Του Μάριου Ευρυβιάδη

Η διεθνής πολιτική και το διεθνές σύστημα βρίσκονται σε μια πρωτοφανή ρευστότητα και η κάθε εξέλιξη, που φαίνεται ασήμαντη εκ πρώτης όψεως, χρήζει άμεσης παρακολούθησης από Αθήνα και Λευκωσία ανεξάρτητα από τα όποια προβλήματα, εν προκειμένω οικονομικά, που ταλανίζουν τα δύο κράτη.

Στον άμεσο περίγυρω μας, Ουάσινγκτον και Άγκυρα συντονίζονται στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο για να ποδηγετήσουν  τις εξελίξεις στην Μέση Ανατολή και, σε συνεργασία με το καθεστώς της Σαουδικής Αραβίας, να ανατρέψουν τα δύο καθεστώτα της Συρίας και του Ιράν, που θεωρούν εχθρικά.

Την εβδομάδα που πέρασε καταγράφηκαν τρείς εξελίξεις που παραπέμπουν στον συντονισμό Ουάσινγκτον, Άγκυρας και Ριάντ με στρατηγικό στόχο, πάντοτε, την ανατροπή του καθεστώτος των μουλλάδων στη Τεχεράνη ενώ ταυτόχρονα αυξάνονται οι πιέσεις κατά της Δαμασκού. Η τελευταία θεωρείται ο αδύνατος κρίκος στον άξονα Συρίας- Ιράν.

Στην Ουάσινγκτον είναι  θέμα χρόνου ο αποχαρακτηρισμός μιας ιρανικής αντικαθεστωτικής οργάνωσης, της Μουζαχεντίν –η- Καλκ, από τρομοκρατική σε μη τρομοκρατική. Εδώ και δεκα-πέντε χρόνια η οργάνωση αυτή είναι χαρακτηρισμένη ως “τρομοκρατική” από το Αμερικανικό Υπουργείο Εξωτερικών λόγω συνεργασίας της με το καθεστώς Σαντάμ Χουσείν αλλά και διότι πρίν την κατάρρευση του καθεστώτος του Σαχή, το 1979, η οργάνωση σκότωνε Αμερικανούς πολίτες στο Ιράν. Σήμερα η οργάνωση αυτή, με ανεξήγητους οικονομικούς πόρους, έχει δημιουργήσει πανίσχυρους πληρωμένους φίλους στην Ουάσινγκτον. Δύο απο τους ισχυρότερους είναι ο πρώτος  Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας του Ομπάμα, Στρατηγός Τζονς και ο πρώην αρχηγός της C.I.A  επί Κλίντον Γουίλιαμ Γουσλέϊ. Και οι δύο μαζί, με πολλά μέλη του Κογκρέσου συνηγορούν υπέρ του αποχαρακτηρισμού της οργάνωσης, ενώ η Υπουργός Εξωτερικών Κλίντον της κλείνει εδώ και καιρό το μάτι. Έτσι ο άλλοτε παλιός εχθρός της Ουάσινγκτον γίνεται τώρα φίλος ,αφού είναι εχθρός του εχθρού- της Τεχεράνης των μουλάδων.

Η δεύτερη  εξέλιξη αφορά σ’ένα συνέδριο που έλαβε χώρα στην Άγκυρα την τρέχουσα εβδομάδα (12-13 Μαϊου). Μια οργάνωση, η International South Azerbaijan Turks National Council, οργάνωσε συνέδριο για τους “Τούρκους” του Ιράν στις αίθουσες του Azerbaijan Cultural  Association στην Άγκυρα. Ποιό ήταν το αίτημα των τριακοσίων περίπου συνέδρων; Η ανεξαρτησία, με ειρηνικά μέσα πάντοτε υπογραμμίζουν, των Τούρκων του Ιράν!  Πόσοι είναι αυτοί, κατά την οργάνωση; Ο ισχυρισμός είναι ότι απαριθμούν 35 εκ. δηλαδή, την πλειοψηφία του Ιράν!

