Οι παλιότεροι λέγανε πως άμα πετάξει μια πεταλούδα στην Κίνα, οι κάτοικοι της Νέας Υόρκης θα νιώσουν τον αέρα από τα φτερά της που ανοιγοκλείνουν! Από αυτή την ποιητική μεταφορά με τους πολυσήμαντους συμβολισμούς, περάσαμε στην εποχή των χρηματιστηρίων και των πολλαπλώς εξαρτημένων αγορών. Λένε τώρα πως άμα φταρνιστεί η Wall Sreet θα κρυολογήσει ο κόσμος όλος. Ποιες ήταν αυτές οι διεργασίες που οδήγησαν την ποίηση τόσο χαμηλά; Πώς κατάφερε τελικά ο όρος «παγκοσμιοποίηση» από κάτι το εντελώς θεωρητικό και ομιχλώδες να μετουσιωθεί σε πραγματικότητα που εγκυμόνησε και τελικά γέννησε το τέρας της κρίσης; Ολόκληρο το πολιτικοοικονομικό Σύμπαν συνωμότησε για χάρη του!

Αν κοιτάξουμε πίσω στα 20 τελευταία χρόνια τουλάχιστον, θα δούμε πως υπήρξαν δύο ομάδες διεργασιών που μας οδήγησαν στην επιβολή του αναρχο – καπιταλιστικού μοντέλου των ελεύθερων αγορών και μάλιστα σε «μονοκαλλιέργεια». Οι μεν έχουν σχέση με τις κοινωνίες, την Πολιτική και τον άνθρωπο, οι δε με το χρήμα, τις τεχνολογίες και την οικονομία, αλλά και οι δυο ομάδες είναι αλληλένδετες μεταξύ τους και εκμεταλλεύτηκαν ορισμένες ευνοϊκές συγκυρίες για να επικρατήσουν και να οδηγήσουν σε ένα θανάσιμο εναγκαλισμό οικονομίας και Πολιτικής σε βαθμό που να μην είναι ορατά για πολλά χρόνια τα όριά τους. Τελικά, η Πολιτική ήταν αυτή που παραδόθηκε αμαχητί στο χρήμα, με συνέπειες ακόμη ανυπολόγιστες. Η πιο χειροπιαστή από αυτές τις συνέπειες, αυτή που γίνεται άμεσα ορατή στις μέρες μας, είναι η αδιανόητη δυσκολία της Πολιτικής, ακόμη και σε συνθήκες κινδύνου και κοινωνικών αναταράξεων, να ανακάμψει και να αναλάβει το ρόλο της, ρόλο που της είχε υποκλέψει με τις ευλογίες της τα τελευταία χρόνια η αβάσταχτη γοητεία του χρήματος.

...Η ελαφρότητα της Πολιτικής να υποκύψει στην αμφισβητούμενη τώρα αλλά πανίσχυρη κάποτε οικονομία των αγορών και των Golden Boy, μοιάζει τηρουμένων των αναλογιών με την αλόγιστη παράδοση μωράς παρθένου στα στιβαρά χέρια πολύπειρου και πολύφερνου Play Boy, ο οποίος, οδηγώντας δανεική φεράρι, μιλώντας για αισθήματα αιώνια και τάζοντας γάμο με παπά και με κουμπάρο, παρέσυρε την κόρη, γλέντησε μαζί της, της έφαγε την προίκα και τώρα τρέχει στους λαούς – πεθερικά και ζητάει και τα υπόλοιπα. Και η Πολιτική – άφρονη κόρη μαζεύει τα κουρέλια της και γυρνάει κι αυτή στο πατρικό, προσπαθώντας να εξηγήσει στους γονείς της (που κι αυτοί είχαν μισοχάψει το παραμύθι του πλούσιου γαμπρού) την κατάντια της, ελπίζοντας να πληρώσουν ακόμη μια φορά τα χρέη της. Ζητώντας συγγνώμη υπόσχεται άλλη φορά πως θα διαλέξει σύζυγο συστάμενο, με αρχές, με σίγουρο μισθό, εφάπαξ και σύνταξη. Σώστε με! σπαράζει η Πολιτική στους λαούς της, για να σας σώσω κι εγώ μετά με έναν καλό γάμο τούτη τη φορά……

