Του Ιωάννη Τουλουμάκου

Βασικές αρχές

Κάθε εθνικά και κοινωνικά αποδεκτή και βιώσιμη λύση στην παρούσα κρίση της χώρας προϋποθέτει μια νέα διακυβέρνηση που θα βασίζεται στη σχέση σταθερής εμπιστοσύνης μεταξύ κυβερνώντων, διοικούντων και λαού. Με τη σχέση αυτή θα μπορεί να αξιοποιεί στο μέγιστο δυνατό τις εθνικές δυνάμεις στο σύνολό τους – αυτές που διαθέτει η χώρα κι εκείνες των αποδήμων· να στηρίζει έκτακτες ρυθμίσεις, νέους θεσμούς και την αναμόρφωση των παλαιών όπως το επιβάλλουν οι περιστάσεις και το απαιτεί η επιβίωση του έθνους· και πριν και πάνω από όλα αυτά, να μεριμνά για την αντικειμενική και νηφάλια πληροφόρηση, αυτονόητα αναγκαία από τον κατά κανόνα σύνθετο χαρακτήρα των βασικών προβλημάτων. Σε αυτά τα προβλήματα αναφέρονται τα σχετικά λίγα δεδομένα και οι προτάσεις που ακολουθούν.

Στο παρόν πρώτο άρθρο: Η ΑΝΙΣΟΚΑΤΟΝΟΜΗ ΤΟΥ ΕΙΣΟΔΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΉ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ

Πόσο χρήσιμη είναι η αντικειμενική και νηφάλια πληροφόρηση για το ως επί το πλείστον με γενικούς αφορισμούς εκτιθέμενο στην κοινή γνώμη πρόβλημα της ανισοκατανομής του εισοδήματος στη χώρα μας με τα κοινωνικά του παρεπόμενα δείχνουν δύο παλαιότερα δημοσιεύματα στον ημερήσιο τύπο (το ένα από τον Οκτώβριο του 2003, το άλλο από το Μάιο του 2009) οι διαπιστώσεις των οποίων μπορούν ή μάλλον πρέπει να συνδυαστούν με τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα προσφάτως δημοσιευμένα αριθμητικά δεδομένα σχετικά με τραπεζικές καταθέσεις στο εσωτερικό και στο εξωτερικό.

  1. Στο πρώτο δημοσίευμα, άρθρο οικονομικού συντάκτη έγκριτης εφημερίδας, το φαινόμενο της ανισοκατανομής περιγράφεται ως εξής:

«Στη δεκαετία που πέρασε η Ελλάδα έζησε μια μεγάλη και βίαιη ανισοκατανομή εισοδημάτων. Τεράστια ποσά άλλαξαν χέρια. Προφανώς, από τους πάρα πολλούς, στους πολύ ολίγους. Ένα μεγάλο τμήμα των εισοδημάτων που συσσωρεύτηκαν στην δεκαετία του ’80 μεταφέρθηκε στο “πορτοφόλι” ολίγων επιχειρηματιών, εισοδηματιών και άλλων, συχνά σκοτεινών, εκπροσώπων μιας ιδιόμορφης πολιτικοοικονομικής κάστας. Μια κάστα και γύρω της μια ευνοημένη μερίδα συμπολιτών μας, που πρωταγωνιστεί στο ρόλο του συνοδοιπόρου των ίδιων αυτών κέντρων οικονομικής εξουσίας. Ένα μεγάλο μέρος του σωρευμένου πλούτου μεταφέρθηκε στα ταμεία του κράτους, μέσω αυξημένης φορολογίας, υψηλότερου πληθωρισμού και πώλησης δημόσιας περιουσίας. Στο δεύτερο μισό της προηγούμενης δεκαετίας και, πολύ χειρότερα, τα τρία τελευταία χρόνια, η αναδιανομή των εισοδημάτων έγινε αγριότερη. Αρχίζοντας από το μεγάλο παιχνίδι της χρηματιστηριακής τραγωδίας, μέσω της οποίας, κυρίως στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου του 2000 και των πρώτων μηνών που την ακολούθησαν, κολοσσιαία ποσά κεφαλαίων “εξαφανίστηκαν” προς όφελος ιδιωτικών λογαριασμών. Ο άλλος πλατύς δρόμος αναδιανομής του πλούτου ήταν, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90, η κατανομή προμηθειών και έργων του κράτους και των κρατικών επιχειρήσεων. Στην πλούσια αυτή λεωφόρο οι “εθνικοί προμηθευτές” συναντήθηκαν με τους “τζογαδόρους του χρηματιστηρίου” επιτυγχάνοντας ένα εκπληκτικό ξέπλυμα χρήματος, νομιμοποιώντας δηλαδή κέρδη και περιουσίες που είχαν δημιουργηθεί σε “σκοτεινές” περιστάσεις. Οι δυο παραπάνω δρόμοι βρέθηκαν στην ίδια κοίτη και, πολύ σύντομα, υποδέχτηκαν τα αφρισμένα νερά των κοινοτικών κονδυλίων» (Μ. Παπαδημητρίου, εφημ. “Καθημερινή”, 10.10.2003).

