Συνέντευξη στον Αποστόλη Ζώη

Τον Οκτώβριο του 1980 η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ καθιέρωσε την 16η Οκτωβρίου ως Παγκόσμια Ημέρα Διατροφής με κύριο στόχο τον περιορισμό της πείνας στον πλανήτη. Σήμερα έχουν δημιουργηθεί καινούργια πρότυπα διατροφής και διαφοροποίησαν σημαντικά τις διατροφικές συνήθειες των ανθρώπων. Παράλληλα η πείνα απειλεί περισσότερο από 800 εκατομμύρια ανθρώπων στον πλανήτη και ο υποσιτισμός , η διατροφική ανασφάλεια, οι άθλιες συνθήκες υγιεινής και ο περιορισμός της βιοποικιλότητας είναι τα κύρια χαρακτηριστικά των υπό ανάπτυξη χωρών. Για το τελευταίο σημαντικό πρόβλημα που δημιουργήθηκε θόρυβος για το μολυσμένο με μελαμίνη γάλα στην Κίνα και σε άλλες χώρες, με αφορμή αυτή την ημέρα, μιλά σήμερα  ο Τρικαλινός στην καταγωγή Ομότιμος καθηγητής στο Α.Π.Θ. κ. Απόστολος Ζαφράκας.

  Η συνέντευξη

Τελευταία έχει δημιουργηθεί πολύς θόρυβος για το μολυσμένο με μελαμίνη γάλα στην Κίνα και σε άλλες χώρες, ιδιαίτερα στις γειτονικές της, στις οποίες εισάγονται κινέζικα γαλακτοκομικά προϊόντα. Θα μπορούσατε να αναφερθείτε στο θέμα αυτό προς κατατόπιση και καθησύχαση του αναγνωστικού μας κοινού;
«Πράγματι το θέμα αυτό πήρε παγκοσμίως μεγάλες διαστάσεις στα ΜΜΕ και ιδιαίτερα στην Κίνα, όπου αποτελεί διατροφικό σκάνδαλο, αλλά με παγκόσμιες ανεξέλεγκτες διαστάσεις. Με αφορμή το θάνατο τεσσάρων βρεφών από κατανάλωση ακατάλληλου για βρώση γάλακτος διαπιστώθηκε ύστερα από ελέγχους της κρατικής υπηρεσίας διασφάλισης της ποιότητας τροφίμων ότι το αίτιο ήταν η μόλυνση του συγκεκριμένου γάλακτος από μελαμίνη. Επειδή υπήρχε και μεγάλος αριθμός ασθενών βρεφών που είχαν εισαχθεί στα νοσοκομεία με βαριά συμπτώματα (προβλήματα στους νεφρούς, όπως πέτρες κ.α.) αλλά και ακόμη περισσότερα ήταν κατ' οίκον ασθενή, ακολούθησε σειρά ελέγχων από την προαναφερθείσα υπηρεσία και έτσι διαπιστώθηκε οριστικά το αίτιο.

Σύμφωνα με δημοσιεύσεις στον τύπο η ιστορία αυτή άρχισε από το Δεκέμβριο 2007 από μια κινέζικη γαλακτοβιομηχανία, στην οποία έγινε εργαστηριακός έλεγχος τον Ιούνιο 2008, αλλά οι κρατικές αρχές ενημερώθηκαν στις 2 Αυγούστου 2008, οπότε ξέσπασε ως μέγα σκάνδαλο παίρνοντας τεράστιες διαστάσεις παγκοσμίως στα ΜΜΕ. Από εκεί και πέρα οι εργαστηριακοί έλεγχοι έγιναν στις γαλακτοκομικές βιομηχανίες που παράγουν βρεφικό γάλα σε σκόνη. Στο 20% των βιομηχανιών το γάλα βρέθηκε μολυσμένο (από τις 109 βιομηχανίες οι 22 βρέθηκαν να παράγουν μολυσμένο με μελαμίνη γάλα). Όπως έγινε γνωστό από τα ΜΜΕ 54.000 βρέφη εισήχθησαν σε νοσοκομεία της Κίνας, από τα οποία 104 σε κρίσιμη κατάσταση και, όπως προαναφέραμε, 4 πέθαναν. Ακόμη έχει ανακοινωθεί ότι δύο γορίλες είναι θύματα αυτού του διατροφικού σκανδάλου στην Κίνα. Το μολυσμένο γάλα από μελαμίνη είχε αυτό το συνταρακτικό αποτέλεσμα, γιατί τα βρέφη εκτός του ότι είναι πιο ευαίσθητα από τους ενήλικους, έχουν ως μοναδική τροφή το γάλα και έτσι πήραν μεγάλη ποσότητα μελαμίνης».

