Για να βελτιωθεί η καθημερινότητα των κατοίκων αυτής της χώρας χρειάζονται δουλειές και ανάπτυξη. Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις και απελευθέρωση της οικονομίας από τα κρατικά δεσμά της. Όλα τα άλλα, περί πλεονάσματος και χρέους, καλά και άγια, αλλά…   

Του Ν. Γ. Δρόσου

Φίλτατοι, καλή σας ημέρα

Η εξασφάλιση πρωτογενούς πλεονάσματος κατά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2013 και η πιστοποίηση του γεγονότος αυτού χθες από τη Eurostat, ανήμερα της αποφράδας επετείου του «Καστελόριζου», κλείνουν, δίχως άλλο,  μια μαύρη σελίδα στην Ιστορία του τόπου, κατά τρόπο ιδιαίτερα συμβολικό.

Η χώρα έχει ήδη επιστρέψει, ίσως με το ένα πόδι, αλλά πάντως μέσα, στις αγορές και μετά τη χθεσινή κοινοτική βούλα -δίχως αστερίσκους- στο πρωτογενές πλεόνασμα, ανοίγει και τυπικά ο δρόμος για την ελάφρυνση ή με κάποιον τρόπο μακροπρόθεσμη «τακτοποίηση» του ελληνικού δημόσιου χρέους από εταίρους και δανειστές.

«Οι συμφωνίες τα προβλέπουν όλα αυτά», όπως περιχαρής -και δικαίως- δήλωνε χθες και ο φίλτατος Ιωάννης Στουρνάρας.

Όμως, φίλτατοι, όλα αυτά ίσως έχουν καλώς, αλλά στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε κι ένα «όλα κράτει». Απαιτείται επιστροφή στην πραγματικότητα, όπως αυτή ορίζεται από την καθημερινότητα των κατοίκων της χώρας αυτής.

Μια καθημερινότητα γεμάτη οργή, από ανθρώπους οι οποίοι έχασαν δουλειές, περιουσίες και όνειρα και θα αργήσουν να δουν άσπρη μέρα αν δεν γίνουν σε αυτόν τον τόπο όσα πρέπει πραγματικά να γίνουν.

Μπορεί σήμερα η κυβέρνηση να είναι σε θέση να καυχιέται ότι κατόρθωσε να καλύψει και να ξεπεράσει τις λειτουργικές δαπάνες του προϋπολογισμού βάσει των εσόδων που εισπράττει από τη φορολογία, όμως δεν μπορεί να καυχηθεί ούτε ότι έβαλε σε τάξη τον δημόσιο τομέα, ούτε ότι η χώρα βρίσκεται σε τροχιά ουσιαστικής ανάκαμψης.

Νόμοι και πολυνομοσχέδια της ύστατης ώρας μπορεί να ψηφίστηκαν, όμως οι μεταρρυθμίσεις ουδέποτε έγιναν πραγματικότητα, κι αν δεν ήταν ο «άσσος» του τουρισμού, τα πράγματα ίσως να μην είχαν εξελιχθεί όπως εξελίχθηκαν.

Αν η χώρα μας μπορεί σήμερα να περηφανεύεται ότι ξεπέρασε τους στόχους του μνημονίου και ότι παρουσίασε πρωτογενές πλεόνασμα πριν την ώρα της, τούτο έγινε χάρις στην υπερφορολόγηση μιας ιδιαίτερα συγκεκριμένης μερίδας του πληθυσμού.

Ούτε η φοροδιαφυγή πατάχτηκε, ούτε η μαύρη οικονομία εξοντώθηκε, ούτε τα φορολογικά βάρη επιμερίστηκαν, ώστε να μην πληρώνουν μονίμως τη νύφη οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι ιδιοκτήτες ακινήτων.

Πόσο επηρεάζει, άραγε, την καθημερινότητα των 2,5 εκατ. κατόχων ΑΦΜ με ληξιπρόθεσμες οφειλές στο δημόσιο ή το 1,4 εκατ. των ανέργων η ύπαρξη πρωτογενούς πλεονάσματος;

Πόσο τους ενδιαφέρει τους ανθρώπους αυτούς ότι ανοίγει ο δρόμος για τη διευθέτηση του δημόσιου χρέους, όταν τα δικά τους χρέη τους προς την εφορία αυξάνονται με ρυθμό που υπερβαίνει το 1 δισ. ευρώ τον μήνα και όταν δίνουν πραγματική μάχη, μέρα με την ημέρα, ώστε να τα φέρουν βόλτα για τους ίδιους και την οικογένειά τους;

Καλό και άγιο το πρωτογενές πλεόνασμα, φίλτατοι, αλλά δεν συνιστά πανάκεια.

Ούτε οι κάνουλες της χρηματοδότησης θα ανοίξουν σύντομα από το τραπεζικό σύστημα για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, ούτε η γραφειοκρατία και η αδιαφάνεια πραγματικά αντιμετωπίστηκαν στο δημόσιο, ούτε οι δουλειές θα επιστρέψουν εν μια νυκτί.

Αντίθετα, τώρα που διαφαίνεται ένα ενδεχόμενο χαλάρωσης της πίεσης από εταίρους και δανειστές, ιδίως σε προεκλογικές περιόδους όπως αυτή που διανύουμε, το πελατειακό κράτος αναβιώνει (βλέπε ενστόλους, αγρότες και λοιπούς εκλογικούς «πελάτες») και οι μεταρρυθμίσεις πάνε πίσω λόγω του διαβόητου πολιτικού κόστους.

Η κυβέρνηση μπορεί να χαίρεται, αλλά συγχωροχάρτι από τους ανθρώπους αυτούς δεν θα πάρει ούτε η ίδια, ούτε οι πολιτικοί σχηματισμοί που κράτησαν τα ηνία αυτού του τόπου την τελευταία τετραετία, για την επιλογή τους να κρατήσουν -εν πολλοίς- αλώβητο τον δημόσιο τομέα και να υπερφορολογήσουν τους πάντες, καταβαραθρώνοντας την αγοραστική τους δύναμη και οδηγώντας τη χώρα στην ύφεση.

Μέρισμα μπορεί να πάρει κανείς μόνον από κέρδη και τα τελευταία τέσσερα χρόνια μόνον ζημιές είχαμε στη χώρα αυτή.

Έτσι, λοιπόν, όταν διατυμπανίζει η κυβέρνηση την πρόθεσή της να εξαντλήσει το λεγόμενο κοινωνικό μέρισμα, καλό θα ήταν να θυμόμαστε ότι αυτό προήλθε από την υπερφορολόγηση και όχι από τα κέρδη μιας χαμένης ανάπτυξης…

Πηγή