  1. Στο δεύτερο άρθρο που υπογράφεται από τον τότε Γενικό Γραμματέα της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας επισημαίνονται μεταξύ άλλων και τα εξής:

«Σε κάθε περίπτωση το ποσοστό του κινδύνου της φτώχειας στη χώρα μας από 20% έως 23%, από το 1994 έως το 2007, είναι μεγαλύτερο από ό,τι στις χώρες τις Ε.Ε.»…

«Το μερίδιο του εισοδήματος του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού είναι 6 φορές υψηλότερο από το εισόδημα του φτωχότερου 20% του πληθυσμού»…

«Η αναδιανεμητική επίδραση των κοινωνικών παροχών του κράτους πρόνοιας είναι περιορισμένη σε σχέση με τις άλλες χώρες της Ε.Ε. και αυτοί οι περιορισμένοι πόροι που διατίθενται για τα κοινωνικά επιδόματα δεν φτάνουν σε εκείνους που θα έπρεπε να είναι οι δικαιούχοι. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι το φτωχότερο 10% του πληθυσμού λαμβάνει το 6,6% των κοινωνικών επιδομάτων (πλην συντάξεων), έναντι 12,5% που λαμβάνουν τα μεσαία στρώματα και 7,4% το πλουσιότερο 10% του πληθυσμού. Με τον τρόπο αυτό είναι προφανές ότι τελικά δεν διασφαλίζεται ένα ελάχιστο επίπεδο διαβίωσης για τα φτωχά και οικονομικά ασθενέστερα νοικοκυριά, ενώ ο κατακερματισμός και η γραφειοκρατία του συστήματος παροχών είναι πιθανόν να δημιουργούν εκ των πραγμάτων διακρίσεις μεταξύ διαφορετικών κατηγοριών δικαιούχων» (Μ. Κοντοπυράκης, Η κατανομή του εισοδήματος στην Ελλάδα, εφημ. “Καθημερινή” 14.5.2001).

  1. Τα αριθμητικά δεδομένα που αφορούν τις καταθέσεις είναι τα ακόλουθα:

α. Πίνακας καταθέσεων εσωτερικού από την Τράπεζα της Ελλάδος, από τον οποίο προκύπτει ότι το σύνολο των καταθέσεων το Δεκέμβριο του 2010 ήταν 208,8 δις ευρώ. Το 54,2% του ποσού αυτού δηλαδή 113,25 δις ευρώ είναι κατατεθειμένο στο Νομό της Αττικής (βλ. συνημμένο πίνακα).

