Του William Godwin

Οι αρχές της δικαιοσύνης  απορρέουν από την υπόθεση της ισότητας των ανθρώπων. Αυτή η ισότητα είναι είτε φυσική είτε ηθική. H φυσική ισότητα μπορεί να θεωρηθεί είτε όσον αφορά τη δύναμη του σώματος είτε όσον αφορά τις ικανότητες του μυαλού. Αυτό το μέρος του θέματος έχει εκτεθεί σε σοφιστείες και εναντιώσεις. Έχει ειπωθεί “ότι το αντίστροφο αυτής της ισότητας είναι το συμπέρασμα της εμπειρίας μας. Μεταξύ των ατόμων των ειδών μας, στην πραγματικότητα διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχουν δύο όμοια. Ένας άνθρωπος είναι δυνατός, και ένας άλλος αδύναμος. Ένας άνθρωπος είναι σοφός, και ένας άλλος ανόητος. Όλα αυτά που υπάρχουν στον κόσμο της ανισότητας των συνθηκών πρέπει να εντοπιστούν σε αυτό ως πηγή τους. Ο δυνατός άνθρωπος κατέχει την δύναμη να υποτάξει, και ο αδύναμος χρειάζεται ένα σύμμαχο για να προστατευτεί. Το συμπέρασμα είναι αναπόφευκτο: η ισότητα των συνθηκών είναι μια χιμαιρική υπόθεση, ούτε είναι δυνατόν να περιοριστεί στην πράξη, ούτε και επιθυμητό αν κάτι τέτοιο μπορούσε να γίνει. “

Σύμφωνα με αυτή τη δήλωση δύο παρατηρήσεις μπορούν να γίνουν. Πρώτον, αυτή η ανισότητα ήταν στις απαρχές της απείρως λιγότερη από ότι είναι σήμερα. Στην ακαλλιέργητη κατάσταση του ανθρώπου, οι ασθένειες, η θηλυπρέπεια και η πολυτέλεια ήταν ελάχιστα γνωστές· και, κατά συνέπεια, η δύναμη του καθενός πολύ περισσότερο είχε να κάνει με τη δύναμη του γείτονά του. Στην ακαλλιέργητη κατάσταση του ανθρώπου, οι αντιλήψεις όλων ήταν περιορισμένες, οι επιθυμίες τους, οι ιδέες και οι απόψεις τους πρωτόλειες. Θα περίμενε κανείς ότι, φεύγοντας για πρώτη φορά από αυτήν την κατάσταση, μεγάλες ανωμαλίες θα παρουσιαζόντουσαν· και είναι το αντικείμενο της μεταγενέστερης σοφίας και προόδου να αμβλύνει αυτές τις ανωμαλίες.

Δεύτερον, παρά τις καταπατήσεις που έχουν γίνει πάνω στην ισότητα του ανθρώπινου γένους, μια μεγάλη και ουσιαστική ισότητα παραμένει. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη δυσαρμονία μεταξύ του ανθρώπινου γένους απ’ το να μπορέσει ένας άνθρωπος να κρατήσει αρκετά άλλα άτομα σε υποταγή, παρά μόνο στο μέτρο που είναι πρόθυμα να υποταχθούν. Όλες οι κυβερνήσεις βασίζονται στην εξουσιοδότηση. Οι άνθρωποι σήμερα ζουν κάτω από κάποια συγκεκριμένη μορφή επειδή αντιλαμβάνονται ότι έχουν συμφέρον να το κάνουν. Ένα τμήμα μάλιστα της μιας κοινότητας ή αυτοκρατορίας μπορεί να υποταχθεί δια της βίας· αλλά αυτό δεν μπορεί να είναι η ατομική δύναμη του δεσπότη τους· πρέπει να είναι η δύναμη ενός άλλου μέρους της κοινότητας, που είναι της γνώμης ότι είναι συμφέρον της να υποστηρίξει την εξουσία του. Καταστρέψτε τη γνώμη αυτή, και το οικοδόμημα το οποίο είναι χτισμένο επάνω της καταρρέει. Προκύπτει επομένως ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ουσιαστικά ανεξάρτητοι. — Μέχρι τώρα για την φυσική ισότητα.

