Του Σταυρου Λυγερου

Η απειλή της χρεοκοπίας δεν είναι παρά η κατάρρευση ενός μοντέλου ανάπτυξης, που χαρακτηρίσθηκε από την κλεπτοκρατία, τη νεοπλουτίστικη ξιπασιά και σπατάλη, τον ανορθολογισμό και την αυθαιρεσία. Η εν λόγω κατάρρευση απειλεί να συμπαρασύρει και το πολιτικό σύστημα, που είναι κατ’ εξοχήν υπεύθυνο για την επικράτηση και γιγάντωση αυτού του νοσηρού μοντέλου.

Οι πολίτες ρίχνουν το ανάθεμα στους πολιτικούς, κατηγορώντας τους για ανικανότητα, διαφθορά και εξυπηρέτηση ιδιωτικών συμφερόντων. Είναι αλήθεια ότι «το ψάρι βρωμάει απ’ το κεφάλι», αλλά και η κοινωνία δεν είναι αθώα. Ανάμεσα στο πολιτικό σύστημα και στους πολίτες υπάρχει καθεστώς άρρητης συναλλαγής. Οι παραδοσιακές πελατειακές σχέσεις με σκοπό την ψηφοθηρία έχουν μεταλλαχθεί σε μια ευρύτερη συναλλαγή, που έχει διαμορφώσει κλίμα εκατέρωθεν ένοχης ανοχής.

Το πολιτικό σύστημα εξαγοράζει την ανοχή της κοινωνίας στα προνόμια και στην ατιμωρησία του, ανεχόμενο από την πλευρά του μορφές λαϊκής αυθαιρεσίας (την εκτεταμένη διαφθορά των δημοσίων λειτουργών, τη φοροδιαφυγή κ.λπ.). Πρόκειται για τις δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Για να επιβάλλει τον σεβασμό και την εφαρμογή των νόμων, ένα πολιτικό σύστημα πρέπει το ίδιο να είναι αξιόπιστο. Αυτό δεν ισχύει.

Η αμφίδρομη αυτή ένοχη ανοχή έχει διαβρώσει τις αξίες και έχει εγκλωβίσει τις αναπτυξιακές δυνατότητες. Το θετικό της κρίσης είναι ότι καθιστά εξόφθαλμη την πραγματική εικόνα της χώρας, διαλύοντας χρόνιες ψευδαισθήσεις και υποκριτικές πρακτικές. Δεν υπάρχουν πια περιθώρια για να επιβιώσει ούτε η συναλλαγή ούτε η πολιτική χαζοχαρουμενιά. Η κρίση υποχρεώνει τους ψηφοφόρους να προσγειωθούν ανώμαλα στη σκληρή πραγματικότητα. Για χρόνια, κατά κανόνα συμπεριφέρονταν είτε σαν τηλεθεατές με όρους πολιτικού «λάιφ στάιλ», είτε σαν «πελάτες», που επιδιώκουν να έχουν προνομιακή επαφή με την εξουσία.

Προς το παρόν, η πλειοψηφία στηρίζει την κυβέρνηση Παπανδρέου. Εχοντας υποστεί έναν επικοινωνιακό βομβαρδισμό, οι πολίτες έχουν περιέλθει σε πολιτικοψυχολογική αμφιθυμία. Δυσφορούν για τα μέτρα, αλλά κατανοούν ότι πρέπει να αποφευχθούν τα χειρότερα. Με τον πέλεκυ της οικονομικής καταστροφής πάνω από το κεφάλι, η κοινή γνώμη ανέχεται την κυβερνητική πολιτική. Γίνεται πιο ελαστική στην αποδοχή όχι μόνο μεταρρυθμίσεων που ξεβολεύουν, αλλά ακόμα και μέτρων, που υποβαθμίζουν το βιοτικό επίπεδο.

Αυτό δεν σημαίνει καθόλου, ωστόσο, ότι έχει αμβλυνθεί η κρίση πολιτικής αντιπροσώπευσης. Αντιθέτως, η απειλή χρεοκοπίας εκτόξευσε την έλλειψη εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα. Ο λόγος που παρ’ όλα αυτά οι πολίτες στηρίζουν την κυβέρνηση Παπανδρέου είναι η διάχυτη πεποίθηση πως δεν υπάρχει εναλλακτική πολιτική λύση.

