιπόν, να καλέσω όλους, αντί να ασκούν κακόπιστη κριτική, να συμβάλλουν στο να ξεπεράσουμε αυτό πρόβλημα. Και θέλω να πω ότι με τις δημόσιες αυτές δηλώσεις το μόνο που κάνουν είναι να δυσφημούν τη χώρα στο εξωτερικό, τη στιγμή που είναι κοινή ομολογία ότι σε όλη την Ευρώπη αλλά και στον κόσμο, τόσο ο ελληνικός λαός όσο και η ελληνική πολιτεία βρίσκονται πολύ ψηλά στην εκτίμηση, ακριβώς διότι έχουν ανταποκριθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο σε μία πρωτοφανή κρίση. Και δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι εξ αυτού του λόγου θα έχουμε και μία πολύ σημαντική, διεθνούς εμβέλειας, επίσκεψη στη Λέσβο, στον τόπο που επλήγη περισσότερο από την προσφυγική κρίση, το ερχόμενο Σάββατο, με μια διαθρησκευτική συνάντηση του Πάπα Φραγκίσκου, του Πατριάρχη Βαρθολομαίου και του αρχιεπισκόπου Ιερωνύμου.

Θέλω λοιπόν κλείνοντας, να πω για άλλη μια φορά, ότι θέλω να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στην πορτογαλική κυβέρνηση και στον Αντόνιο διότι από την πρώτη στιγμή δήλωσε την ετοιμότητά του να πάρει από την Ελλάδα πρόσφυγες για να μετεγκατασταθούν στην Πορτογαλία και να πω ότι είναι οξύμωρο, η μικρή Πορτογαλία να παίρνει περισσότερους από όσους ζητούν να πάρουν χώρες που έχουν συμβάλει στη δημιουργία της κρίσης – και εννοώ στον πόλεμο στη Συρία.