Ενα ταξίδι αυτές τις ημέρες που οι μουσουλμάνοι γιορτάζουν το Ραμαζάνι στην Κωνσταντινούπολη δημιουργεί εύκολα την εντύπωση στον επισκέπτη ότι πρόκειται για μια πόλη άξια… κληρονόμο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στους πιο κεντρικούς εμπορικούς δρόμους συναντάται πλήθος ανθρώπων, Τούρκων διαφορετικών φυλών και επισκεπτών από τη Δύση αλλά και από τις αραβικές χώρες και το Ιράν, που παραπέμπει στη Βαβέλ. Στις γειτονιές που θεωρούνται προπύργια του πολιτικού Ισλάμ, όπως το Φατίχ, αλλά και στο Εμίνονου, όπου βρίσκεται το Μπλε Τζαμί, κυριαρχούν γιρλάντες με ευχές θρησκευτικού περιεχομένου, όπως «νηστεία, καλή υγεία». Εκατό μουσικοί, χορευτές, ακροβάτες αναπαριστούν την καθημερινότητα επί της εποχής των Σουλτάνων στο σαράι του Τόπκαπι, μια έκθεση για τους ποιητές της οθωμανικής περιόδου πραγματοποιείται στο αεροδρόμιο, ενώ κυριαρχούν, στα πιο τουριστικά σημεία της πόλης, οι ταβέρνες με την επιγραφή «οθωμανική κουζίνα».
Ολα αυτά θα ήταν ανήκουστα μέχρι πριν από μερικά χρόνια. Ωστόσο, η εκλογική νίκη του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης το 2002 συνοδεύτηκε από μια αναθεώρηση της Ιστορίας γύρω από τα θετικά στοιχεία επί της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, τα οποία υποβαθμίστηκαν από το κεμαλικό καθεστώς, όπως η ανεκτικότητα που συνέβαλε στην ειρηνική συνύπαρξη εθνών και πολιτισμών.
Με το βλέμμα στο δημοψήφισμα
Ο νεοοθωμανισμός απορρίφθηκε ως έννοια τόσο από τον πρωθυπουργό, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όσο και από τον υπουργό Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου. Ωστόσο, σε αυτήν τη λέξη αποτυπώνεται καθαρά το νέο δόγμα της τουρκικής κυβέρνησης τόσο για τα εξωτερικά όσο και για τα εσωτερικά θέματα. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο της εφημερίδας «Ζαμάν», Ομέρ Τάσπιναρ, η τουρκική κυβέρνηση κινείται στα βήματα των σουλτάνων, υπό την έννοια ότι επιχειρεί να καταστήσει την Τουρκία ισχυρή στο διεθνές πολιτικό σκηνικό με σημαντική επιρροή στην περιοχή της, που θα αγκαλιάζει ταυτόχρονα τη Δύση και την Ανατολή.
Στο εσωτερικό η κυβέρνηση προσπαθεί να ευαισθητοποιήσει τους πολίτες για την ειρηνική συνύπαρξη των διαφόρων εθνών και φυλών που ζουν στη χώρα, προτάσσοντας την ειρηνική συνύπαρξη με τους Κούρδους. Ο Τάσπιναρ τονίζει ότι με την πολιτική αυτήν η κυβέρνηση αποστασιοποιείται από το κεμαλικό δόγμα, που στρέφεται κατά των ισλαμιστών και της πολυφυλετικότητας. Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές και διπλωμάτες, το πιο πρόσφατο παράδειγμα της πολιτικής που ακολουθείται από την κυβέρνηση Ερντογάν είναι η άδεια που δόθηκε για την τέλεση θείας λειτουργίας, για πρώτη φορά μετά από 88 χρόνια, στην ιερά μονή της Παναγίας, στο όρος Μελά στην Τραπεζούντα. Με την πολιτική αυτήν, η κυβέρνηση προσπαθεί να παραγκωνίσει την παραδοσιακή ελίτ, δηλαδή τους στρατιωτικούς και τους δικαστές, καθώς και τα αντιπολιτευόμενα Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα, που ιδρύθηκε από τον Ατατούρκ, και Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης, τα οποία αποτελούν σήμερα τις ισχυρότερες φωνές του κεμαλισμού στο τουρκικό Κοινοβούλιο.
Δεν είναι τυχαίο ότι η ανάδειξη σημειώνεται τη στιγμή που γίνονται οι προετοιμασίες για το δημοψήφισμα, το οποίο εκτιμάται ότι θα κρίνει αν οι στρατιωτικοί και οι δικαστικοί θα τεθούν υπό τον έλεγχο της πολιτικής ηγεσίας ή αν θα εξακολουθήσουν να απολαμβάνουν την ισχύ που ορίζεται από το ισχύον Σύνταγμα. Το τελευταίο συντάχθηκε επί της δικτατορίας του στρατηγού Κενάν Εβρέν τη δεκαετία του ’80.
Μνημονεύοντας τους σουλτάνους