Η Ν.Δ. πληρώνει το βαρύ τίμημα των «αμαρτιών» της κυβέρνησης Καραμανλή. Το ποσοστό που απέσπασε στις εκλογές του Οκτωβρίου αντανακλούσε τη φθορά της, αλλά όχι και το πολιτικό κόστος από τη δραματική εικόνα που αποκαλύφθηκε στη συνέχεια. Οι ψηφοφόροι γνώριζαν ότι υπήρχε δημοσιονομικό πρόβλημα, αλλά δεν είχαν συνειδητοποιήσει το μέγεθός του και βεβαίως αγνοούσαν ότι σύντομα θα υποχρεώνονταν να πληρώσουν έναν δυσβάστακτο λογαριασμό.

Η δημοσκοπική διαφορά ΠΑΣΟΚ-Ν.Δ. θα ήταν πολύ μεγαλύτερη εάν δεν είχε μεσολαβήσει η εκλογή Σαμαρά και η προσπάθειά του να γυρίσει σελίδα, αναγνωρίζοντας τις ευθύνες της κυβέρνησης Καραμανλή και χαράζοντας διακριτικά μία διαχωριστική γραμμή. Ο νέος αρχηγός, όμως, είναι αδύνατον να λειτουργήσει σαν κολυμβήθρα του Σιλωάμ για το κόμμα του.

Οπως συμβαίνει πάντα, οι «γαλάζιες» αμαρτίες θα περάσουν σε δεύτερο πλάνο μόνο όταν επικαλυφθούν από νεότερες «πράσινες» αμαρτίες. Εκτός και εάν μέχρι τότε έχει ανατραπεί το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα. Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρ’ ότι δεν έχει προσωπική ευθύνη, είναι υποχρεωμένος να κουβαλήσει τον «σταυρό» του κόμματός του. Κατά συνέπεια, για ένα απροσδιόριστο ακόμα χρονικό διάστημα, η Ν.Δ. δεν αποτελεί αξιόπιστη εναλλακτική λύση.

Εναλλακτική λύση δεν φαίνεται να προκύπτει ούτε από τον χώρο των μικρών κομμάτων. Το ΚΚΕ ακολουθεί τη μοναχική πορεία του. Ο ΣΥΡΙΖΑ λειτουργεί ως κόμμα ενός είδους διαμαρτυρίας, που δεν του επιτρέπει να παίξει στο επίπεδο της εξουσίας. Ο ΛΑΟΣ έβαλε πλάτη στην κυβέρνηση με σκοπό να εμφανισθεί σαν υπεύθυνη πολιτική δύναμη και να αποτινάξει το στίγμα της ακροδεξιάς. Πιθανότατα, η τακτική Καρατζαφέρη θα αποδώσει εκλογικά, αλλά μέχρι εκεί.

Από την πλευρά τους, τα συνδικάτα αντιδρούν, αλλά αποφεύγουν τη μετωπική σύγκρουση. Πέρα από τις κομματικές τους εξαρτήσεις, οι συνδικαλιστικές ηγεσίες αντιλαμβάνονται ότι τουλάχιστον ακόμα δεν υπάρχει τέτοια διάθεση στη βάση. Μέσα σ’ αυτό το πολιτικό τοπίο, οι πολίτες, παρά τη δυσφορία τους, συνεχίζουν να ανέχονται την κυβέρνηση Παπανδρέου, επειδή δεν βλέπουν εναλλακτική λύση.

Εάν, όμως, λόγω των εξελίξεων εξαντληθεί η ανοχή της κοινωνίας προς την κυβέρνηση Παπανδρέου, η απουσία ορατής θεσμικής διεξόδου δεν πρόκειται να εγκλωβίσει για πολύ την κοινωνική δυναμική. Οσο πιο πολύ την καθυστερήσει, τόσο πιο εκρηκτική θα είναι η εκδήλωσή της.

Η κρίση βγάζει με ορμή στην επιφάνεια όσες αντιθέσεις υπέβοσκαν στην περίοδο της ευημερίας. Μεταξύ αυτών και τον ανταγωνισμό μεταξύ Ελλήνων ανέργων και μεταναστών για τις συρρικνωμένες θέσεις χειρωνακτικής εργασίας. Η εκτόξευση της εγκληματικότητας είναι αλάνθαστη συνέπεια και μια μορφή ιδιότυπου «κοινωνικού πολέμου».

Εάν η κυβέρνηση δεν ελέγξει σύντομα την κατάσταση εκ των πραγμάτων θα αποσταθεροποιηθεί και ίσως απαιτηθούν άλλου τύπου λύσεις στο πρόβλημα της διακυβέρνησης. Ακόμα κι αν το ενδεχόμενο κοινωνικής έκρηξης τελικώς αποφευχθεί, το πολιτικό κόστος που θα προκύψει από τις κοινωνικές συνέπειες της κρίσης θα πληρωθεί βαρύτατα στις εκλογές.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