Του Jeff Goodson, Συμβούλιο συνεργατών του Stratfor

Image result for στρατφορΟι μεγάλες υποδομές επέστρεψαν. Υποβαθμισμένες για καιρό από τη Δύση σε δευτερεύοντα αναπτυξιακό στόχο, το παιχνίδι της Κίνας να χρησιμοποιήσει τις υποδομές ως όχημα για την προώθηση στόχων εξωτερικής πολιτικής, αλλάζει το γεωπολιτικό τοπίο.

Οι υποδομές αποτελούν την ύψιστη προτεραιότητα σε όλες σχεδόν τις αναπτυσσόμενες χώρες. Όπως έμαθα από την δουλειά μου σε 49 από αυτές, όταν ρωτάς τους ηγέτες για την σημαντικότερη αναπτυξιακή τους προτεραιότητα, η απάντηση είναι πάντα η ίδια: οι δρόμοι, η ηλεκτρική ενέργεια και το νερό. Όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά, με τις υποδομές στις επικοινωνίες να μπαίνουν όλο και πιο πολύ στο κάδρο, η απάντηση ωστόσο είναι παντού σταθερή. Και αυτό γιατί οι υποδομές – μαζί με την ασφάλεια και τη καλή διακυβέρνηση – καθιστούν δυνατή την οικονομική ανάπτυξη και τη σταθερότητα.

Οι μεγάλες υποδομές πάνε πίσω στο χρόνο χιλιάδες χρόνια. Από τα Φοινικικά λιμάνια μέχρι τους ρωμαϊκούς δρόμους μέχρι τους προ-Κολομβιανούς δρόμους της Μεσοαμερικής, μεγάλα μηχανικά έργα βοήθησαν την ανάπτυξη της αυτοκρατορίας. Σήμερα, οι υποδομές διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο σε όλα, από την οικονομική ανάπτυξη έως τη μείωση της φτώχειας και από την υγειονομική περίθαλψη έως την εθνική ασφάλεια.

Δυστυχώς, είναι ακριβές. Η τιμή και το ασυνήθιστο προφίλ των ταμειακών ροών των υποδομών – υψηλό προκαταβολικό κόστος και αργές μακροπρόθεσμες αποδόσεις – παρουσιάζουν σημαντικά προβλήματα για τις χώρες που προσπαθούν να εξασφαλίσουν τη χρηματοδότηση τους. Στις αναπτυσσόμενες χώρες, οι ανάγκες υποδομών υπολογίζονται σε τρισεκατομμύρια δολάρια μέχρι το 2030 και κυμαίνονται από 4% έως 25% του ΑΕΠ. Τα επαναλαμβανόμενα έξοδα για εργασίες και η συντήρηση αντιπροσωπεύουν περίπου το ήμισυ των συγκεκριμένων εκτιμήσεων, με το κόστος για την ασφάλεια σε χώρες, όπως το Αφγανιστάν, να δύναται να ανεβάσει κατά 30% την τιμή.

Το Δυτικό αναπτυξιακό μοντέλο

Η ιστορική προσέγγιση των Ηνωμένων Πολιτειών στη διεθνή ανάπτυξη έχει σε μεγάλο βαθμό ακολουθήσει τις παγκόσμιες γεωπολιτικές μετατοπίσεις. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η ανάπτυξη των Η.Π.Α. στις περισσότερες χώρες επικεντρώθηκε σε μικρής κλίμακας δραστηριότητες παροχής τεχνικής βοήθειας και κατάρτισης, με χρηματοδότηση λίγων εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως. Αυτό ήταν μέρος του παιχνιδιού της παγκόσμιας σκακιέρας μεταξύ Δύσης και Σοβιετικής Ένωσης, όπου η παρουσία ήταν συχνά πιο σημαντική από τον αντίκτυπο που είχε το έργο.

Η προσέγγιση αυτή εξανεμίστηκε με τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης μετά το 1991. Το αμερικανικό αναπτυξιακό αποτύπωμα συρρικνώθηκε γρήγορα και επαναπροσδιορίστηκε, προωθώντας στα νέα ανεξάρτητα κράτη τη δημοκρατία και την οικονομία της αγοράς. Οι υποδομές υποβαθμίστηκαν, αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες συνέχισαν την οικοδόμηση σε κάποια στρατηγικής σημασίας μέρη, όπως την Αίγυπτο, τη Δυτική Όχθη και τη Λωρίδα της Γάζας, και στις Φιλιππίνες, όπου διασφαλίστηκαν μεγάλοι και βιώσιμοι προϋπολογισμοί ανάπτυξης. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου,  άλλαξε το επίκεντρο προς όφελος των υποδομών, καθώς αυξήθηκε η χρηματοδότηση για την ανοικοδόμηση στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.

Η χρηματοδότηση μεγάλων υποδομών από τον ιδιωτικό τομέα υπάρχει εδώ και αιώνες, όπως αποδεικνύει η αμερικανική εμπειρία με τους σιδηρόδρομους, την ηλεκτρική ενέργεια, το νερό και τις επικοινωνίες. Από τη δεκαετία του 1980, ο ρόλος του ιδιωτικού τομέα επεκτάθηκε σημαντικά στο εξωτερικό, καθώς οι ξένες άμεσες επενδύσεις άρχισαν να κυριαρχούν στην ανάπτυξη των χωρών. Σήμερα, οι περισσότερες επενδύσεις του ιδιωτικού τομέα γίνονται σε προηγμένες χώρες, λόγω του χαμηλότερου οικονομικού κινδύνου, αλλά και οι επενδύσεις στις αναπτυσσόμενες χώρες αυξάνονται επίσης μέσω άμεσων επενδύσεων και συνέργειες δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.

