Aν η Ευρώπη ήταν μια σοβαρή υπόθεση, είτε θα είχε μεριμνήσει από την αρχή για ένα σοβαρό μνημόνιο είτε θα έσπευδε τώρα να αποτρέψει την καταστροφή της Ελλάδας. Δεν είναι, όμως, μια σοβαρή υπόθεση η Ευρώπη

Του Μενέλαου Τασιόπουλου

Πόσες πιθανότητες μπορεί να έχουν οι εναπομένουσες «ορθόδοξες» ευρωπαϊκές, μνημονιακές δυνάμεις στην Ελλάδα., που έχουν σχηματίσει την κυβέρνηση συνασπισμού, υπό την πρωθυπουργία Σαμαρά, να πετύχουν μια αναστροφή της κατάστασηςΕλάχιστες, και αυτό γιατί πέρα από τις προθέσεις τους, τις προγραμματικές τους δηλώσεις, τις προτεραιότητές τους και τον σχεδιασμό τους, θα έπρεπε να τύχουν της συνδρομής της τρόικας και των αφεντικών της. Ειδικά αυτών που σχετίζονται με την ευρωπαϊκή υπερδομή. Τίποτα όμως σχετικό δεν συμβαίνει. Για τον απλούστατο λόγο ότι η τρόικα και τα μνημόνια το μόνο που μπορούν να επιτύχουν είναι η καταστροφή της οικονομίας της Ελλάδας και το «πλιάτσικο» της δημόσιας και των ιδιωτικών περιουσιών. Τα πάντα έχουν εξελιχθεί σε ένα επικοινωνιακό μπρα ντε φερ, για το ποιος θα χρεωθεί την «ελληνική τραγωδία». Οι υπερεθνικοί θεσμοί της Ευρώπης και το ΔΝΤ ή οι ελληνικές κυβερνήσεις;

Στη λογική αυτή, άλλωστε, η ευρωπαϊκή δομή κινείται και στις υπόλοιπες χώρες. Είτε πρόκειται για την Ιταλία και την Ισπανία, είτε για την Πορτογαλία και την Ιρλανδία, είτε για την Κύπρο και την επερχόμενη Σλοβενία. Το όλο σχήμα είναι λάθος, αλλά η Ελλάδα διακρίνεται ως ιδιαιτερότητα γιατί προηγείται χρονικά όλων των άλλων. Η καταστροφή, δηλαδή, που εμφανίζεται το 2012 στην Ελλάδα με την ύφεση, την ανεργία, την αποκεφαλαιοποίηση, τη διάχυτη αμηχανία, θα εμφανιστεί κατ’ αντιστοιχία στην Ιταλία το 2013, αρχές 2014. Στην Ισπανία λίγο πριν, όπως και στην Πορτογαλία, και ούτω καθεξής. Το ενδιαφέρον, λοιπόν, με την έννοια αυτή για την Ελλάδα είναι ξεχωριστό.

Διαχέεται η αντίληψη ότι για τη Γερμανία και τον «κλειστό πυρήνα» του ευρώ ή τη γραφειοκρατία των Βρυξελλών η Ελλάδα είναι χρήσιμη για την ευρωπαϊκή ιδέα, μόνον σε σχέση με την αποχώρησή της από την Ευρωζώνη. Η περιπέτειά της στη συνέχεια, μετά την έξοδό της από το ευρώ, θα αποτελέσει παράδειγμα αποφυγής για τους υπόλοιπους, που θα είναι απολύτως συνεπείς και πειθαρχημένοι με τα κελεύσματα της υπό συγκρότηση, γερμανικού χαρακτήρα, νέας Ευρώπης.

Κάτι τέτοιο θα μπορούσε να λειτουργήσει αν τα προγράμματα των άλλων χωρών, ασχέτως της διαφορετικότητας των ζητημάτων που τις οδήγησαν στη δημοσιονομική απόκλιση, είχαν διαφορετική βάση από το ελληνικό. Οταν όμως ακούς το πρόγραμμα της Ιταλίας να ξεκινά και εκείνο με την απελευθέρωση των ταξί και την επέκταση της λειτουργίας των φαρμακείων, τότε πολύ εύκολα καταλαβαίνεις ότι μπορεί η Ελλάδα να στερείται σοβαρότητας και συγκρότησης, αλλά και ολόκληρη η κεντρική δομή, η λήψη των αποφάσεων, της Ευρώπης βρίσκεται στην ίδια κατάσταση.

