Κι αν η Βρετανία ψηφίσει να μείνει στην ΕΕ;

Του Pawel Swidlicki

Το Ηνωμένο Βασίλειο χρειάζεται ένα σχέδιο σε περίπτωση που το δημοψήφισμα αποφασίσει παραμονή, όπως και στην περίπτωση που αποφασίσει έξοδο

Την προηγούμενη εβδομάδα, το Open Europe δημοσίευσε ένα οδηγό φιλελεύθερης, ανοιχτής αγοράς, παρακινούμενο εν μέρει από την απροθυμία όσων τάσσονται υπέρ της εξόδου, να θέσουν το όραμά τους για ένα Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit και να ασχοληθούν με τους οικονομικούς συμβιβασμούς που αυτό περιλαμβάνει. Ωστόσο, έχουμε επίσης απογοητευτεί από τα συντηρητικά επιχειρήματα των υποστηρικτών της παραμονής και την αντίστοιχη απροθυμία τους να συζητήσουν τις επιπτώσεις για το τι σημαίνει μία “νίκη” τους, για τον μελλοντικό ρόλο του Ηνωμένου Βασιλείου σε μια εξελισσόμενη ΕΕ –κάτι που φέρνει μαζί του τόσο ρίσκα όσο και ευκαιρίες για το Ηνωμένο Βασίλειο. Εάν θέλει να παρουσιάσει την παραμονή στην ΕΕ ως επιτυχία, το Ηνωμένο Βασίλειο χρειάζεται μια στρατηγική για περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, για να “χτίσει” πάνω σε ό,τι πέτυχε κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης, και αυτό με τη σειρά του απαιτεί συμμαχίες.

Ως εκ τούτου, έχουμε δημοσιεύσει ένα νέο report από κοινού με το Freedom Institute, ένα κορυφαίο πολωνικό think tank, που καθορίζει τις πολωνικές και βρετανικές απόψεις για το μέλλον της ΕΕ. Αν και οι δύο χώρες δεν συμφωνούν σε κάθε θέμα απολύτως, το report αναγνωρίζει διάφορους τομείς συναίνεσης και αμοιβαίων συμφερόντων τα οποία θα έπρεπε να αποτελέσουν την βάση μιας κοινής βρετανικής-πολωνικής ατζέντας για περαιτέρω μεταρρύθμιση της ΕΕ στην περίπτωση που το Ηνωμένο Βασίλειο παραμένει μέλος. Δεν πρόκειται για μια κίνηση υπέρ της παραμονής, αλλά για μια προσπάθεια να θεσπιστεί η ευρύτερη στρατηγική την οποία πιστεύουμε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα πρέπει να επιδιώξει στην περίπτωση μιας συνεχιζόμενης παραμονής στην ΕΕ, προκειμένου να μεγιστοποιηθούν τα οικονομικά οφέλη, διασφαλίζοντας παράλληλα τα συμφέροντά της ως μη μέλος του ευρώ. Η Πολωνία είναι ήδη ένας σημαντικός παράγοντας εντός της ΕΕ, καθώς ως το δεύτερο μεγαλύτερο κράτος-μέλος της ΕΕ εκτός ευρωζώνης, θα πρέπει να γίνει ένας βασικός εταίρος στην ΕΕ για το Ηνωμένο Βασίλειο στο μέλλον.

Το report παρουσιάζει μια κοινή διάγνωση των πολλών προκλήσεων που αντιμετωπίζει η ΕΕ και παρουσιάζει τις ξεχωριστές απόψεις της Πολωνίας και της Βρετανίας για το πώς θα πρέπει να απαντήσει η ΕΕ σε αυτές. Στη συνέχεια, παραθέτει μια σειρά από κοινού συμφωνηθέντων συμπερασμάτων και συστάσεων, οι οποίες εκτιμούμε ότι πρέπει να αποτελέσουν μέρος μιας κοινής ατζέντας της Πολωνίας και του Ηνωμένου Βασιλείου για την μεταρρύθμιση της ΕΕ, στην περίπτωση που το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι υπέρ της παραμονής. Παρακάτω είναι μια περίληψη των βασικών αρχών που διέπουν αυτή την ατζέντα.

