του Σ.Π. Κοτρώτσου, ειδική συνεργασία με την εφημερίδα “Αποκαλύψεις”

Λίγο μετά την υπογραφή του Μνημονίου με την τρόικα, έγραφα απ’ αυτή τη στήλη πως το μείζον ζήτημα δεν είναι τόσο αυτό καθ’ αυτό το συμβόλαιο με τους δανειστές μας, όσο το τι θα συμβεί μετά το Μνημόνιο («η Ζωή μετά», για να θυμηθούμε την πρόσφατη εξαιρετική ταινία, μεταφυσικών ανησυχιών του Κλιντ Ιστγουντ).

Για τον απλούστατο λόγο πως το Μνημόνιο δεν είναι μόνο ένα κείμενο με στόχους και αριθμούς. Το Μνημόνιο είναι, τελικά, οι ίδιοι οι άνθρωποι. Οσοι, δηλαδή, βιώνουν τις συνέπειες των μέτρων. Και σημείωνα, τότε, πως το μέγα πρόβλημα που θα μπορούσε να ανακύψει είναι να εφαρμοστεί το Μνημόνιο αλλά να εξοντωθούν οι άνθρωποι. Να πετύχει, δηλαδή, η εγχείρηση και να πεθάνει ο ασθενής.

Δυστυχώς για τον πρωθυπουργό ο κίνδυνος αυτός είναι, πλέον, κάτι περισσότερο από ορατός. Εχουμε αρχίσει να τον ζούμε.

 

Είναι κάτι περισσότερο από προφανές πως «ο λογαριασμός δεν βγαίνει». Μας το λένε οι Γερμανοί –οι οποίοι φυσικά και δεν μας συμπαθούν, αλλά, όπως και να το κάνουμε, απλή αριθμητική γνωρίζουν-, μας το λένε οι «τροϊκανοί», περίπου το ομολογεί, τώρα, και ο υπουργός Οικονομικών, υπό την πίεση των συναδέλφων του και των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ.

Η τελευταία επικαιροποίηση του Μνημονίου ήρθε, απλώς, να επιβεβαιώσει ότι ο κίνδυνος της χρεοκοπίας ουδέποτε εξαλείφθηκε εντελώς. Σε αντίθεση με όσα λέει η κυβέρνηση, το σενάριο παραμένει πιθανό. Και μαζί με αυτό και το άλλο περί αναδιάρθρωσης.

Από την άλλη, το οικονομικό επιτελείο οφείλει να αναζητήσει επιπλέον 20 δισ. μέχρι το 2014 και είναι βέβαιο πως το ποσό αυτό θα προέλθει από περαιτέρω μειώσεις μισθών και μηδενισμό των δημοσίων επενδύσεων (πλην ΕΣΠΑ), άρα με ακόμα εντονότερη εσωτερική υποτίμηση και πάγωμα της αγοράς, αλλά και ακόμα εντονότερη ύφεση.

Η κυβέρνηση γνωρίζει, επίσης, πως ο περιώνυμος στόχος της «αξιοποίησης» (;) της δημόσιας περιουσίας, που θα μπορούσε να αποφέρει έως και 50 δισ., δεν είναι τίποτε περισσότερο από μία τρύπα στο νερό. Εκτός εάν εκποιηθεί και η τελευταία συμμετοχή του ελληνικού Δημοσίου σε τράπεζες, ΟΠΑΠ και εισηγμένες (πρώην) ΔΕΚΟ –ακόμα και τότε, πάντως, τα ποσά που μπορεί να συγκεντρώσει είναι πολύ μικρότερα.

Οταν, λοιπόν, οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ καλούν τον πρωθυπουργό να πει όλη την αλήθεια και να μιλήσει με ειλικρίνεια στο λαό, ζητούν απαντήσεις για το αυτονόητο. Πώς, δηλαδή, μία χώρα σε βαθιά ύφεση και χωρίς επαρκή «εργαλεία», που θα μπορούσαν να προκαλέσουν ανάπτυξη (ευέλικτη δημόσια διοίκηση, αναπτυξιακό νόμο, χωροταξικό σχεδιασμό κοκ.), μπορεί να φτάσει σε πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, να βγει, ξανά, για δανεισμό στις διεθνείς αγορές και να φθάσει στο σημείο να αποπληρώνει το υπέρογκο χρέος της (340 δισ., σήμερα, ίσως πάνω από 500 δισ. τα επόμενα χρόνια).

Διότι, τελικά, ο μεγάλος κίνδυνος για τον Γιώργο Παπανδρέου είναι να στερέψει εντελώς η προσδοκία των πολιτών. Μέχρι τώρα ανταποκρίθηκαν διά της ανοχής τους στις θυσίες του Μνημονίου, επειδή πίστεψαν πως αυτό είναι η λύση, και ότι αυτή η λύση οδηγεί στην έξοδο από την κρίση.

Ο κόσμος μπορεί να δεχθεί πως ποτέ στο μέλλον η χώρα δεν θα ξαναζήσει στην αφελή ευφορία του υπερδανεισμού και της υπερκατανάλωσης. Εκείνο που δεν μπορεί να δεχθεί είναι ότι θα ζει για πάντα με διαλυμένο κοινωνικό κράτος, ανεργία, ισχνές αμοιβές και συντάξεις, πολύ μακριά από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Ο μεγάλος εχθρός, λοιπόν, είναι η διάψευση κάθε προσδοκίας. Κι αυτό μπορεί εύκολα να μετατρέψει τη σιωπηλή οργή σε κοινωνική έκρηξη.