Η Επιτροπή για την Ανάπτυξη που λειτουργεί υπό την αιγίδα του London School of Economics, απαρτίζεται από ακαδημαϊκούς, πρώην κυβερνητικά στελέχη και ηγετικά επιχειρηματικά στελέχη και μόλις δημοσιοποίησε μια μελέτη αναφορικά με τη βελτίωση των επιδόσεων της βρετανικής οικονομίας. «Investing for Prosperity», επενδύοντας για την ευημερία, είναι μια πράγματι αξιόλογη μελέτη που πολλοί πρέπει να διαβάσουν και όχι μόνον στη Βρετανία.

 
Στη μελέτη αυτή δίδεται έμφαση στις πολιτικές τις σχετικές με το ανθρώπινο κεφάλαιο, τις επενδύσεις και την καινοτομία, καθώς και στους περιορισμούς των παραμέτρων που συνήθως χρησιμοποιούμε για να προσδιορίσουμε την ευμάρεια. Το τελευταίο αυτό θέμα έχει τεθεί σε δημόσιο διάλογο και στο πλαίσιο της στήλης Bloomberg View, δηλαδή πως το ΑΕΠ δεν είναι ο απόλυτος καθρέφτης της επιτυχίας μιας οικονομίας.
 
Οι συγγραφείς της μελέτης παροτρύνουν το κράτος αλλά και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης να επικεντρώνονται όχι μόνον στο ΑΕΠ αλλά και στο μέσο εισόδημα ως σημαντικότατο δείκτη ευημερίας, τονίζοντας ότι αυτός είναι περισσότερο αντιπροσωπευτικός του βιοτικού επιπέδου της πλειονότητας των πολιτών.
 
Η συμβουλή τους είναι όντως καλή. Η Επιτροπή θεωρεί την ανάπτυξη υποδομών ύψιστη προτεραιότητα. Προτείνει τη δημιουργία μιας Επιτροπής Στρατηγικής Ανάπτυξης Υποδομών, η οποία θα λειτουργεί συμβουλευτικά του Κοινοβουλίου αναφορικά με τις ευρύτερες προτεραιότητες. Προτείνει επίσης τη λειτουργία Ανεξάρτητης Επιτροπής Σχεδιασμού Υποδομών, στην οποία θα εκχωρηθούν νέες εξουσίες σχεδιασμού καθώς και την ίδρυση Τράπεζας Υποδομών, η οποία θα βοηθά στην εξασφάλιση χρηματοδότησης μεγάλων έργων αλλά και θα προσφέρει συμβουλές για τη διαχείριση κινδύνων.
 
Στην έκθεση αναφέρεται ότι η διαχείριση των δημοσίων έργων υποδομών υπήρξε και παραμένει οικτρή. Καμία ιδιωτική εταιρεία δεν θα είχε επιβιώσει των λαθών που έχει κάνει το κράτος, διαχειριζόμενο τα χρήματα των φορολογουμένων. Οπως αναφέρει ο εκ των συγγραφέων της μελέτης, καθηγητής Διαχείρισης Εργων στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Μπεντ Φλίβμπτζεργκ, 9 στα 10 έργα υποδομών που αφορούν τις μεταφορές (τα στοιχεία αναφέροντα σε 20 χώρες, στις πέντε Ηπείρους) υπερέβησαν κατά την εκτέλεσή τους τον αρχικό προϋπολογισμό τους. Από την άλλη πλευρά, τα αναμενόμενα από τα συγκεκριμένα έργα οφέλη ήταν κατά κανόνα υπερτιμημένα. Ο ίδιος τονίζει ότι στην προσπάθειά τους να εξασφαλίσουν χρηματοδότηση για ένα έργο, όσοι το προωθούν χρησιμοποιούν κατά κανόνα την εξής εξίσωση: «Υποτίμηση Κόστους + Υπερτίμηση Ωφελημάτων = Χρηματοδότηση»
 
Στη Βρετανία, όπως και ακόμη λιγότερο στις ΗΠΑ, ουδείς μπορεί να υποστηρίξει ότι οι επενδύσεις σε έργα υποδομής είναι υπερβολικές. Υπάρχουν περιθώρια για πολλές περισσότερες. Το πρόβλημα έγκειται ότι τα έργα που επιλέγονται, επιλέγονται στη λάθος βάση, με λανθασμένα κριτήρια καθώς και ότι ακόμη και άλλα, που ορθώς έχουν επιλεγεί, πάσχουν από κακοδιαχείριση.
 
Το πρόβλημα λαμβάνει διαστάσεις, διότι οι επιλογές έργων υποδομών είναι βαθύτατα πολιτικές. Παραδοσιακά, υπάρχει συναλλαγή, με την έννοια «υποστήριξε το δικό μου προτιμώμενο έργο, για να υποστηρίξω το δικό σου…» όταν προωθούνται κάποια από αυτά από μια κυβέρνηση… Ολοι γνωρίζουμε ποιο το αποτέλεσμα αυτών των πρακτικών…