Μια πιο ευέλικτη ΕΕ απολαμβάνει μεγαλύτερη δημοκρατική νομιμότητα

Η ΕΕ χρειάζεται να αποδεχθεί ότι διαφορετικά επίπεδα ενοποίησης για διαφορετικά κράτη-μέλη, είναι ένα γεγονός –χρειάζεται να μάθουμε πώς να ζούμε με αυτές τις διαφορές και πώς θα τις διαχειριζόμαστε και όχι να προσπαθούμε να τις εξαλείψουμε. Το Ηνωμένο Βασίλειο δεν θα ενταχθεί στην ευρωζώνη και έχει διακηρύξει ότι δεν θα δεσμεύεται από την “ολοένα και πιο στενή ένωση” εντός της ΕΕ. Η Πολωνία δεν θα ενταχθεί στο ενιαίο νόμισμα για κάποιο διάστημα, αν και θέλει να το διατηρήσει αυτό ως μακροπρόθεσμη επιλογή. Την ίδια στιγμή, η ευρωζώνη είναι πιθανό να ξεκινήσει μια πορεία προς την βαθύτερη ολοκλήρωση.

Ωστόσο, η ευρωζώνη αναπτύσσεται στο εγγύς μέλλον, χώρες εκτός αυτής θα απαιτήσουν έναν διαφορετικό διακανονισμό και η εμφάνιση μιας ευέλικτης, “πολυμορφικής” ΕΕ είναι η καλύτερη ελπίδα να “συμφιλιωθούν” τα αναπόφευκτα συστατικά της εθνικής κυριαρχίας που συνεπάγεται η ευρωπαϊκή συνεργασία με την εθνική δημοκρατική συναίνεση. Αν και η ΕΕ αποδείχθηκε απρόθυμη να εμπλακεί σε έναν τέτοιο θεμελιώδη διάλογο κατά τη διάρκεια της επαναδιαπραγμάτευσης με το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν μπορεί να αναβληθεί επ αόριστον και οποιαδήποτε μελλοντική διαπραγμάτευση των συνθηκών της ΕΕ παρακινούμενη από εκκλήσεις για περαιτέρω ενοποίηση της ευρωζώνης, θα ξαναμπεί στην ατζέντα.

Η διασφάλιση και η επέκταση της ενιαίας αγοράς

Η ενοποίηση της ευρωζώνης δεν πρέπει να έλθει εις βάρος των δικαιωμάτων των χωρών εκτός ευρωζώνης ή της ενιαίας αγοράς, η οποία εξακολουθεί να είναι η “κόλλα” που κρατάει ενωμένη την ευρύτερη ΕΕ. Όχι μόνο πρέπει να προστατευθεί η ακεραιότητα της ενιαίας αγοράς, αλλά πρέπει να γίνουν περισσότερα για να εκμεταλλευτεί πλήρως το δυναμικό της σε τομείς όπως η ενέργεια, οι ψηφιακές υπηρεσίες και όλες οι υπηρεσίες. Αυτή είναι μια δυναμικά αναπτυσσόμενη περιοχή εντός των εθνικών οικονομιών, αλλά υπάρχουν ακόμη πολλά εμπόδια για το διασυνοριακό εμπόριο της ΕΕ. Την ίδια στιγμή, δεν θα πρέπει να υπάρξουν προσπάθειες να επιχειρηθούν πολιτικές one-size-fits-all σε τομείς όπως η ρύθμιση της αγοράς εργασίας και πρέπει να γίνουν περισσότερα για να εξαλειφθεί η περιττή γραφειοκρατία με ιδιαίτερη έμφαση στην μετακύλιση ρυθμίσεων που εμποδίζουν την ανάπτυξη σε μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Εκσυγχρονισμός του προϋπολογισμού της ΕΕ

