Της Δέσποινας Συριοπούλου, Επενδυτής 7 Σεπτεμβρίου 2013

Εν αναμονή της απόφασης του Κογκρέσου για την έγκριση της αμερικανικής επίθεσης στο συριακό καθεστώς του Ασάντ, οι διεργασίες συνεχίζονται στην Ουάσινγκτον, την ώρα που αμερικανοί αναλυτές θεωρούν σχεδόν σίγουρο ότι ο Μπαράκ Ομπάμα θα λάβει το πράσινο φως για να απασφαλίσει την αμερικανική πολεμική μηχανή για την "μικρής ισχύος" επέμβαση την Συρία, εκτιμώντας ωστόσο δεν πρόκειται να επιφέρει αλλαγή στο σκηνικό της αστάθειας που επικρατεί. 

Ο Mark Jacobson, ειδικός στα θέματα εξωτερικής πολιτικής, διατλαντικών σχέσεων, άμυνας και ασφάλειας στο αμερικανικό German Marshall Fund δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο αίτημα για έγκριση από το κογκρέσο, η οποία -βλέπει- ότι θα είναι θετική, διατυπώνοντας την άποψη ότι θα λειτουργήσει ενισχυτικά στην αποτελεσματικότητα της όλης επιχείρησης. "Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο πρόεδρος Ομπάμα έχει την εξουσία ως αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων να απαντήσει σε ένα τόσο απεχθές  έγκλημα, όπως η χρήση χημικών όπλων από το καθεστώς Ασάντ. Έχοντας αυτό ως δεδομένο, ο πρόεδρος γνωρίζει ότι ένα ενωμένο μέτωπο -μια πολιτική δήλωση ότι τέτοιου είδους ενέργειες δεν είναι ανεκτές- είναι περισσότερο πιο αποτελεσματική από οποιαδήποτε είδους επίθεση γίνει τελικά εναντίον του καθεστώτος. Δεν σχεδιάστηκε για να σταματήσει ή να διακόψει την στρατιωτική ενέργεια, αλλά η έγκριση από το κογκρέσο αποτελεί μια σημαντική πολιτική προϋπόθεση για μια πιο αποτελεσματική στρατιωτική ενέργεια, ειδικότερα σε μια υπόθεση για την οποία η διεθνής κοινότητα δεν μπόρεσε να συνεργαστεί. Την ίδια στιγμή ο πρόεδρος Ομπάμα έκανε σαφές ότι η χρήση αερίων από το καθεστώς Ασάντ πέρασε την γραμμή του, – η λήψη στρατιωτική δράση δεν είναι μόνο για την Συρία, αλλά και για να γίνει γνωστό στον πλανήτη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα επιτρέψουν τέτοιες πρακτικές που παραβιάζουν τις διεθνείς νόρμες. Πιστεύω ότι, όπως ο πρόεδρος δήλωσε, είναι πιθανό να κερδίσει την έγκριση του κογκρέσου. Ωστόσο το ζήτημα δεν είναι αν θα υπάρξει χτύπημα, αλλά πότε". Ο αμερικανός αναλυτής θεωρεί είναι επιβεβλημένο οι Ηνωμένες Πολιτείες να επέμβουν -σημειώνοντας το πολιτικό ρίσκο της κίνησης, με το επιχείρημα ότι "δεν υπάρχει άλλη επιλογή". "Αυτό που είναι περισσότερο εμφανές είναι ότι ο πρόεδρος δεν θέλει να θέσει τις ζωές των αμερικανών ανδρών και γυναικών στρατιωτών σε κίνδυνο, αλλά δεν έχει άλλη επιλογή. Όχι μόνο αποτελεί ηθική υποχρέωση, αλλά υφίσταται ο κίνδυνος της περιφερειακής ασφάλειας, της ασφάλεια; των φίλων και συμμάχων στο εξωτερικό, αλλά και της εθνικής ασφάλειας για τις ΗΠΑ. Ο πραγματικός κίνδυνος είναι να μην αντιμετωπίσεις αυτές τις ενέργειες".     

