Φρονίμως ποιούντες ο πρωθυπουργός της Γαλλίας Βαλς και οι συνεργάτες του έχουν αρχίσει να δημοσιοποιούν την προεξόφληση της πρωτιάς της Λεπέν και του Εθνικού Μετώπου στον πρώτο γύρο των νομαρχιακών εκλογών, την Κυριακή 22 Μαρτίου, ώστε η επόμενη μέρα της ταπεινωτικής αυτής ήττας για τον Πρόεδρο Ολάντ και για το Σοσιαλιστικό Κόμμα να είναι διαχειρίσιμη. Μια στόχευση που μοιάζει περισσότερο σαν ευσεβής πόθος, σαν ευχή και επιθυμία, παρά σαν ρεαλιστική προοπτική.

Η Λεπέν έχει δεσμευθεί ότι σε περίπτωση εκλογής της στην Προεδρία σε διάστημα έξι μηνών θα προκηρύξει δημοψήφισμα για έξοδο της χώρας από την Ε.Ε. Προβάλλει ως προτεραιότητα την πλήρη επιστροφή της χώρας στην εθνική κυριαρχία και έχει θέσει σε δεύτερο πλάνο την ξενοφοβία, τον ρατσισμό και τη σκληρή κατασταλτική ρητορική απέναντι στην ποινική παραβατικότητα. Ως απόλυτη άρνηση και επαγγελία ρήξης με τη γερμανική Ευρωζώνη που θίγει πολλαπλά τους Γάλλους καλύπτει ένα υπαρκτό κενό στην πολιτική σκηνή της χώρας. Ετσι το στίγμα της Ακροδεξιάς απέναντι στους ψηφοφόρους ατονεί, σε όφελος μιας πολυσυλλεκτικής χωρίς προηγούμενο στα πολιτικά χρονικά της χώρας πλειοψηφικής δυναμικής.

Στη Γαλλία παραδοσιακά οι νομαρχιακές εκλογές θεωρούνται πρόβα των βουλευτικών εκλογών και σε καμιά περίπτωση δεν υπάρχει το άλλοθι των δημοτικών εκλογών, ότι υπάρχει δηλαδή η χαλαρή προσωποποιημένη και με τοπικά κριτήρια αυτοδιοικητική ψήφος. Δύο χρόνια πριν από την προεδρική εκλογή και τις βουλευτικές εκλογές της άνοιξης του 2017, στη χώρα το σημερινό δημοσκοπικό προβάδισμα της Λεπέν, που θα επιβεβαιωθεί σε μια βδομάδα, δεν «κλειδώνει» εκτός απροόπτου τη νίκη της Ακροδεξιάς και την κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας, αλλά θέτει εν αμφιβάλω την ικανότητα των Ολάντ-Βαλς να εξαντλήσουν ομαλά το υπόλοιπο της θητείας τους.

Η προοπτική επικράτησης της Ακροδεξιάς του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία και πολύ περισσότερο η κατάκτηση της Προεδρίας και της πλειοψηφίας στη Βουλή θα είναι ένα μοιραίο πλήγμα την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, έτσι όπως την γνωρίζουμε από την δεκαετία του ’50 μέχρι και σήμερα. Θα είναι το τέλος της Γαλλίας που προέκυψε από τη Γαλλική Επανάσταση του 1789. Κυρίως πρώτα και πάνω από όλα θα είναι μια μη αντιστρέψιμη αποσταθεροποίηση των ευρωπαϊκών ισορροπιών, θα είναι η τρίτη «πτώση» της Γαλλίας, τον τελευταίο ενάμιση αιώνα.

Δύο ραντεβού στο Σεντάν 1870 και 1940
Στο παρελθόν, η πτώση της Γαλλίας αιφνιδίασε τους πάντες, ακόμη και τους νικητές της, το 1870 την Πρωσία και το 1940 τη Γερμανία.

Το 1870 ο Αυτοκράτορας Ναπολέων ο Τρίτος έπαιζε για δεύτερη φορά ένα τυχοδιωκτικό παιχνίδι στην εξωτερική πολιτική, που τελικά έγινε μπούμερανγκ που κατέστρεψε τον ίδιο και τη χώρα του. Εγινε σπόνσορας της προσπάθειας του Μπίσμαρκ να ενώσει υπό τον έλεγχο της Πρωσίας τη Γερμανία έναντι ανταλλαγμάτων, με κορυφαίο την προσπάθειά του να προσαρτήσει στη Γαλλία το Λουξεμβούργο. Ο ευφυής καγκελάριος παγίδεψε τον αυτοκράτορα και τον παρέσυρε σε μια πολεμική σύγκρουση, στην οποία η Γαλλία ηττήθηκε βαριά, με τον Ναπολέοντα τον Τρίτο αιχμάλωτο πολέμου στη μάχη του Σεντάν. Έτσι η Γαλλία τέθηκε εκτός μάχης για μια εικοσαετία και πλέον και άρχισε να μετρά ξανά στους ευρωπαϊκούς συσχετισμούς, μόνον όταν στα τέλη του 19ου αιώνα συμμάχησε με τη Ρωσία. Η πτώση της Γαλλίας το 1870 επέτρεψε στην Πρωσία να ενώσει τη Γερμανία χωρίς να έχει ανάγκη τη συγκατάθεση της Γαλλίας και στη συνέχεια να γίνει το κεντρικό σημείο αναφοράς των γεωπολιτικών ισορροπιών στη Γηραιά Ήπειρο.