Η Ευρώπη στερείται κάθε σοβαρότητας, αλλά λειτουργεί σε συγκεκριμένη λογική. Υφεση, δημοσιονομική πειθαρχία στη μείωση των δαπανών, αποπληθωρισμός, χαμηλά επιτόκια σε επίπεδο κεντρικής τράπεζας, μεταφορά κεφαλαίων και καταθέσεων από την «περιφέρεια» στις κεντρικές οικονομίες και ειδικά στη Γερμανία, ενιαίο τραπεζικό δίκτυο.

Αυτό, επίσης, που είναι αξιοπρόσεκτο στην περίπτωση της Ελλάδας που θα ισχύσει, αν δεν εξελίσσεται και στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης ή της Ενωσης γενικά, είναι ο τρόπος που η Γερμανία, αλλά και κάποιες άλλες δυνάμεις, όπως για παράδειγμα η Γαλλία του Σαρκοζί, αλλά μάλλον όχι του Ολάντ, κερδίζουν έδαφος από την προγραμματισμένη ήττα των υπολοίπων. Στο ελληνικό παράδειγμα οι δημόσιες επιχειρήσεις και η ακίνητη περιουσία των Ελλήνων έχουν μοιραστεί από την αρχή, με συγκεκριμένο τρόπο. Τηλεπικοινωνίες και ενέργεια στους Γερμανούς και νερά ή τρένα στους Γάλλους. Οι Γερμανοί, επίσης, μπαίνουν στα αεροδρόμια, αφού πριν είχαν δέσει στο άρμα της Λουφτχάνσα τις ελληνικές αεροπορικές εταιρείες, αλλά και στα λιμάνια με την εταιρεία διαχείρισης του λιμανιού του Αμβούργου.

Σε μια διευρυμένη εικόνα μέσα στην επόμενη τριετία το ίδιο θα συμβεί και στις άλλες χώρες της Ευρωζώνης, όποτε κι αν διαλυθεί αυτή. Οι Γερμανοί και οι σύμμαχοί τους δεν θα αποχωρήσουν ποτέ –ή με πολύ ακριβό αντίτιμο– από τις «κατακτήσεις» τους.

Σε συνθήκες όπως αυτές δεν ενδιαφέρεται το Βερολίνο και η ελεγχόμενη από αυτό γραφειοκρατία των Βρυξελλών να σώσει κάποια χώρα. Στην Ελλάδα, για παράδειγμα, στις τελευταίες εκλογές οι πολίτες επείσθησαν ότι για να υπάρξει καλύτερο αποτέλεσμα, για τη σταθεροποίηση και την ανάκαμψη της χώρας, θα έπρεπε να υπερψηφιστούν οι πιο φιλοευρωπαϊκές πολιτικές δυνάμεις, από την Κεντροδεξιά μέχρι την Αριστερά. Θα ήταν μια σωστή προσέγγιση αν μιλούσαμε για μια σοβαρή Κοινότητα. Αλλά στην παρούσα Ευρώπη, τα πάντα θα καταλήγουν σε λάθος, εκτός από την αποχώρηση και την ενεργητική αντίσταση στη νέα γερμανική δομή, που ενδεχομένως θα προηγηθεί.

Η τρόικα, ο Ράιχενμπαχ, ο Χούφτελ (αλήθεια, τι κάνει αυτός ο Γερμανός εμπιστοσύνης της Μέρκελ στον ελληνικό Βορρά; μήπως ετοιμάζει τον διαχωρισμό της Θράκης και τη «γερμανοποίηση» της Μακεδονίας με ολίγη ή περισσότερη Τουρκία;), ο νέος επίτροπος που θα διοριστεί, δεν είναι τεχνοκράτες με την ευρεία έννοια. Είναι εκπρόσωποι και όργανα του γερμανικού παράγοντα ή της διεθνούς των τραπεζών από την πλευρά των πιστωτών.

Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, οι πιέσεις τους στη νέα ελληνική κυβέρνηση δεν έχουν κάποια λογική ή σειρά. Θέλουν να επιφέρουν ένα αποτέλεσμα υπέρ της εργοδοσίας τους, θεωρώντας όλους τους Ελληνες, και φυσικά τις κυβερνήσεις τους, αναλώσιμες. Κανονικά κάτι τέτοιο δεν θα έπρεπε να μας κάνει εντύπωση. Απλά τέτοια φαινόμενα τα έχουμε συνδέσει με χώρες της Αφρικής ή της Λατινικής Αμερικής και μας κάνουν εντύπωση όταν τα καταγράφουμε σε μια χώρα της Ευρωζώνης.

Η τρόικα και τα κλιμάκια του Ράιχενμπαχ είναι εμφανές ότι δεν θα δώσουν δεύτερη ευκαιρία ούτε στον παρόντα συνασπισμό πολιτικών δυνάμεων, κι ας είναι ο τελευταίος της ευρωπαϊκής ορθοδοξίας που διαθέτει το εγχώριο πολιτικό σύστημα.

Θα ζητήσουν μείωση μισθών στον δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, απολύσεις χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων, θα επιμείνουν στην κατάρρευση των εργασιακών σχέσεων και την πλήρη αποκεφαλαιοποίηση του ιδιωτικού τομέα, τα ποσά που χρωστάει το Δημόσιο κατά προτεραιότητα στις ξένες εταιρείες που έχουν εμπλακεί σε κρατικές προμήθειες και το «μπον φιλέ», αυτής της τρίτης περιόδου, όσο το δυνατόν περισσότερες απεθνικοποιήσεις-αποκρατικοποιήσεις. Ατέρμονο «πλιάτσικο» εις βάρος της Ελλάδας, χωρίς προδιαγραφές και κέρδη για τους Ελληνες.

Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση Σαμαρά θα πρέπει άμεσα να επικεντρωθεί στον εξορθολογισμό και την πιο γρήγορη απάλειψη των περίφημων «δίδυμων ελλειμμάτων». Του πρωτογενούς και εκείνου του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Η Ελλάδα πρέπει να ετοιμάζεται για κάθε ενδεχόμενο. Η Ευρώπη είναι ήδη σχεδόν έτοιμη. Η κυβέρνηση Σαμαρά οφείλει, εντός μνημονίων όπως πιστεύει, να είναι με την πλευρά των Ελλήνων. Η αντιπολίτευση, από την άλλη πλευρά, μείζον και ελάσσων, θα πρέπει να προετοιμάζει τα πλάνα Β, εκτός μνημονίων και τρόικας.

Η Ευρώπη είναι μια πολύ γελοία επανάληψη του αποικιοκρατικού παρελθόντος της, για να μην προετοιμαζόμαστε να την εγκαταλείψουμε. Αλλωστε, η πρώτη παγκόσμια ευρωπαϊκή δύναμη, χωρίς μάλιστα τον βαρβαρισμό των επόμενων, ήταν οι Ελληνες. Αν διαβάσουν προσεχτικά την ιστορία τους και μιλήσουν με το DNA τους, οι σημερινοί Ελληνες θα καταλάβουν ότι εμείς καλύτερα απ’ όλους ξέρουμε τη διαδρομή για την Ασία. Ο δρόμος για την Ινδία και το Αφγανιστάν, που ξεκινά απ’ την Περσία. Οι Γερμανοί του μισού Ρήνου ας χαθούν και πάλι στα απάτητα βουνά του Μέλανα Δρυμού, αναζητώντας τις ρίζες τους στη συνεχή επανάληψη του αέναου βαρβαρισμού τους. Και όσοι «Ευρωπαίοι» θέλουν ας τους ακολουθήσουν. Αλλά έχουμε δρόμο μέχρι τότε, και τον χειρότερο. Πολλά ναρκοπέδια…