Στο πλαίσιο της διεθνούς κοινότητας, ο Mark Jacobson, εκτιμά ότι δεδομένης της απειλής για την σταθερότητα της περιοχής "ίσως ως ένα βαθμό το ΝΑΤΟ το συζητήσει στο πλαίσιο του άρθρου 4", διατυπώνοντας την άποψη ότι "υπάρχει πάντα ο κίνδυνος της περιφερειακής σύγκρουσης στην Μέση Ανατολή", ενώ δεν θεωρεί ιδιαίτερα έξυπνη την κίνηση η Χεζμπολάχ και το Ιράν να μετατρέψουν μια περιορισμένη αμερικανική επίθεση στην Συρία σε έναν πόλεμο που δεν μπορεί να κερδηθεί με το Ισραήλ. Τέλος ο αμερικανός αναλυτής κρίνει ότι δεδομένης ανησυχίας για την σταθερότητα της περιοχής, αποτελεί "επιτακτική ανάγκη ο Αραβικός Σύνδεσμος όχι μόνο να καταδικάσει τις ενέργειες του Ασάντ, αλλά να στηρίξει τις ενέργειες εκείνες που ίσως να τον εμποδίσουν την χρήση χημικών στο μέλλον".  

Πιο αποστασιοποιημένος από την προοπτική της αμερικανικής επέμβασης στην Συρία, εμφανίζεται ο Christopher Preble, αντιπρόεδρος του τμήματος εξωτερικής και άμυνας του ινστιτούτου Cato, ο οποίος  θεωρεί ότι ο Μπαράκ Ομπάμα "θα λάβει την έγκριση", εξηγώντας ότι "έχει την ισχύ να κερδίσει την στήριξη των περισσότερων βουλευτών και γερουσιαστών του δημοκρατικού κόμματος. Υπάρχουν ωστόσο ρεπουμπλικάνοι που δεν είναι διατεθειμένοι να σταθούν στο πλευρό του για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους, και άλλοι επειδή εκφράζουν την ανησυχία τους για το γεγονός της επέμβασης αυτό καθεαυτό".Δεν διστάζει να επισημάνει επίσης ότι αν ο Μπαράκ Ομπάμα ακολουθούσε την επιθυμία της κοινής γνώμης, η οποία στην πλειοψηφία της αντιτίθεται στην επέμβαση, "έπρεπε να αρνηθεί να αναμειχθεί στο ζήτημα της Συρίας". Ωστόσο ο Christopher Prebleσημειώνει ότι ο αμερικανός πρόεδρος θα είχε μεγαλύτερη στήριξη στο εσωτερικό στην περίπτωση που και άλλες χώρες στήριζαν με κάποιο τρόπο την επέμβαση στην Συρία.

Για την "μοναξιά" του προέδρου Ομπάμα από την στήριξη των συμμάχων, ο αμερικανός αναλυτής τονίζει ότι "δεν χρειαζόταν να γίνει έτσι", ότι "οι ΗΠΑ έβαλαν τον εαυτό τους σε αυτή την θέση. Οι γείτονες της Συρίας στην περιοχή έχουν ανησυχίες για την ασφάλειά τους και -κατ' εμέ- δεν είναι λογικό γι' αυτές να περιμένουν τις Ηνωμένες Πολιτείες πάντοτε να είναι εκείνες που να δρουν μονομερώς. Δεν θα έπρεπε ο πρόεδρος να βάζει τις ΗΠΑ στην θέση του να είναι οι μόνες που λύνουν αυτά τα θέματα. Επίσης, δεν υπάρχει ισχυρή στήριξη από την διεθνή κοινότητα. Οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι μόνες, όπως ήταν η Ρωσία και η Κίνα πριν από δυο χρόνια στο Συμβούλιο Ασφαλείας για την Λιβύη. Υπάρχει ιδιαίτερη απροθυμία, διότι Ρωσία και Συρία έχουν μακρύς διπλωματικούς δεσμούς. ενώ εκφράζουν ανησυχίες για την πίεση που ασκείται, παραβιάζοντας την κυριαρχία άλλων χωρών. Ωστόσο προκαλεί μια έκπληξη το γεγονός ότι το βρετανικό κοινοβούλιο καταψήφισε την επέμβαση".