Εδώ χρειάζεται μια μικρή παρένθεση. Ο πληθυσμός του Ιράν είναι περίπου 75 εκ. Το 65% είναι Πέρσες, περίπου 16% Αζέροι (5εκ.), περίπου 7% είναι Κούρδοι και οι υπόλοιποι διάφορες μειονότητες . Οι Αζέροι του Ιράν  είναι τουρκογενείς, μιλούν μια συγγενική με την τουρκική γλώσσα και εντοπίζονται στα σύνορα  Αζερμπαϊζάν και Ιράν. Εκεί, κατά τους συνέδρους, επιδιώκεται η δημιουργία ενός ανεξάρτητου κράτους με την ονομασία “Νότιο Αζερμπαϊτζάν ”. Οι Αζέροι όμως του Ιράν δεν είναι Σουννίτες, όπως οι Τούρκοι και η πλειοψηφία των Αζέρων του Αζερμπαϊτζάν, αλλά Σιίτες. Στην μεγαλύτερη δε  πλειοψηφία τους είναι πολιτισμικά Πέρσες. Στο ιερατείο των Σιιτών του Ιράν ένας μεγάλος αριθμός αποτελέιται απο Αζέρους.

Η επίσημη θέση της Άγκυρας είναι ότι δεν ενθαρρύνει τέτοιου είδους διασπαστικές εκδηλώσεις στην επικράτειά της. Ωστόσο, ως “δημοκρατική” χώρα δεν μπορούσε , ισχυρίσθηκε, να απαγορεύσει την συγκεκριμένη εκδήλωση. Επίσημα η Άγκυρα διατηρεί άριστες σχέσεις με την Τεχεράνη. Το εμπόριο μεταξύ τους ανθεί και συνεργάζονται αγαστά για την καταπολέμηση των αποσχιστικών ενεργειών των κουρδικών τους πληθυσμών.

Στο ζήτημα αυτό θα υπάρξουν ενδιαφέρουσες εξελίξεις μεταξύ Τουρκίας και Ιράν που χρήζουν της δικής μας παρακολούθησης.  Είναι προφανές ότι η Άγκυρα, που ιστορικά θεωρεί το Ιράν μαζί με την Αίγυπτο ως τους μοναδικούς ανταγωνιστές της για την ηγεμονία της Μέσης Ανατολής, επιδιώκει την εξασθένιση του Ιράν, ακόμα και τον κατακερματισμό του. Κάτι αντίστοιχο κατά  του Ιράν επιδιώκουν οι  Αμερικάνοι και οι Σαουδάραβες. Είναι εξίσου προφανές ότι το Ιράν δεν θα καθήσει με σταυρωμένα χέρια. Θα χρησιμοποιήσει για να αμυνθεί το πιο αποτελεσματικό του όπλο, τον Σιιτισμό, του οποίου είναι απόλυτος ηγέτης.

Η τρίτη εξέλιξη αφορά ακριβώς τη φοβία όλων των Σουνιτικών καθεστώτων στη Μέση Ανατολή, συμπεριλαμβανομένων και αυτού της Τουρκίας, έναντι του Σιιτισμού, δηλαδή έναντι του Ιράν. Και  αυτή αφορά στη πρόσφατα ανακοινωθείσα πρόταση της Ριάντ για πολιτική ένωση μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Μπαχρέϊν.

Μια απρόσμενη για τους Δυτικούς συνέπεια της Αραβικής Άνοιξης είναι ότι αυτή έφθασε και στην περιοχή  του Περσικού Κόλπου, απειλώντας τους δύο πυλώνες της Αμερικανικής στρατηγικής στην περιοχή. Απειλείται άμεσα το δυναστικό και  δεσποτικό καθεστώς της οικογένειας Αλ Καλίφα, το οποίο με την βοήθεια των Βρετανών αποικιοκρατών απέσπασε από την Περσία και έθεσε υπο τον έλεγχο της την περιοχή του Μπαχρέιν. Το πρόβλημα είναι ότι η δυναστική μοναρχία των Αλ Καλίφα είναι Σουνίτες ενώ η πλειοψηφία των Αράβων στο Εμιράτο, κοντά στο 80%, είναι Σιίτες υποστηριζόμενοι απο την Τεχεράνη. Οι εξεργέσεις στο Μπαχρέιν, που σχετίζονται με την Αραβική Άνοιξη, πνίγηκαν στο αίμα απο την δυναστεία των Αλ Καλίφα. Η κατάπνιξη της εξέργεσης έγινε δυνατή με την άμεση στρατιωτική συνδρομή των Σαουδαράβων και με την επιδοκιμασία και στήριξη της Ουάσινγκτον.