Το αναπτυξιακό άνοιγμα της Κίνας

Σε αντίθεση με τη Δύση, η Κίνα επικεντρωνόταν πάντα στις υποδομές, ως απαραίτητο στοιχείο για την ανάπτυξη των εθνών. Έχει επίσης μάθει ότι η κατασκευή υποδομών είναι ο καλύτερος και γρηγορότερος τρόπος για να κάνεις φίλους στο εξωτερικό. Όπως το έθεσε ένας Κινέζος εκπρόσωπος, “η Κίνα θέλει να συνεργαστεί με τον γείτονα. Οι υποδομές αποτελούν το πρώτο βήμα, και ακολουθεί η εμπορική, επενδυτική και βιομηχανική συνεργασία”.

Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 1970, η Κίνα δημιούργησε υποδομές, χρηματοδοτούμενες από την Παγκόσμια Τράπεζα στην Αφρική και αλλού για να δημιουργήσουν ξένο συνάλλαγμα και να χρησιμοποιήσουν το πλεόνασμα κινεζικού εργατικού δυναμικού – το modus operandi που ισχύει ακόμα και σήμερα. Στη δεκαετία του 1990, ωστόσο, υπήρξε απογοήτευση με την χρηματοδότηση της Παγκόσμιας Τράπεζας, όταν ακτιβιστές χρησιμοποίησαν τις πολιτικές της τράπεζας για να ακυρώσουν τη χρηματοδότηση για μεγάλο έργο της Κίνας, το Φράγμα των Τριών φαραγγιών. Η Κίνα γρήγορα στράφηκε προς εξωτερικές πηγές χρηματοδότησης και σε 15 χρόνια ολοκλήρωσε το έργο.

Όταν η Παγκόσμια Τράπεζας απομακρύνθηκε από την κατασκευή μεγάλων υποδομών, η Κίνα βρήκε αντικαταστάτη. Το 2007 δημιούργησε το Ταμείο Ανάπτυξης Κίνας-Αφρικής, και ακολούθησε η εταιρία «Ανάπτυξη Υποδομών και Επενδύσεων» (the Overseas Infrastructure Development and Investment Corp.). Μετά ήρθε η πρωτοβουλία «Μια Ζώνη, ένας Δρόμος» το 2013 και η Τράπεζα Επενδύσεων Ασίας – τώρα με 87 χώρες μέλη – το 2016. Αυτά, μαζί με τη συσσώρευση μεγάλων αποθεματικών συναλλάγματος, έδωσαν στην Κίνα τη δυνατότητα στην Κίνα να χρησιμοποιεί τη χρηματοδότηση των υποδομών ως ισχυρό όχημα για την οικονομική διακυβέρνηση.

Καλές ειδήσεις για τις αναπτυσσόμενες χώρες

Το άνοιγμα της Κίνας στις υποδομές έχει προσελκύσει την προσοχή τόσο των δυτικών χορηγών βοήθειας όσο και των χωρών υποδοχής. Αυτό δεν αντιπροσωπεύει μόνο μια γεωπολιτική απειλή για τη Δύση, πέρα του ότι προωθεί ένα μοντέλο ανάπτυξης επενδύσεων σε υποδομές, υπό την ηγεσία του κράτους, αλλά και αμφισβητεί τη μακρόχρονη προσέγγιση της Δύσης στην ανάπτυξη της αξιοποίησης της διακυβέρνησης, του κοινωνικού τομέα και των μεταρρυθμίσεων οικονομικής πολιτικής.

Με την οικοδόμηση βασικών οικονομικών υποδομών της Κίνας σε ορισμένες από τις πιο στρατηγικές θέσεις του κόσμου, οι Ηνωμένες Πολιτείες προσαρμόζονται στη νέα πραγματικότητα. Τον Οκτώβριο, ο Αμερικανός Πρόεδρος, Ντόναλντ Τραμπ υπέγραψε νομοσχέδιο που δημιουργούσε την IDFC για υπερπόντιες υποδομές, με χρηματοδότηση στα 60 δις. δολάρια. Όπως λένε οι διπλωμάτες, η κίνηση αυτή είναι απαραίτητη, αλλά δεν επαρκεί. Το νέο επίπεδο χρηματοδότησης είναι πολύ μικρό σε σύγκριση με τα τρισεκατομμύρια δολάρια που η Κίνα σχεδιάζει να δαπανήσει για την πρωτοβουλία «Μια Ζώνη, Ένας Δρόμος», αν και η IDFC θα επωφεληθεί και από τον ιδιωτικό τομέα και άλλες πηγές. Η IDFC δημιουργεί εναλλακτική, ωστόσο, για τις χώρες που είναι απεγνωσμένες για υποδομές, αλλά δεν τους αρέσει το ρίσκο και οι συνέπειες από την κυριαρχία ορισμένων από τους οικονομικούς όρους της Κίνας.

Με μια σειρά άλλων νέων μηχανισμών χρηματοδότησης να αναπτύσσονται επίσης, η IDFC προσθέτει στον κατάλογο επιλογών που είναι τώρα διαθέσιμες για τη χρηματοδότηση υποδομών σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες που διψούν γι’ αυτές. Αυτό σημαίνει ότι ο εξωτερικός ανταγωνισμός για τη χρηματοδότηση των υποδομών τους αυξάνεται – μια παγκόσμια τάση που -για μία φορά- μπορεί να λειτουργήσει υπέρ τους.