Η ηθική ισότητα εξακολουθεί να είναι λιγότερο ανοικτή σε λογική εξαίρεση. Με τo ηθική ισότητα αντιλαμβάνομαι, την ορθότητα του να εφαρμόζεται ένας αμετάβλητος κανόνας δικαιοσύνης σε κάθε περίπτωση που μπορεί να εγερθεί. Αυτό δεν μπορεί να αμφισβητηθεί, παρά μόνο μετά από επιχειρήματα που θα ανέτρεπαν την ίδια τη φύση της αρετής. “Η ισότητα”, βεβαιώνεται, “θα είναι πάντα μια ακατάληπτη φαντασίωση, εφόσον οι ικανότητες των ανθρώπων θα είναι άνισες, και οι υποτιθέμενοι ισχυρισμοί τους δεν έχουν ούτε εγγύηση ούτε την έγκριση να μπορούν να υλοποιηθούν.”1 Αλλά σίγουρα η δικαιοσύνη είναι επαρκώς κατανοητή από την ίδια τη φύση της, άσχετα από την εξέταση του κατά πόσον μπορεί ή όχι να περιοριστεί στην πράξη. Η δικαιοσύνη έχει σχέση με όντα προικισμένα με αντίληψη, και ικανά για ευχαρίστηση και πόνο. Τώρα προκύπτει άμεσα από τη φύση τέτοιων όντων, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε αυθαίρετη πολίτευμα, ότι η ευχαρίστηση είναι ευάρεστη και ο πόνος απεχθής, ότι η ευχαρίστηση να είναι επιθυμητή και ο πόνος απορριπτέος. Είναι επομένως απλό και λογικό ότι τέτοια όντα θα πρέπει να συνεισφέρουν, στο μέτρο που μπορούν, στην ευχαρίστηση και το όφελος προς αλλήλους. Ανάμεσα στις απολαύσεις, κάποιες είναι πιο εκλεπτυσμένες, πιο αγνές και λιγότερο επισφαλείς από ό,τι άλλες. Είναι ακριβώς αυτές που θα πρέπει να προτιμούνται.

Από αυτές τις απλές αρχές μπορούμε να εξάγουμε την ηθική ισότητα του ανθρώπινου γένους. Είμαστε κοινωνοί μιας κοινής φύσης, και οι ίδιες αιτίες που συμβάλλουν προς όφελος του ενός θα συμβάλλουν προς όφελος του άλλου. Οι αισθήσεις μας και οι ικανότητές μας έχουν την ίδια αξία. Οι απολαύσεις μας και οι πόνοι μας θα είναι ως εκ τούτου ίδιες. Είμαστε όλοι μας προικισμένοι με λογική, ικανοί να συγκρίνουμε, να κρίνουμε και να συμπεραίνουμε. Η πρόοδος επομένως που είναι επιθυμητή για τον έναν είναι επιθυμητή για τον άλλο. Θα πρέπει να είμαστε προνοητικοί για τους εαυτούς μας, και χρήσιμοι για τους άλλους με τον ίδιο τρόπο που υψωνόμαστε πάνω από την σφαίρα της προκατάληψης. Η ίδια ανεξαρτησία, η ίδια ελευθερία από οποιοδήποτε τέτοιο περιορισμό, όπως θα πρέπει να μας εμποδίσει απ’ το να παραδίνουμε τα ηνία τη δικής μας κρίσης, ή το να εκφράζουμε, πάνω σε όλες τις περιπτώσεις, ό,τι κι αν νομίζουμε πως είναι αληθινό, θα συμβάλλει στην πρόοδο όλων. Aυτές είναι συγκεκριμένες δυνατότητες και μια βέβαιη κατάσταση περισσότερο επωφελής για κάθε άνθρωπο, και είναι ακριβώς ότι αυτή θα πρέπει να κοινοποιείται σε όλους, σχεδόν όπως και η γενική οικονομία θα επιτρέπει.

Υπάρχει πράγματι ένα είδος ηθικής ανισότητας, παράλληλη με τη φυσική ανισότητα που έχει ήδη περιγραφεί. Η μεταχείριση στην οποία οι άνθρωποι εξουσιοδοτούνται πρέπει να κριθεί απ’ τα πλεονεκτήματα και τις αρετές τους. Αυτή η χώρα δεν θα ήταν η έδρα της σοφίας και της λογικής όπου ο ευεργέτης των ειδών του θα υποληπτόταν περισσότερο από ό,τι οι εχθροί τους. Αλλά στην πραγματικότητα αυτή η διάκριση, από το να είναι μέχρι στιγμής αντίθετη στην ισότητα σε κάθε υποστηρίξιμη έννοια, είναι φιλική προς αυτήν, και κατά συνέπεια γνωστή με την ονομασία της αμεροληψίας [equity], ένας όρος που έχει την ίδια προέλευση. Εν τούτοις κατά μία έννοια μια εξαίρεση, τείνει στον ίδιο σκοπό στον οποίο η ίδια η αρχή οφείλει την αξία της. Υπολογίζεται να ενσταλάξει σε κάθε αγκαλιά μια άμιλλα υπεροχής. Το πράγμα που είναι όντως επιθυμητό είναι η αφαίρεση όσο το δυνατόν περισσότερων αυθαίρετων διακρίσεων, και αφήνοντας ανεπηρέαστο στα ταλέντα και την αρετή το πεδίο των προσπαθειών. Θα πρέπει να προσπαθούμε να παρέχουμε σε όλους τις ίδιες ευκαιρίες και την ίδια ενθάρρυνση, και να καταστήσουμε τη δικαιοσύνη το κοινό συμφέρον και επιλογή.



[1] “On a dit-que nous avions tous les mêmes droits. J’ignore ce que c’est rue les mêmes droits, où il y a inégalité de talens ou de force, et nulle garantie, nulle sanction.” Raynal, Revolution d’Amérique, σ. 34

Μετάφρ. aixmi