Η τελευταία όχι μόνο δεν αναγνωρίζει καμία ομοιότητα της εξέργεσης στο Μπαχρέιν με τα γεγονότα στην Τυνησία, Αίγυπτο, Λιβύη και τώρα στην Συρία, αλλά αντίθετα θεωρεί την εξέργεση των Σιιτών του Μπαχρέϊν ως  εσωτερικά μικροεπεισόδεια, άσχετα με τη καταπίεση και την έλλειψη δημοκρατικών θεσμών στο Μπαχρέϊν. Πίσω από την Αμερικανική στήριξη της δυναστείας Αλ Καλίφα υπάρχει και ο ανομολόγητος στρατηγικός λόγος. Στο Μπαχρέϊν, που διαθέτει το καλύτερο λιμάνι του Περσικού Κόλπου, ελλιμενίζεται όλος ο Αμερικανικός 5ος Στόλος. Εδώ βλέπουμε να εκφράζεται σε όλο της το μεγαλείο, η μόνη αμερικανική αρχή που παραμένει πάντοτε απαραβίαστη από την Ουάσιγκτον – η αρχή της σκοπιμότητας.

Ωστόσο ούτε οι Αμερικάνοι, ούτε οι Σαουδάραβες μπορούν να επαναπαύονται σε ότι αφορά στο Μπαχρέϊν, ειδικά διότι δεν έχουν εμπιστοσύνη οτι η οικογένεια Αλ Καλίφα θα συνεχίσει να ελέγχει τα πράγματα. Φοβούνατι ότι απο το Μπαχρέιν μπορεί να αρχίσει ένα ντόμινο που θα παρασύρει και τη Σαουδική Αραβία . Γι’ αυτό ακριβώς τον λόγο γινόμαστε μάρτυρες της πρότασης- στρατήγημα των Σαουδαράβων, για πολιτική ένωση με το Μπαχρέϊν. Η κίνηση είναι προληπτικά στρατηγική και  έγινε ενθουσιωδώς αποδεκτή από την δυναστεία των Αλ Καλίφα. Ως πολιτική κίνηση φαίνεται να αποτελεί το πρώτο βήμα για κάτι ακόμη πιο φιλόδοξο. Την πολιτική ένωση και των υπόλοιπων εμιράτων του Περσικού Κόλπου ( Κουβέϊτ, Ομάν, Κατάρ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα) τα οποία μαζί τη Σαουδική Αραβία.  συναποτελούν το Gulf Cooperation Council.

Η στρατηγική αυτή για  ενοποίηση αποσκοπεί στη θωράκιση της Σαουδικής Αραβίας και εν γένει των Σουνιτικών καθεστώτων ενάντι του Σιιτικού Ιράν. Αποτελεί ταυτόχρονα μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου που συσχετίζεται με τις  άλλες δυο προαναφερθείσες εξελίξεις και που εκπορεύονται από Ουάσιγκτον και Άγκυρα. Λόγω ακριβώς του στρατηγικού ρόλου που η ισλαμική Τουρκία διαδραματίζει στους  αμερικανικούς σχεδιασμούς, το δικό μας συμφέρον θα ζημιωθεί εάν οι σχεδιασμοί αυτοί ευοδωθούν. Από την άλλη, στα ανθρώπινα πράγματα και δη τα διακρατικά δρώμενα, λειτουργεί πολλές φορές η αριστοτελική αρχή της ετερογονίας  των σκοπών. Αυτοί  που επιμελώς σκάβουν λάκκους για τους άλλους είναι πολύ πιθανόν να πέσουν μέσα οι ίδιοι. Στην Τουρκία υπάρχουν πάνω από 70 καταγραμμένες εθνότητες/ μειονότητες.  Από αυτές οι Κούρδοι ξεπερνούν το ένα τρίτο του πληθυσμού ( η Κωνσταντινούπολη είναι ήδη πλειοψηφικά κουρδική) ενώ από πλευράς θρησκείας, ένα ίδιο ποσοστό αποτελείται από Αλεβίτες, μια εκδοχή  του Σιιτισμού. Στην δε Σαουδική Αραβία, που είναι το ποιο σκοταδιστικό και θρησκευτικά εξτρεμιστικό κράτος στον κόσμο, η πλειοψηφία του πληθυσμού στις πετρελαϊκές της περιοχές που γειτνιάζουν με το Ιράν είναι Σιίτες. Οψόμεθα.