Του Νίκου Μπέλλου, 

 

Kλίμα αισιοδοξίας καλλιεργείται στις Βρυξέλλες και τις μεγάλες πρωτεύουσες της ευρωζώνης γενικότερα για μια ισχυρή συνολική απόφαση σχετικά με την Ελλάδα στη συνεδρίαση του Εurogroup, την προσεχή Τρίτη. Το βέβαιο είναι ότι βρίσκονται σε εξέλιξη προχωρημένες συζητήσεις μεταξύ των κοινοτικών αξιωματούχων, Ευρωπαίων ηγετών, αλλά και του ΔΝΤ, προκειμένου τα ανοιxτά ζητήματα να κλείσουν…

Η κυριαρχούσα άποψη μεταξύ των Ευρωπαίων εταίρων είναι ότι η συνολική απόφαση πρέπει να είναι πολύ δυνατή, ώστε να αλλάξει η σημερινή αρνητική ψυχολογία και να εκλείψει οριστικά ο κίνδυνος εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη, ο οποίος παραλύει την οικονομική δραστηριότητα αποθαρρύνοντας τους υποψήφιους επενδυτές.

Ωστόσο, υπάρχουν δυσκολίες στη συνεννόηση με το ΔΝΤ, δεδομένου ότι οι Ευρωπαίοι, με τη Γερμανίδα καγκελάριο ‘Ανγκελα Μέρκελ στην εμπροσθοφυλακή, έχουν τραβήξει μια «κόκκινη γραμμή» την οποία δεν μπορούν να περάσουν: αποκλείουν το κούρεμα των διμερών δανείων προς την Ελλάδα, όπως απαιτεί ο διεθνής οργανισμός, ώστε το ελληνικό χρέος να καταστεί βιώσιμο. Καμία ευρωπαϊκή κυβέρνηση δεν πρόκειται σ’ αυτή τη φάση να συναινέσει σε μια τέτοια απόφαση, διότι θα προκαλούσε τις έντονες αντιδράσεις των Ευρωπαίων φορολογουμένων, οι οποίοι αρνούνται να φορτωθούν μέρος του ελληνικού χρέους.

Δεδομένου ότι δεν θα υπάρξει κούρεμα του επίσημου χρέους, οι Ευρωπαίοι εταίροι επιδιώκουν να ενισχύσουν σε πολύ μεγάλο βαθμό τις άλλες συνιστώσες της απόφασης ώστε το ΔΝΤ να πειστεί πως η Ελλάδα μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της και να συνεχίσει να στηρίζει τη χώρα.

Οι εξελίξεις ήταν ραγδαίες μετά τη συνεδρίαση του Εurogroup της περασμένης Δευτέρας και την αντιπαράθεση πολλών εταίρων, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, με την επικεφαλής του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, να προειδοποιεί ότι ο διεθνής οργανισμός θα αποχωρήσει από την Τρόικα εάν το χρέος δεν καταστεί βιώσιμο. Και για το ΔΝΤ βιώσιμο είναι το χρέος εάν διασφαλίζεται ότι μέχρι το 2020 θα μειωθεί στο 120% του ΑΕΠ. Οι Ευρωπαίοι πρότειναν όπως ο στόχος του 2020 να μετατεθεί για το 2022, ωστόσο προσέκρουσαν στην απόλυτη άρνηση της Γαλλίδας αξιωματούχου.

Την επόμενη μέρα άρχισαν να δημοσιοποιούνται σενάρια για προχωρημένη λύση που ουδείς συζητούσε μέχρι εκείνη τη στιγμή. Αυτό έγινε προκειμένου να εξαντληθεί κάθε προσπάθεια εξόδου της Ελλάδας από την ύφεση, αλλά και να μειωθεί το δημόσιο χρέος χωρίς κούρεμα. Ειδικότερα, σε σχέση με την επόμενη δόση, το συνολικό ποσό από 31,3 δισ. ευρώ που συζητούσαν αρχικά τώρα φαίνεται ότι έχει φτάσει τα 44 δισ. ευρώ, αφού προστίθενται η δόση που δεν δόθηκε το περασμένο καλοκαίρι και μέρος της δόσης του Δεκεμβρίου.

