Ο ανθελληνισμός κατά την πρώιμη νεότερη εποχή (15ος-18ος αι.)

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΟ ΒΙΒΛΙΟ (E-BOOK) ΠΟΥ ΘΑ ΑΝΕΒΕΙ ΣΕ ΛΙΓΕΣ ΜΕΡΕΣ  

Ἔτσι, στὸν Λόγο αὐτὸν τοῦ Μιχαὴλ θὰ πρέπει νὰ δοῦμε τὴν πρώτη ὀργανωμένη προσπάθεια ἀπὸ ἑλληνικῆς πλευρᾶς νὰ δοθεῖ μία -ἀποστομωτικὴ εἶναι ἀλήθεια- ἀπάντηση στὸν νεώτερο ἀνθελληνισμό. Μὲ τὸν ὅρο θέλουμε νὰ δηλώσουμε τὸ σύνολο τῶν κειμένων, τῶν ὁμιλιῶν καὶ τῶν ἐνεργειῶν, τὰ ὁποῖα κατὰ τὴν πρώιμη νεότερη ἐποχὴ καταφέρονταν κατὰ τοῦ ὑπόδουλου Ἑλληνισμοῦ. Πρόκειται πραγματικὰ γιὰ ἕνα φαινόμενο νέο, σίγουρα νεωτερικότερο, ἀπὸ τὸν Νέο Ἑλληνισμό. 

Καὶ δὲν παραδοξολογοῦμε ἑπόμενοι τὸν Μιχαὴλ καὶ τὸ ὕφος του. Εἶναι μία πρωτοφανὴς προσπάθεια νὰ προπαγανδιστεῖ, ὄχι πὼς ὁ Ἑλληνισμὸς εἶναι κάτι τὸ κακό, πὼς σφάλλει, πὼς βλάπτει, ἀλλὰ πὼς ἁπλῶς δὲν ὑπάρχει. Εἶναι οὐσιαστικὰ ἡ ἀπαρχὴ τῆς σημερινῆς θεώρησης ὁρισμένων περὶ κατασκευῆς τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους ἀπὸ τὸν Παπαρρηγόπουλο.

    Μετά ἀπὸ τὴν Ἅλωση, ὅταν ἔχει ἐξαλειφθεῖ πλέον ἡ ὄντως Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία καὶ μαζί της καὶ ἡ πολιτικὴ ἰσχὺς τῶν Ἑλλήνων, ἀρχίζει αὐτὴ ἡ νεώτερη ἀνθελληνικὴ προσπάθεια, τὴν ὁποία καταπολεμᾶ πρῶτος σὲ τέτοια ἔκταση ὁ Μιχαήλ. Σὲ αὐτὴν τὴν νέα ἀνθελληνικὴ φιλολογία, οἱ Ἕλληνες δὲν χαρακτηρίζονται αἱρετικοί, τουλάχιστον κατὰ κύριο λόγο, ὅπως συνέβαινε στὰ Contra Graecos μεσαιωνικὰ κείμενα, ἀλλὰ χαρακτηρίζονται ὡς μὴ Ἕλληνες. Ἐφόσον δηλαδὴ ὁ δυτικὸς ἀνθελληνισμὸς ἐπέτυχε μὲ τὴν μεσαιωνικὴ φάση του νὰ στερήσει τοὺς Ἕλληνες ἀπὸ τὴν κρατική τους ὕπαρξη, ἔρχεται τώρα νὰ τοὺς στερήσει καὶ τὴν πνευματική. Κάτι τέτοιο ὅμως, ὅπως ἐπισημαίνει καὶ ὁ Μιχαὴλ, ἁπλῶς εἶναι ἀνέφικτο. Μόνο μία συνθήκη ὑπάρχει ποὺ μπορεῖ νὰ πραγματοποιηθεῖ: νὰ θελήσουν οἱ ἴδιοι οἱ Ἕλληνες νὰ ἀποδεχθοῦν πὼς δὲν εἶναι Ἔλληνες, νὰ ἀρνηθοῦν δηλαδὴ τὸν Ἑλληνισμό ! 

 

 Anastasius Michael Macedo

 

Πέρα όμως από τον θαυμασμό που φαίνεται πως προκάλεσε στον γερμανικό κόσμο η ελληνομάθεια του , το γεγονός καθεαυτό πως ένας Μακεδόνας (υπογραφόταν ως Anastasius Michael Macedo) που ζει στην Ευρώπη καθίσταται εξωτερικό μέλος της αρχαιότερης γερμανικής Ακαδημίας, έχει την σημασία του. Η αποδοχή του γίνεται στην βάση ακριβώς της παραδοχής της συνέχειας του Ελληνισμού στα νεότερα χρόνια. Ο Μιχαήλ αναγορεύεται όχι ως ένας καλός γνώστης της αρχαιοελληνικής γραμματείας, αλλά ως ένας δεινός μελετητής της ελληνικής γραμματείας και γραμματολογίας του καιρού του. Συγγράφει βέβαια στα αρχαία ελληνικά το έργο του, αλλά αυτό συμβαίνει, επειδή αυτήν την μορφή της ελληνικής μπορούν να κατανοήσουν οι ευρωπαίοι λόγιοι. Με τα συγγράμματά του όμως παρουσιάζει όχι μόνο την συνέχεια της ελληνικής γλώσσας στον καιρό του, όπως αυτή παρουσιάζεται στο έργο των σπουδαιότερων λογίων της εποχής του, αλλά και την συνέχεια του ελληνικού στοχασμού. Σημειώνει συγκεκριμένα ο ίδιος για τον Κορυδαλέα: «Πλείστου οὖν γὰρ τὰ τοῦ συγγραφέως τούτου, ἐν οἷς θεολογεῖ, φιλοσοφεῖ, ῥητορεύει, φιλοπονήματα ἀξιοῦται παρ’ ἡμῖν, τοῖς μὲν περιπατητικῶς φιλοσοφοῦσι, δι’ αὐτὰ τὰ πράγματα, τοῖς δὲ φιλολογοῦσι, διὰ τὸ τῆς φράσεως εὐανθὲς καὶ ἄκρως ἠττικισμένον. Ἀττικὸς δὲ οὖν ἦν ὁ φιλόσοφος οὗτος, τῆς θ’ ἑλληνικῆς καὶ λατινικῆς παιδείας εἰς ἄκρον ἐληλακώς, Θεόφιλος ὁ Κορυδαλεύς, ὅπερ ὀνομάζετο, καὶ Ἀθηνῶν τῶν εὐτεκνουσῶν γέννημα, καὶ θρέμμα καὶ σεμνολόγημα».