Με πολύ καλό μάτι βλέπει η Ουάσιγκτον τη διπλωματική δραστηριοποίηση της Τουρκίας στον ευρύτερο χώρο της Μέσης Ανατολής, γεγονός το οποίο χαροποιεί την κυβέρνηση Ερντογάν, ενοχλεί το Ισραήλ και αναθερμαίνει εθνικιστικές διαθέσεις στους δογματικά χωρισμένους μουσουλμάνους της περιοχής. Ο ισραηλινός πρωθυπουργός Νετανιάχου έθεσε το ζήτημα στον πρόεδρο Ομπάμα κατά την πρόσφατη συνάντησή τους, αλλά δεν ικανοποιήθηκε από την απάντηση που έλαβε, λέγουν πηγές στην Ιερουσαλήμ.
Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ πιστεύει ότι η Τουρκία είναι το μόνο «μέσον» που θα μπορούσε να ευθυγραμμίσει την πολιτική των μουσουλμανικών χωρών της περιοχής και να την κατευθύνει προς ένα τρίπτυχο συμφιλίωσης- ειρήνης- συνεργασίας. Απογοητευμένο από τις αλλεπάλληλες αποτυχίες των προσπαθειών του να αποτρέψει τους ανταγωνισμούς μεταξύ των μουσουλμανικών χωρών της περιοχής και να επιβάλει κάποια μορφή δημοκρατικής διακυβέρνησης υποστηρίζει τα τουρκικά «ανοίγματα» προς το Ιράκ, τη Συρία, την Ιορδανία ακόμη και προς το Ιράν. Το γεγονός ότι αυτά τα «ανοίγματα» βρίσκουν θετική ανταπόκριση στις χώρες όπου απευθύνονται προκαλεί αισιοδοξία στην Ουάσιγκτον και την ελπίδα ότι, σε όχι μακρινό μέλλον, μπορεί να συγκροτηθεί ένα έστω άτυπο μουσουλμανικό «μέτωπο» με δημοκρατικά χαρακτηριστικά, με ειρηνική συνύπαρξη σουνιτών και σιιτών χωρίς φιλοτρομοκρατικές ιδεοληψίες και με πολιτική η οποία σε πολλά σημεία θα προσεγγίζει την αμερικανική πολιτική στη Μέση Ανατολή.
Ορισμένοι αναλυτές-μελλοντολόγοι- και αφθονούν κάτι τέτοιοι στην Ουάσιγκτον- υποστηρίζουν ότι ένα τέτοιο μουσουλμανικό μέτωπο, με επικεφαλής «μια οικονομικώς και πληθυσμιακά ισχυρή Τουρκία», θα μπορέσει να επιβάλει στο Ισραήλ τη συνύπαρξη με τους Παλαιστινίους. Τα τουρκικά «ανοίγματα» στη Μέση Ανατολή έχουν και την υποστήριξη της Ευρώπης. Το Βερολίνο μάλιστα αυτοδιαφημίζεται ότι εκείνο έριξε την ιδέα στον Ερντογάν ενώ στο Παρίσι σημειώνουν πως «ίσως το συμφέρον (της Τουρκίας) δεν είναι η ένταξη στην ΕΕ αλλά (…) η ενίσχυση του ηγετικού όλου της» στη Μέση Ανατολή, γράφει η εφημερίδα «Le Μonde».