β. Σύμφωνα με δημοσίευμα στον ημερήσιο τύπο η Γενική Γραμματεία του Υπουργείου Οικονομικών εκτιμά τις καταθέσεις Ελλήνων στην Ελβετία σε 150 δις ευρώ (θεωρώντας τον αριθμό των 600 δις, κατά πληροφορίες του περιοδικού “Der Spiegel”, υπερβολικό (Μ. Κατσουνάκη, Μαύρο χιούμορ όπως μαύρο χρήμα, Εφημ. «Καθημερινή», 9.2.2011). Εντύπωση προξενεί η δήλωση του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Οικονομικών που παρατίθεται στο ίδιο άρθρο ότι «τα χρήματα αυτά έχουν ελεγχθεί κατά την κατάθεσή τους» που σημαίνει προφανώς πως οι καταθέτες είναι γνωστοί. Η Γραμματεία του ίδιου υπουργείου εκτιμά τον αριθμό των καταθετών του εξωτερικού σε 30.000. (Β. Μανδραβέλη, Στο μικροσκόπιο 30.000 καταθέτες, εφημ. «Καθημερινή» 5.6.2011).

γ. Κατά τη διάρκεια του 2010 κατατέθηκαν στο εξωτερικό περίπου 30 δις ευρώ – το πρώτο τρίμηνο μάλιστα 15 έως 17 δις (εφημ. «Καθημερινή», 6.3.2011), για να συνεχιστούν οι εκροές κατά το τρέχον έτος έτσι ώστε τον περασμένο Απρίλιο οι καταθέσεις στο εσωτερικό να έχουν πέσει στα 163,8 δις.

Συμπεράσματα

Από τη σύντομη αυτή επισκόπηση προκύπτουν τα εξής συμπεράσματα:

  • Ότι το σύνολο των καταθέσεων εσωτερικού και εξωτερικού είναι περίπου ίσο με το εξωτερικό χρέος (340 δις ευρώ) – πράγμα που σημαίνει ότι οι ευκατάστατοι ιδιώτες έγιναν περισσότεροι και πλουσιότεροι και το κράτος φτωχότερο ως τη χρεοκοπία. Η σημασία του φαινομένου θα γινόταν εμφανέστερη εάν υπήρχαν συγκριτικά δεδομένα από άλλες χώρες.
  • Ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού του εισοδήματος ή πλούτου οφείλεται στις καταστάσεις και τους μηχανισμούς που περιγράφονται στα δύο πρώτα δημοσιεύματα, δηλαδή προέκυψε από προοριζόμενους για το κοινωνικό σύνολο πόρους και όχι από παραγωγικές επιδόσεις.

Πρόταση

Ένα αναγκαστικό ομολογιακό δάνειο με τη δέσμευση ποσού ίσου προς το 1/5 των καταθέσεων που υπάρχουν ακόμη στη χώρα μας, δηλαδή περίπου 35 δις ευρώ, που θα μπορούσε σε κάποιο βαθμό να αυξηθεί με κανονικό ομολογιακό δάνειο από τους Έλληνες του εξωτερικού, είναι ίσως η μόνη ενδεδειγμένη λύση κατά την παρούσα κρίση, εφόσον:

  • θα εκάλυπτε άμεσες και μερικές μεσοπρόθεσμες ανάγκες και θα βελτίωνε τη διαπραγματευτική θέση της χώρας έναντι των δανειστών της
  • θα αποτελούσε πράξη κοινωνικής δικαιοσύνης που θα απέτρεπε ενδεχόμενους (ακριβέστερα: πιθανούς) κοινωνικούς κλυδωνισμούς
  • με τη συλλογικότητα της συμμετοχής θα γινόταν η μόνη από ψυχολογική και πολιτική άποψη ορθή αφετηρία της προσπάθειας για την οικονομική ανάκαμψη αλλά και την πολύπλευρη αναμόρφωση της δημόσιας ζωής. 

Διαβάστε το δεύτερο μέρος ΕΔΩ

πηγή