Το πρώτο τούβλο από το γκρεμισμένο τείχος του Βερολίνου ήταν αυτό που μπήκε ακρογωνιαίος λίθος στα θεμέλια της σημερινής κρίσης. Φαίνεται απλοϊκό κάτι τέτοιο και τουλάχιστον αφελές αλλά αν κοιτάξουμε με προσοχή πίσω μας θα ανακαλύψουμε έκπληκτοι πως η κατάρρευση του ανύπαρκτου σοσιαλισμού και η συνεπακόλουθη ανατροπή της ισορροπίας δυνάμεων – έστω του τρόμου – στον πλανήτη, υπήρξε η «λυδία λίθος» για την αλαζονική και ανεξέλεγκτη επικράτηση του καταναλωτικού αναρχο – καπιταλισμού. Ολόκληρη η πολιτική, οικονομική, στρατιωτική και πολιτιστική βιομηχανία που ανθούσε αλλά και ασφυκτιούσε συγχρόνως στις Ηνωμένες Πολιτείες, ελευθερώθηκε «εν μια νυκτί» από οποιεσδήποτε αναστολές, δουλείες και φόβους του παρελθόντος και επέπεσε ως άλλος Τσέγκις Χαν επί των κεφαλών μας. Και όλοι εμείς, ο κόσμος ολόκληρος, εμβρόντητοι ακολουθήσαμε ως μεσσία την καινούρια Ηγεμονία που ανέτειλε αστραφτερή κι ανυπόμονη, με σημαιοφόρους μάλιστα τους λαούς του πρώην ανύπαρκτου σοσιαλισμού και κλακαδόρους όλους εκείνους (κινέζους, ινδούς, βιετναμέζους και λογής – λογής ξεπεσμένους και ανανήψαντες επαναστάτες) που με το όραμα του δολαρίου μπροστά στα έκθαμβα μάτια τους, άφηναν γρυλλισμούς άφατης ευχαρίστησης να ακούγονται ολούθε, καθώς τα πρώτα αγαθά άρχισαν να εισρέουν στα φτωχικά τους, και τα πρώτα εκατομμυριάκια να λιπαίνουν το ισχνό τραπεζικό και χρηματιστηριακό τους σύστημα. Ένα αναπάντεχο και φαινομενικά ατελείωτο φαγοπότι φαινόταν να έχει στηθεί και όλοι στριμώχνονταν να γεμίσουν το πιάτο τους από τα περισσεύματα του γενναιόδωρου μάγειρα.

Όλα αυτά εν τέλει, θα φαινόταν εύλογα και δε θα είχαν τόσο ολέθρια αποτελέσματα, αν δεν είχαμε πιστέψει με τη θέρμη νεοπροσήλυτων οπαδών κάποιας μεσσιανικής θρησκείας, στην καλοσύνη, τη δικαιοσύνη και την τιμιότητα του κέρδους – προφήτη. Αλλά, γιατί να είναι το κέρδος τίμιο; Γιατί να είναι το χρήμα καλό; Γιατί να είναι το καινούριο αφεντικό δίκαιο; Οι φυσιολογικές αυτές ερωτήσεις, που αν ετίθεντο στην ώρα τους θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ασπίδα προστασίας, ένα ανάχωμα στην επέλαση των αδηφάγων FUNDS που ξεχύθηκαν ακράτητα να καταπιούν το βιός των μαντρωμένων στα χρηματιστήρια μικροτζογαδόρων της συμφοράς, δε μας απασχόλησαν ποτέ. Λες και σκοτείνιασε η κρίση ακόμη κι εκείνων που ήταν ταγμένοι να σκέπτονται και να προσέχουν : των κυβερνήσεων, των πανεπιστημιακών, των κατόχων νομπέλ οικονομίας, της ίδιας της ηγετικής ομάδας των ΗΠΑ – που έπρεπε να φροντίσει εκτός από τους λύκους, τουλάχιστον τα δικά της πρόβατα – των αρχηγών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, της Ιαπωνίας, της Κίνας. Αλλά κι εμείς, οι απλοί άνθρωποι, αυτό που συνήθως αποκαλούμε «σοφός λαός», μπουκωμένοι με μεζονέτες, αυτοκίνητα, μπόνους, μισθούς και νούμερα, ορισμένοι ακόμη και με πραγματικό φαγητό, ποτέ δεν τραβήξαμε μια γραμμή, δε βάλαμε ένα όριο, δεν πατήσαμε λιγάκι φρένο.

Κι έτσι, ήταν μοιραίο να πέσουμε στο γκρεμό!

Ηλίας Ι. Τσιαμήτρος

Υ.Γ. Αυτό το κείμενο γράφτηκε στην αρχή της ελληνικής κρίσης και λίγο καιρό μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers, όμως πιστεύω πως διατηρεί εισέτι την επικαιρότητά του μιας και τίποτε ακόμη δεν έχει κριθεί κατά τη γνώμη μου παγκοσμίως