The New York Times
Όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, η έρευνα που διατάχθηκε στη Βρετανία σχετικά με τον πόλεμο στο Ιράκ, δεν αναμενόταν να βγάλει σημαντικές ειδήσεις. Ωστόσο, οι πρώτες εβδομάδες των ακροάσεων, οι οποίες μάλιστα ήταν δημόσιες, έφεραν στο φως στοιχεία, τα οποία επιβεβαιώνουν την εδραιωμένη άποψη της κοινής γνώμης στη χώρα ότι η συμμετοχή της Βρετανίας στον πόλεμο ήταν ένα ιστορικό λάθος της κυβέρνησης του Τόνι Μπλερ.
Οι καταθέσεις
Οι προαναφερθείσες καταθέσεις δεν προσφέρουν κάτι καινούργιο σε όσα ήδη γνωρίζουμε. Επαναφέρουν όμως τον πόλεμο του Ιράκ στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, λίγους μήνες πριν από μια εκλογική αναμέτρηση, στην οποία η κυβερνώσα παράταξη κατέρχεται από μειονεκτική θέση. Επίσης, η πειθήνια υπακοή που υπέδειξε η Βρετανία στις ΗΠΑ, δυσκολεύει τις προσπάθειες του κ. Μπράουν να ενισχύσει την υποστήριξη της κοινής γνώμης για τον πόλεμο στο Αφγανιστάν. Οι μάρτυρες μίλησαν για την απογοήτευση που ένιωθαν λόγω της αδιαφορίας της κυβέρνησης Μπους να εξασφαλίσει τη στήριξη του ΟΗΕ για την εισβολή στο Ιράκ και του ελλιπούς σχεδιασμού για το τι επρόκειτο να επακολουθήσει ύστερα από αυτήν. Άπαντες συμφωνούν ότι οι ΗΠΑ θεωρούσαν ανέκαθεν δεδομένη τη συμμετοχή της Βρετανίας στον πόλεμο, πολύ πριν αποφασίσει σχετικά η Βουλή του Λονδίνου.
Ωστόσο, αυτός που έχει συγκεντρώσει την προσοχή της κοινής γνώμης, χωρίς ακόμη να έχει εμφανιστεί ενώπιον της επιτροπής, είναι ο ίδιος ο κ. Μπλερ, ο οποίος αναμένεται να καταθέσει στις αρχές του νέου έτους. Εξάλλου, στο επίκεντρο των ακροάσεων βρέθηκε τις προηγούμενες ημέρες η συνάντησή του με τον κ. Μπους, στο ράντσο του Αμερικανού προέδρου, τον Απρίλιο του 2002. Ο σερ Κρίστοφερ Μάγιερ, πρέσβης της Βρετανίας στην Ουάσιγκτον εκείνη την εποχή, δήλωσε στην επιτροπή ότι στη διάρκεια εκείνης της συνάντησης οριστικοποιήθηκε η απόφαση να ξεκινήσουν οι δύο χώρες πόλεμο εναντίον του καθεστώτος του Σαντάμ Χουσεΐν.
Λάθος πληροφορίες
Σε συνέντευξη που παραχώρησε προσφάτως στο BBC, ο αμετανόητος, όπως φαίνεται, κ. Μπλερ δήλωσε ότι η απόφασή του δεν θα άλλαζε, ακόμη και αν ήξερε πριν από την εισβολή ότι το Ιράκ δεν διαθέτει όπλα μαζικής καταστροφής. Πάντως, το σίγουρο είναι ότι η υποτιθέμενη ύπαρξη τέτοιων όπλων, η οποία προέκυπτε από πληροφορίες μυστικών υπηρεσιών, ήταν η βασική δικαιολογία για τον πόλεμο. με 45.000 στρατιώτες. Οι πληροφορίες αποδείχθηκαν εντέλει εσφαλμένες, γεγονός που αποτέλεσε αντικείμενο άλλης έρευνας, το 2004.
Συνολικά 179 Βρετανοί στρατιώτες σκοτώθηκαν στο Ιράκ από την εισβολή και μέχρι την αποχώρησή τους το περασμένο καλοκαίρι, τη στιγμή που 237 συνάδελφοί τους έχουν ήδη χάσει ήδη τη ζωή τους στο Αφγανιστάν. Τόσο οι απώλειες, όσο και τα δισεκατομμύρια δολάρια που έχουν στοιχίσει οι δύο πόλεμοι στον κρατικό προϋπολογισμό, ωχριούν βεβαίως σε σύγκριση με τα αντίστοιχα νούμερα για τις ΗΠΑ. Έχουν όμως προκαλέσει τόσο μεγάλη οργή και καχυποψία στη Βρετανία, ώστε εκτιμάται ότι θα δυσκολέψουν τις μελλοντικές ειρηνευτικές ή στρατιωτικές αποστολές της χώρας στο εξωτερικό.
Μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης αμφισβητεί το βάθος και της εν εξελίξει έρευνας. Ο επικεφαλής της επιτροπής πάντως, σερ Τζον Τσίλκοτ, υποσχέθηκε ότι το έργο της δεν θα ισοδυναμεί με «ξέπλυμα» ευθυνών. Ξεκαθάρισε ότι το μόνο που μπορεί να κάνει στο πόρισμά της η επιτροπή, είναι να ασκήσει κριτική σε εσφαλμένες αποφάσεις.