Ο προϋπολογισμός της ΕΕ παραμένει φτωχά σχεδιασμένος με πολλά περισσότερα λεφτά να επενδύονται σε σχετικά χαμηλής παραγωγικότητας τομείς της οικονομίας. Στο μέλλον ο προϋπολογισμός οφείλει να εστιάζει στις αναπτυξιακές ανάγκες χωρών όπως η Πολωνία και άλλες χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, όπου οι καλύτερες υποδομές είναι βασικό για να είναι καλύτερα σε θέση να ανταγωνιστούν στην ενιαία αγορά. Η έρευνα και η καινοτομία θα πρέπει επίσης να αποτελούν προτεραιότητα –εδώ είναι ένας τομέας όπου το Ηνωμένο είναι ιδιαίτερα ισχυρό, και το οποίο είναι επίσης σημαντικό για μια χώρα όπως η Πολωνία, που χρειάζεται να βάλουν τις οικονομίες τους σε πορεία μακριά από τον ανταγωνισμό αποκλειστικά στην βάση του χαμηλού κόστους και προς μια περισσότερο ανεξάρτητη και βιώσιμη μορφή ανάπτυξης.

Μια ασφαλής περιοχή Σένγκεν και πιο ρεαλιστικές εξωτερικές πολιτικές, και πολιτικές ασφάλειας και δεύρυνσης

Το Ηνωμένο Βασίλειο έχει επιλέξει να παραμείνει εκτός της ζώνης Σένγκεν ενώ η Πολωνία το θεωρεί ως ένα βασικό πλεονέκτημα της ιδιότητας μέλους. Παρόλα αυτά, είναι επίσης προς όφελος του Ηνωμένου Βασιλείου να διασφαλίσει πως εάν θέλουμε να επιβιώσει η Σένγκεν μακροπρόθεσμα, να είναι σταθερό.

Όταν πρόκειται για την εξωτερική πολιτική και την πολιτική ασφάλειας, η ΕΕ δεν μπορεί να αντικαταστήσει τα εθνικά κράτη και ούτε θα πρέπει να επιχειρήσει τη δημιουργία θεσμών για δικούς της λόγους. Ωστόσο, η ΕΕ μπορεί να προσθέσει αξία όταν λειτουργεί ως forum για τα κράτη-μέλη να αντιμετωπίσουν τα ανταγωνιστικά συμφέροντα και να προσπαθήσουν να διατυπώσουν κοινές προσεγγίσεις για τις κοινές προκλήσεις, όπως την επιθετικότητα της Ρωσίας στην Ανατολική Ουκρανία ή την μεταναστευτική κρίση.

Στο παρελθόν η ΕΕ έχει χρησιμοποιήσει με επιτυχία την διεύρυνση ως ένα εργαλείο πολιτικής ασφάλειας και εξωτερικής πολιτικής, για να φέρει σταθερότητα και να αυξήσει την ευημερία στη γειτονιά της. Ωστόσο, λόγω και της κόπωσης της διεύρυνσης, το παραδοσιακό μοντέλο διεύρυνσης έχει φτάσει στα όριά του. Η ΕΕ ως εκ τούτου χρειάζεται μια νέα, περισσότερο ρεαλιστική εναλλακτική στην προσέγγισή της “όλα ή τίποτα”, η οποία περιλαμβάνει μεγαλύτερη χρηματοοικονομική πρόσβαση και πολιτική συνεργασία παράλληλα με κάποιο επίπεδο οικονομικής βοήθειας αλλά χωρίς τα δικαιώματα και τις ευθύνες που προέρχονται από την πλήρη ένταξη –αυτό θα μπορούσε να συμπληρώσει την εμφάνιση μιας “πολυμορφικής” ΕΕ όπως καθορίστηκε παραπάνω.

Τέλος, αυτή η εκστρατεία για το δημοψήφισμα θα πρέπει να ξεκινήσει με το ερώτημα “τι ελπίζει η χώρα να πετύχει στις επόμενες δεκαετίες; Μπορούμε τότε να συζητήσουμε εάν αυτοί οι στόχοι μπορούν να επιτευχθούν καλύτερα εντός ή εκτός της ΕΕ. Αυτό απαιτεί βαθύτερη σκέψη για την στρατηγική του Ηνωμένου Βασιλείου τόσο εντός καθώς και εκτός της ΕΕ.

Πηγή