Παρόμοιο σκηνικό και το 1940, με την ήττα της Γαλλίας να αιφνιδιάζει σε μεγαλύτερο βαθμό λόγω της αδιαμφισβήτητης υπεροχής του γαλλικού στρατού απέναντι στη Βέρμαχτ.

Κλίμα εμφυλίου 
Σε πολιτικό επίπεδο, μια από τις κυριότερες αιτίες της ήττας ήταν το κλίμα εμφυλίου πολέμου Δεξιάς-Αριστεράς στη χώρα. Στην ηγεσία της Δεξιάς πολλοί έβλεπαν μια νίκη της Γερμανίας ως την ευκαιρία για ρεβάνς επί των μεταρρυθμίσεων και κοινωνικών κατακτήσεων του Λαϊκού Μετώπου και της κυβέρνησης Μπολούμ μετά το 1936.

Σε στρατιωτικό επίπεδο η Γαλλία ήταν έτοιμη για να δώσει μάχη με τους όρους και στο πλαίσιο του… Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Η γραμμή Μαζινό αναπαρήγαγε τη στατική λογική του πολέμου φθοράς των χαρακωμάτων και απορρόφησε το μεγαλύτερο και το ποιοτικά καλύτερο μέρος των μονάδων, αφήνοντας ουσιαστικά χωρίς αντίπαλο το επιθετικό πλήγμα ρήξης του μετώπου στο Σεντάν, που σε δύο βδομάδες οδήγησε τον γερμανικό στρατό στο Παρίσι.

Από την ήττα της Γαλλίας τον Ιούνιο του 1940 μέχρι την μάχη του Στάλινγκραντ και του Ελ Αλαμέιν στις αρχές του 1943, η κυριαρχία της Γερμανίας στην ηπειρωτική Ευρώπη ήταν αδιαμφισβήτητη.

Μη αντιστρέψιμη δυναμική πτώσης

Παρά τις δημοσκοπήσεις που δίνουν σαφές προβάδισμα στη Λεπέν, παρά τον κίνδυνο η Δεξιά υπό τον Σαρκοζί να γίνει ιδεολογικά και πολιτικά όμηρος και στη συνέχεια ήσσων εταίρος του Εθνικού Μετώπου της Λεπέν, τίποτε στο Παρίσι, στο Βερολίνο και στις Βρυξέλλες δεν δείχνει δυναμική εκτόνωσης της συσσωρευμένης κοινωνικής δυσαρέσκειας στη Γαλλία.

Αντίθετα, στην έδρα της Κομισιόν στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο, πέραν της διετούς παράστασης που δόθηκε στη Γαλλία ώστε μέχρι τα τέλη του 2017 να προσαρμόσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα στο πλαφόν 3% που προβλέπει το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, αυτό που προκρίνεται είναι η διατήρηση πίεσης στο Παρίσι, ώστε να υιοθετούνται σε κανονικό ρυθμό οι αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές που θα εγγυηθούν την πλήρη προσαρμογή σε ορίζοντα δύο χρόνων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι πριν από λίγες βδομάδες η κυβέρνηση Βαλς επέβαλε με Προεδρικό Διάταγμα ένα νόμο πακέτο διαρθρωτικών αλλαγών -εργασιακές σχέσεις, άνοιγμα κλειστών επαγγελμάτων, ωράρια καταστημάτων κ.λπ.- λόγω της βεβαιότητας ανταρσίας στην κοινοβουλευτική ομάδα του Σοσιαλιστικού Κόμματος. Ακόμη πιο ανησυχητικό είναι το κλίμα που επικρατεί σε κάποιους κύκλους στη Γερμανία αλλά και αλλού: Ο Βάιντμαν, ο επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ, καυτηρίασε τη δίχρονη διορία-παράταση που έδωσε η Κομισιόν στη Γαλλία και τόνισε ότι η διαδικασία κυρώσεων θα έπρεπε να είχε φθάσει στο τέλος με την επιβολή του προβλεπόμενου προστίμου που είναι ποσοστό επί του ΑΕΠ και στην περίπτωση του Παρισιού θα ξεπερνούσε τα τέσσερα δισ. ευρώ. Παρόμοια άποψη εξέφρασε και ο πρώην επίτροπος Ολι Ρεν. Σε κάθε περίπτωση η διαδικασία επιβολής προστίμου για παραβατικό προϋπολογισμό θα είχε και σουρεαλιστικό χαρακτήρα: ο αρμόδιος επίτροπος Μοσκοβισί θα κινούσε κυρώσεις για ένα προϋπολογισμό που κατά κύριο λόγο είχε διαμορφωθεί πριν από λίγους μήνες, όταν ο ίδιος ήταν υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας.

