Tων Mario Blejer και Guillermo Ortiz / The Economist(Πρώην διοικητών των Κεντρικών Τραπεζών Αργεντινής και Μεξικού, αντιστοίχως)

Οι χειρισμοί της Ευρώπης στην κρίση χρέους υπήρξαν ολέθριοι. Οι ηγέτες της Ευρωζώνης μετέτρεψαν ένα διαχειρίσιμο οικονομικό πρόβλημα, της Ελλάδας, σε πολιτικό αίνιγμα από το οποίο διακυβεύεται η επιβίωση του ενιαίου νομίσματος. Η επιμονή να συμμετάσχει στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους ο ιδιωτικός τομέας οδήγησε σε μετάδοση της κρίσης.

Τη δεκαετία του 1990 στη Λατινική Αμερική έγινε «κούρεμα» του χρέους όταν είχαν προχωρήσει σημαντικά η δημοσιονομική προσαρμογή και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Στην Ελλάδα δεν ισχύει αυτό. Παρά τις δραστηριότητες χορήγησης ρευστότητας από την ΕΚΤ και την πιθανή νέα στήριξη στην Αθήνα, η Ελλάδα θα εξακολουθήσει να αποτελεί πηγή αβεβαιότητας. Η χώρα βρίσκεται σε βαθύτατη ύφεση: το ΑΕΠ της έχει υποχωρήσει και η ανεργία αυξάνεται επί τρία συνεχή έτη.

Πολλοί αναλυτές υποστηρίζουν πως θα ήταν καλύτερα να βγει η Ελλάδα από την Ευρωζώνη. Συχνά επικαλούνται την απόφαση που έλαβε το 2002 η Αργεντινή να αποσυνδέσει το νόμισμά της από το δολάριο. Είναι αλήθεια πως μετά την υποτίμηση του πέσο και μια επώδυνη (αλλά σύντομη) περίοδο προσαρμογής, η Αργεντινή γνώρισε έξι χρόνια ταχείας ανάπτυξης. Η περίπτωσή της, όμως, υπήρξε μοναδική. Οι υψηλές τιμές των εξαγωγών της οδήγησαν σε πλεονάσματα και η συνετή δημοσιονομική διαχείριση διασφάλισε εσωτερική ισορροπία. Η Ελλάδα δεν μπορεί να προσβλέπει σε ευνοϊκές εξωτερικές συνθήκες ενώ βρίσκεται ήδη σε ύφεση.

Η Αργεντινή δεν μπορούσε παρά να αποσυνδέσει το νόμισμά της εφ’ όσον η σύνδεσή του με το δολάριο ήταν μια μονομερής επιλογή που δεν συνοδευόταν από τη στήριξη εταίρων ή από θεσμικά δίχτυα ασφαλείας. Η Ελλάδα συμμετέχει σ’ έναν πολυμερώς συμφωνηθέντα σχηματισμό, ικανό να της προσφέρει τη χρηματοδότηση που χρειάζεται για να διευκολύνει την προσαρμογή.

Στην Αργεντινή, μόλις διεφάνη πιθανότητα υποτίμησης του νομίσματος, άρχισαν οι μαζικές αναλήψεις των καταθέσεων. Για να αποτραπεί η κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, η κυβέρνηση επέβαλε περιορισμούς στις αναλήψεις, το γνωστό ως corralito. Αμέσως κατέρρευσε το ΑΕΠ εξαιτίας της έλλειψης ρευστότητας και πιστώσεων και ακολούθησαν κοινωνικές ταραχές, χάος και τελικά πτώση της κυβέρνησης. Κάτι αντίστοιχο στην Ελλάδα θα είχε πολύ πιο καταστρεπτικές συνέπειες, δεδομένου ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Ευρώπης έχει ενοποιηθεί.

Η έξοδος από το ευρώ θα υπαγορεύσει μετατροπή του ενεργητικού και των υποχρεώσεων των τραπεζών στο νέο νόμισμα όπως και όλων των συμβολαίων, τιμών και μισθών. Η μετατροπή δανείων και καταθέσεων σε δραχμές θα ωφελήσει όσους χρωστούν στις τράπεζες και θα βλάψει τους καταθέτες, προκαλώντας νέες κοινωνικές ταραχές.

Μετά την υποτίμηση του πέσο, οι επιχειρήσεις της Αργεντινής διαπραγματεύονταν επί χρόνια με τους ξένους πιστωτές τους και πολλές δεν απέφυγαν την πτώχευση. Η κατάσταση των ελληνικών επιχειρήσεων μπορεί να είναι χειρότερη γιατί στην Ελλάδα θα χρειαστεί να μετατραπούν όλα τα συμβόλαια.

Εξάλλου, η επαναφορά ενός νομίσματος που έχει καταργηθεί είναι πιο δύσκολη. Θα είναι πολύ δύσκολο να οικοδομηθεί εμπιστοσύνη στη δραχμή εν μέσω κρίσης και σχεδόν αδύνατον να πεισθούν οι επενδυτές να τοποθετηθούν σε ένα νόμισμα που είχε καταργηθεί και επανήλθε.

Παραμένει, όμως, το ερώτημα: πώς μπορεί να ανακτήσει η Ελλάδα την ανταγωνιστικότητά της χωρίς υποτίμηση;

Εκείνο που χρειάζεται δεν είναι μια έξοδος από το ευρώ αλλά ένα πλαίσιο προσαρμοσμένο στις συνθήκες της Ευρωζώνης και της Ελλάδας. Ενα πλαίσιο που να αναγνωρίζει πως η διαδικασία της προσαρμογής θα παραταθεί σε έναν χρονικό ορίζοντα περίπου 10 ετών. Η ανταγωνιστικότητα θα αναβαθμιστεί ως αποτέλεσμα της προσαρμογής και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και όχι ως προϋπόθεση για τη χορήγηση βοήθειας. Το πρόγραμμα πρέπει να προβλέπει πως η Ελλάδα θα παραμείνει αποκλεισμένη από τις αγορές και ότι θα χρειαστεί μεγάλη και μακροπρόθεσμη στήριξη. Αυτού του είδους το πρόγραμμα μπορεί να σχεδιασθεί και να εφαρμοσθεί καλύτερα εντός της Ευρωζώνης. Το ΔΝΤ δεν διαθέτει τους κατάλληλους μηχανισμούς για μακροχρόνιες δεσμεύσεις. Η Ελλάδα έχει ξεκινήσει ένα μακρύ και δύσκολο ταξίδι που θα είναι λιγότερο τραυματικό και περισσότερο επιτυχές εντός της Ευρωζώνης, όχι έξω από αυτήν.