Εκείνο που τοποθετεί ως το βασικό και πιο σημαντικό ζήτημα ο αμερικανός αναλυτής είναι η έλλειψη σταθερότητας, η οποία -εκτιμά ότι- θα εξακολουθήσει να υφίσταται. "Εδώ και δυόμιση χρόνια μαίνεται ο εμφύλιος πόλεμος και η συριακή πολιτική αρχή είναι κλονισμένη και θα πάρει χρόνο μέχρι να επανέλθει. Στο μεταξύ υπάρχουν 2 εκατομμύρια πρόσφυγες εκτός Συρίας και 4 εκατομμύρια που έχουν εγκαταλείψει τα σπίτια τους εντός της χώρας". Όσο για το πόσο αποτελεσματική μπορεί να αποδειχθεί μια επέμβαση, ο Christopher Prebleμάλλον απαισιόδοξος εμφανίζεται, εκφράζοντας την άποψη ότι η Διοίκηση Ομπάμα δεν φαίνεται να μπορεί να στηρίξει τις ελπίδες της στην αντιπολίτευση, κάτι που μπορεί να ωθήσει τις Ηνωμένες Πολιτείες σε μια περαιτέρω εμπλοκή. "Η επίθεση από τις ΗΠΑ είναι πιθανόν να μην είναι επαρκής να ανατρέψει αποφασιστικά το καθεστώς υπέρ της αντιπολίτευσης. Δεν έχω πειστεί ότι οι ΗΠΑ θέλουν να επικρατήσουν οι κορυφαίοι υποψήφιοι της αντιπολίτευσης  που φαίνεται ότι είναι πιθανό να νικήσουν και να αναλάβουν μετά τον Άσαντ, για αυτό και η διοίκηση προφανώς δεν θέλει η επιχείρηση να έχει αυτό το αποτέλεσμα. Επίσης αν δεν επιλυθεί η κρίση με την πτώση του Άσαντ, θα υπάρξει συνεχιζόμενη πίεση στην Διοίκηση να κάνει περισσότερο για την Συρία, γεγονός που θα οδηγήσει -κατά την άποψή μου- σε μεγαλύτερη εμπλοκή των ΗΠΑ.Η επιτυχία θα έρθει αν λήξει ο εμφύλιος πόλεμος, είτε μέσω μια διευθέτησης μέσω διαπραγμάτευσης ή μέσω μιας καθοριστικής νίκης ενός από τα αντιμαχόμενα μέρη της χώρας. Κάτι τέτοιο δεν έχει γίνει και θα αργήσει πολύ ακόμα".

Χαρακτηριστικό είναι το άρθρο του Mark Thiessen, αναλυτή του American Enterprise Institute στην Washington Post σε άρθρο του γράφει χαρακτηριστικά "Είναι αλήθεια ότι διακυβεύεται η αξιοπιστία των Ηνωμένων Πολιτειών, δεδομένης της κόκκινης γραμμής που έχει θέσει ο πρόεδρος Ομπάμα για την χρήση χημικών. Η σκόπιμα αδύναμη απάντηση που σχεδιάζει ο αμερικανός πρόεδρος δεν πρόκειται να κάνει τίποτε για να σώσει την αμερικανική αξιοπιστία. Μάλλον το αντίθετο. Μια προειδοποίηση θα μπορούσε να ενδυναμώσει κάθε πιθανό αντίπαλο που θα ήθελε να δοκιμάσει την αποφασιστικότητα των ΗΠΑ σε παγκόσμιο επίπεδο. Θα μπορούσε να προκαλέσει συνέπειες με τρόπο που δεν μπορούμε να φανταστούμε και δεν σχετίζονται με την Συρία. Ο Ομπάμα ζήτησε από το Κογκρέσο την έγκριση για την Συρία επειδή θέλει οι Ρεπουμπλικάνοι να μοιραστούν την ευθύνη για το αποτέλεσμα. Σωστό. Τώρα, τα μέλη του Κογκρέσου πρέπει να ζητήσουν από τον Ομπάμα να δείξει ότι έχει ένα σχέδιο πέρα από μια απλή προειδοποίηση για τη Συρία – μια ολοκληρωμένη στρατηγική για να αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων με την ενίσχυση των κοσμικών, μετριοπαθών φιλοδυτικών στοιχείων της αντιπολίτευσης, ώστε να μην έρθουν στην εξουσία οι εξτρεμιστές -υποστηρικτές της Aλ -Κάιντα και το καθεστώς που τελικά αντικαθιστά του Άσαντ δεν είναι ακόμη χειρότερο.