Ο μεγάλος πονοκέφαλος του Βερολίνου
Το δίλημμα της Γερμανίας

Η Γαλλία και όχι η Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή ο μεγάλος πονοκέφαλος των Μέρκελ-Σόιμπλε. Αν κλιμακώσουν την πίεση για μεγαλύτερη δημοσιονομική προσαρμογή στους Ολάντ – Βαλς, τότε πριμοδοτούν τη Λεπέν, την φέρνουν μια ώρα νωρίτερα στο Μέγαρο των Ηλυσίων.

Αν αφήσουν να παρέλθει η διετής παράταση προσαρμογής χωρίς ουσιαστικά μέτρα, στην πράξη η Γερμανία θα έχει αποδεχτεί την κατάργηση του Δημοσιονομικού Συμφώνου και κάθε πλαισίου πειθαρχίας στην Ε.Ε. – Ευρωζώνη. Αυτό που επιτρέπεται de facto στη Γαλλία γιατί να μην ισχύσει εδώ και τώρα για την Ιταλία και το Βέλγιο, που βρέθηκαν την τελευταία στιγμή εκτός παραβατικότητας, καθώς στους προϋπολογισμούς τους αφαιρέθηκαν δαπάνες με τη φόρμουλα της ρήτρας ανάπτυξης, και γιατί να μην ισχύσει σε μερικούς μήνες σε Πορτογαλία, Ισπανία και Ιρλανδία, καθώς η αλλαγή φρουράς στη διακυβέρνηση έχει δημοσκοπικά «κλειδώσει».

Ολα αλλάζουν μετά τις 22 Μαρτίου

Ο χρόνος τελειώνει για Ολάντ-Βαλς

Αν οι Ολάντ-Βαλς συνεχίσουν και μετά τον επερχόμενο «σεισμό» της 22ας Μαρτίου στην ίδια γραμμή απραξίας με μόνη επιλογή τη συντήρηση της καλής θέλησης του Βερολίνου για εξαιρέσεις και παρατάσεις, τότε είναι βέβαιο ότι θα υπάρχει εσωκομματική εξέγερση στο Σοσιαλιστικό Κόμμα, όπου η πλειοψηφία των βουλευτών του θα θελήσει να αξιοποιήσει την τελευταία πιθανότητα εκλογικής διάσωσης μέσω της διαφοροποίησης και αν χρειασθεί της ρήξης με την κυβέρνηση.

Ενα είναι βέβαιο ότι η Γαλλία μετά τις 22 Μαρτίου και κυρίως μετά την επερχόμενη εκλογική ανατροπή στην Ισπανία τον Οκτώβριο, δεν θα μπορέσει να κρατηθεί στη σημερινή αδράνεια, απραξία, παθητική αναμονή. Μέσα στο 2015 η Γαλλία ή θα συγκρουσθεί με τη Γερμανία ή θα μοιρασθεί μαζί της την ιστορική ευθύνη για τον ορατό και δρομολογημένο εκτροχιασμό της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.

Ακόμη και με την υπόθεση εργασίας ότι το Βερολίνο αποφασίζει να χαλαρώσει σιωπηλά το ασφυκτικό δημοσιονομικό πλαίσιο, η κίνηση αυτή θα αποδειχθεί ανεπαρκής για την ανάσχεση της Λεπέν στη Γαλλία κι υπερεπαρκής για τη διόγκωση της Εναλλακτικής για τη Γερμανία, αλλά και της σκλήρυνσης της Βαυαρικής Χριστιανοσοσιαλιστικής Ένωσης που έχει ήδη αυτονομηθεί και πλαγιοκοπεί τη Χριστιανοδημοκρατική Ένωση, όπως πριν από το 2013 έπρατταν οι Φιλελεύθεροι του Βεστερβέλε και του Ρέσλερ.

Πηγή: Ημερησία / Γ. Καπόπουλος