Γιατί χρησιμοποιήθηκε η μελαμίνη στη γαλακτοβιομηχανία, αφού όπως έγινε πλέον ευρέως γνωστό η ουσία αυτή είναι τοξική και μάλιστα σε ευαίσθητους οργανισμούς, όπως είναι τα βρέφη;

  «Η μελαμίνη είναι αμίδιο του κυανουρικού οξέος. Η ίδια εύκολα διασπάται σε κυανουρικό οξύ που είναι παράγωγο της ουρίας ή του κυανικού οξέος. Η ουσία αυτή χρησιμοποιείται στη βιομηχανία πλαστικών, ρητινών, κόλλας και λιπασμάτων. Επειδή η προσθήκη και παρουσία της μελαμίνης κατά την εργαστηριακή ανάλυση του ελεγχόμενου προϊόντος αυξάνει σημαντικά στην τιμή περιεκτικότητας σε πρωτεΐνες, ορισμένες βιομηχανίες την έχουν χρησιμοποιήσει ή ίσως την χρησιμοποιούν ακόμη ως συστατικό στην παραγωγή ζωοτροφών και τροφών στις ιχθυοκαλλιέργειες. Δηλαδή η περιεκτικότητα πρωτεϊνης είναι πλασματικά μεγαλύτερη από την πραγματική σ' αυτά τα νοθευμένα με μελαμίνη προϊόντα. Έτσι έκαμαν και οι κινέζικες γαλακτοβιομηχανίες που παρήγαγαν μολυσμένο γάλα βρεφών».

Εκτός από τα βρέφη η μελαμίνη είναι επικίνδυνη τοξική ουσία γενικότερα στη δημόσια υγεία ;