Σχετικά με τη διετή επιμήκυνση της δημοσιονομικής προσαρμογής, οι επιλογές είναι διαφορετικές σε σχέση με τις αρχικές συζητήσεις. Τώρα φαίνεται ότι οι εταίροι προσανατολίζονται στο μηδενισμό του spread των 150 μονάδων βάσης που πληρώνει σήμερα η Ελλάδα πέραν του διατραπεζικού επιτοκίου. Και επιπλέον συζητούν και την επιστροφή στη χώρα μας των κερδών από τα υφιστάμενα διμερή δάνεια, καθώς επίσης και την παράταση της αποπληρωμής τους. Συζητείται επίσης -και βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο, παρά τις τεχνικές δυσκολίες- η διάθεση ενός μέρους της δόσης για την αγορά ελληνικών ομολόγων στη δευτερογενή αγορά σε τιμές χαμηλότερες της ονομαστικής αξίας τους.

Ακόμη, οι εταίροι βρίσκονται σε συζητήσεις με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και κεντρικές τράπεζες κρατών-μελών, ώστε να περάσουν με έμμεσο τρόπο στην Ελλάδα τα κέρδη που έχουν αποκομίσει από τα ελληνικά ομόλογα αξίας 50-60 δισ. ευρώ που έχουν στην κατοχή τους και τα οποία αγόρασαν το 2010 περίπου στο 70% της ονομαστικής αξίας τους.

Όλα τα παραπάνω μέτρα εκτιμάται ότι θα μειώσουν το χρέος και θα δημιουργήσουν ευνοϊκές συνθήκες και στην αγορά, δεδομένου ότι, εκτός των άλλων, με χρήματα της δόσης θα εξοφληθεί ένα μέρος των συνολικών οφειλών του κράτους σε ιδιωτικές επιχειρήσεις, οι οποίες σήμερα ανέρχονται σε 8,9 δισ. ευρώ.

Φυσικά για την επιτυχία του εγχειρήματος χρειάζεται οπωσδήποτε να πειστεί και το ΔΝΤ, διαφορετικά μια αποχώρηση του διεθνούς οργανισμού από τη στήριξη της Ελλάδας θα είχε καταστροφικές συνέπειες για το σύνολο της ευρωζώνης, αφού θα προκαλούσε τεράστια αναταραχή στις αγορές.

 

Η Κομισιόν άνοιξε το δρόμο για εξαγωγές επί πιστώσει

Απαραίτητες για την έξοδο της Ελλάδας από την ύφεση το ταχύτερο δυνατό κρίνονται και κάποιες άλλες κινήσεις, όπως αυτή που έγινε την περασμένη βδομάδα, χάρη στην ευελιξία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Κομισιόν παράκαμψε προσωρινά τους κοινοτικούς κανόνες, επιτρέποντας στους εταίρους να δώσουν κρατικές εγγυήσεις για τις εξαγωγές προϊόντων προς την Ελλάδα με πίστωση.

Σήμερα οι ελληνικές εταιρίες αγοράζουν μόνο τοις μετρητοίς πρώτες ύλες και διάφορα προϊόντα από τα άλλα κράτη-μέλη διότι οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις δεν καλύπτονται από τις ασφαλιστικές εταιρίες για την πληρωμή σε περίπτωση χρεοκοπίας της χώρας. Η Γαλλία ξεκίνησε πρώτη την εφαρμογή του μέτρου δίνοντας σε ασφαλιστική εταιρία εγγυητικό κεφάλαιο που θα επιτρέψει ξανά τις πωλήσεις στην Ελλάδα με πίστωση.

Θα χρειαστεί να «τρέξουν» τα κοινοτικά κονδύλια προς τη χώρα μας, που σήμερα ανέρχονται σε περίπου 10 δισ. ευρώ, ώστε να υπάρξει ρευστότητα στην οικονομία και να πάρει πάνω του ο κατασκευαστικός τομέας. Θα πρέπει να ασκηθούν πιέσεις στην Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, ώστε να επιταχύνει τη διαδικασία μόχλευσης δανείων προς την Ελλάδα για τη στήριξη των ΜμΕ και την επανέναρξη των έργων στους μεγάλους αυτοκινητοδρόμους.

Η ισχυρή συνολική απόφαση και η αναθέρμανση της οικονομίας πρέπει να γίνουν συντονισμένα και ταυτόχρονα ώστε να προκληθεί ένα θετικό σοκ που θα αλλάξει την ψυχολογία και θα θέσει τις βάσεις εξόδου της χώρας από την ύφεση. Ωστόσο, θα πρέπει πρώτα να επιβεβαιωθούν οι αποφάσεις για τη διάσωση της Ελλάδας και στην πράξη, την προσεχή Τρίτη, στο Εurogroup στις Βρυξέλλες, γιατί προς το παρόν δεν υπάρχει τίποτα το χειροπιαστό πέρα από το κλίμα αισιοδοξίας.