Του Χαραλαμπου Παπασωτηριου, Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων και Στρατηγικής του Παντείου Πανεπιστημίου και διευθυντή του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων

Η παγκόσμια οικονομική κρίση έχει προκαλέσει το μεγαλύτερο άνοιγμα της ψαλίδας στη διμερή ελληνοτουρκική στρατηγική ισορροπία κατά τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες. Το ΑΕΠ της Ελλάδας συρρικνώνεται συνεχώς από το 2009, ενώ η τουρκική οικονομία ανέκαμψε πολύ δυναμικά μετά μια σύντομη ύφεση το 2009. Η συνεπαγόμενη αλλαγή στον διμερή καταμερισμό οικονομικής ισχύος θα προκαλέσει μάλλον -έπειτα από μια χρονική καθυστέρηση λόγω του χρόνου που χρειάζεται για την ολοκλήρωση νέων εξοπλιστικών προγραμμάτων- άνοιγμα της ψαλίδας και όσον αφορά τη στρατιωτική ισχύ.

Η σύγκριση του ΑΕΠ Ελλάδος και Τουρκίας δείχνει την εξέλιξη του ελληνοτουρκικού καταμερισμού οικονομικής ισχύος κατά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες. Το 2002, το ελληνικό ΑΕΠ ανερχόταν στο 62,9% του αντίστοιχου τουρκικού. Το 2007 στο 47,1% και το 2010 στο 41%. Τα ποσοστά υπολογίσθηκαν με βάση τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας για τα ΑΕΠ με βάση τρέχουσες ισοτιμίες. Συμπεριλήφθηκε το έτος 2002, όταν η Τουρκία είχε μόλις βιώσει βαθιά οικονομική κρίση, ενώ η Ελλάδα παρουσίαζε σχετικά υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, με αποτέλεσμα να βελτιωθεί πρόσκαιρα η θέση της Ελλάδας.

Τα στοιχεία σταματούν στο 2010, καθώς είναι η πιο πρόσφατη χρονιά στη βάση δεδομένων της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το 2011 η ελληνική οικονομία συνέχισε να συρρικνώνεται, ενώ το τουρκικό ΑΕΠ ανέβηκε κατά 8%. Υπάρχουν μεν κάποιες ενδείξεις ότι η τουρκική οικονομία είναι σε φάση φούσκας και ενδέχεται να γνωρίσει ύφεση. Προς το παρόν, πάντως, η ελληνική οικονομική κρίση σε συνδυασμό με την τουρκική οικονομική ανάπτυξη οδηγούν σε τέτοιο άνοιγμα της ψαλίδας στην οικονομική ισχύ, ώστε το ελληνικό ΑΕΠ να κινδυνεύει να πέσει μόλις στο ένα τρίτο του τουρκικού ΑΕΠ.

Η οικονομική υπεροχή δεν εκφράζεται αυτόματα σε στρατηγική υπεροχή. Στο παρελθόν η Ελλάδα δαπανούσε μεγαλύτερο ποσοστό του ΑΕΠ για την άμυνα από ό, τι η Τουρκία. Το διαφαινόμενο άνοιγμα της οικονομικής ψαλίδας όμως είναι τόσο μεγάλο, που μπορεί κανείς με σχετική βεβαιότητα να συμπεράνει ότι σε λίγα χρόνια θα ανοίξει και μια στρατιωτική ψαλίδα.

Η διαφαινόμενη αύξηση της τουρκικής στρατηγικής υπεροχής δεν σημαίνει αυτόματα ότι θα προκύψει επιθετικότητα. Στην παρούσα συγκυρία η Τουρκία έχει στραμμένη την προσοχή της στη Μέση Ανατολή και τον μουσουλμανικό κόσμο. Ωστόσο διαθέτοντας στρατηγική υπεροχή, η τωρινή ή μια άλλη ενδεχομένως κεμαλική τουρκική κυβέρνηση ενδέχεται να μπει στον πειρασμό να την αξιοποιήσει με αυξημένες πέσεις προς την Ελλάδα και την Κύπρο.

Εφόσον συνειδητοποιήσουμε από τώρα ότι εισερχόμαστε σε περίοδο αυξημένου κινδύνου, μπορούμε να αποφύγουμε τον στρατηγικό αιφνιδιασμό μας παίρνοντας από νωρίς μέτρα μείωσης του κινδύνου τόσο στον χώρο της στρατιωτικής στρατηγικής όσο και στον χώρο της διπλωματίας.

Σημαντικό παράδειγμα αποτελεί η Κύπρος, που με επιδέξιους χειρισμούς δρομολόγησε την εκμετάλλευση των υποθαλάσσιων φυσικών πόρων της με τη σύμπραξη του Ισραήλ, αξιοποιώντας τις πολιτικές εντάσεις που έχουν προκύψει μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ τα τελευταία χρόνια. Ανάλογες κινήσεις για την εξασφάλιση συγκεκριμένων εθνικών στόχων και συμφερόντων οφείλει να δρομολογήσει και η ελληνική εξωτερική πολιτική. Ειδικά όσον αφορά το Ισραήλ, ο χρόνος τρέχει. Οι εντάσεις μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ είναι κυρίως σε επίπεδο κυβερνήσεων. Οι υπηρεσιακοί παράγοντες ειδικά στις ένοπλες δυνάμεις των δύο κρατών θα ήθελαν να δουν υπέρβαση των εντάσεων. Επομένως η όποια ευκαιρία δεν θα υπάρχει ίσως για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Υπό το πρίσμα του επικίνδυνου ανοίγματος της ψαλίδας στην ελληνοτουρκική στρατηγική ισορροπία έχει ιδιαίτερη σημασία η Ελλάδα να παραμείνει στο ευρώ και την Ε. Ε. Είναι γεγονός ότι η Ε. Ε δεν αποτελεί αμυντική συμμαχία και βρίσκεται μακράν μιας κοινής άμυνας των εξωτερικών συνόρων της. Ωστόσο αποτελεί έναν βαρυσήμαντο οικονομικό και πολιτικό παράγοντα στην ευρύτερη περιφέρειά μας. Η Ελλάδα θα είναι πολύ πιο ευάλωτη εκτός ευρώ και Ε. Ε. από ό, τι μέσα στις τάξεις της Ευρώπης.