«Όπως είπαμε προηγουμένως, το πρόβλημα δεν εντοπίζεται μόνον στα γαλακτοκομικά προϊόντα, αλλά και σε πάρα πολλά προϊόντα, στην παρασκευή των οποίων χρησιμοποιείται γάλα (μπισκότα, σοκολάτες, κρέμες, γλυκά, φαγητά κλπ.), στις ζωοτροφές, στις τροφές των ιχθυοκαλλιεργειών και επειδή η μελαμίνη χρησιμοποιείται και στην παραγωγή λιπασμάτων, περνάει και στα γεωργικά προϊόντα. Έτσι η μελαμίνη έχει προ πολλού περάσει στη διατροφική αλυσίδα φυτά-ζώα-άνθρωπος. Η Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφαλείας των Τροφίμων μας καθησυχάζει απολύτως. Ανακοίνωσε ότι τα παιδιά στην Ευρώπη δεν διατρέχουν κανένα κίνδυνο, ακόμη και εκείνα που τυχόν είχαν μια μέση κατανάλωση μολυσμένου με μελαμίνη κινεζικού γάλακτος. Προφανώς, γιατί η κατανάλωση του μολυσμένου γάλακτος δεν έγινε για μεγάλο χρονικό διάστημα, ώστε η συγκέντρωση της μελαμίνης να ξεπερνά τα επιτρεπτά όρια. Για τους ενήλικους δεν υπάρχει κίνδυνος. Γενικά η παρουσία της μελαμίνης στην διατροφική αλυσίδα είναι σε πολύ χαμηλά και ακίνδυνα επίπεδα.
Το πρόβλημα αυτό προκάλεσε βέβαια μεγάλη ανησυχία σε ολόκληρο τον κόσμο, ίσως μεγαλοποιημένο και από ορισμένα ΜΜΕ. Όπως και να έχει το πράγμα, η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι περισσότερες χώρες του κόσμου έχουν λάβει τα κατάλληλα μέτρα για την αντιμετώπιση κάθε κινδύνου.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ζήτησε από όλες τις χώρες-μέλη να ελέγχονται αυστηρότερα οι εισαγωγές τροφίμων από την Κίνα. Σε κινέζικα καταστήματα της Αθήνας διαπιστώθηκε μελαμίνη σε γάλα που είχε εισαχθεί από την Κίνα. Στην Ιαπωνία μια μεγάλη Εταιρία τροφίμων απέσυρε χιλιάδες ψωμάκια, στα οποία χρησιμοποιήθηκε γάλα κινεζικής Εταιρίας ενεχόμενης στο σκάνδαλο. Στο Χογκ Κογκ και στη Σιγκαπούρη οι μεγαλύτερες αλυσίδες υπεραγορών (σουπερμάρκετ) αποφάσισαν να αποσύρουν όλα τα γαλακτοκομικά προϊόντα που προέρχονται από την Κίνα. Πολλές άλλες ασιατικές και αφρικανικές χώρες διέκοψαν τις εισαγωγές όλων των γαλακτοκομικών προϊόντων από την Κίνα».

  Εκτιμάτε πως τα ΜΜΕ στρεβλώνουν τα πράγματα – ιδιαίτερα τα τηλεοπτικά μέσα – όσον αφορά την παρουσίαση θεμάτων που έχουν σχέση με το περιβάλλον, τη μόλυνσή του, διογκώνοντας σε ορισμένες περιπτώσεις την πραγματικότητα;

«Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και ιδιαίτερα τα τηλεοπτικά συνήθως διογκώνουν την πραγματικότητα προσπαθώντας να εντυπωσιάσουν τον τηλεθεατή, για να πετύχουν όσο το δυνατό μεγάλο ποσοστό στην τηλεθέαση. Το γεγονός αυτό μέχρις ενός σημείου είναι θεμιτό, όταν γίνεται μέσα στα πλαίσια ενός ευγενούς επαγγελματικού ανταγωνισμού. Ορισμένοι δημοσιογράφοι όμως το παρακάνουν υπερβαίνοντας τα όρια που προβλέπει η δεοντολογία της καλής δημοσιογραφίας. Κατά την παρουσίαση του γεγονότος χρησιμοποιούν ένα ύφος και γενικά έναν τρόπο παρουσίασης που προκαλεί αδικαιολόγητο πανικό και ιδιαίτερα όταν πρόκειται για θέματα ζωής, υγείας, περιβάλλοντος και της μόλυνσής του. Μερικοί μάλιστα στην προσπάθειά τους αυτήν, ως μη ειδικοί, άθελά τους μπορεί να στρεβλώνουν τα πράγματα.
Την τελευταία εικοσαετία ζήσαμε τέτοιες καταστάσεις όλοι μας. Ιδιαίτερα το πλατύ κοινό που δεν έχει τη γνώση των θεμάτων αυτών. Αλλά και οι ειδικοί επιστήμονες, ως γνώστες, δεν πανικοβλήθηκαν μεν, αλλά υπέφεραν κοπιάζοντας καθημερινά να εξηγούν και να καθησυχάζουν έτσι τους μη γνωρίζοντες για το εκάστοτε θέμα που προέκυπτε. Το αναφέρω αυτό από ιδία πείρα. Ας θυμηθούμε τις περιπτώσεις: Των «τρελών αγελάδων», των διοξινών, της νόσου των πτηνών».