Σε καθεστώς απόλυτης ασφυξίας βρίσκεται η αγορά, καθώς τα περιθώρια ρευστότητας των τραπεζών έχουν φτάσει στο ναδίρ με αποτέλεσμα να μην εκταμιεύεται ούτε ένα ευρώ.

Παράλληλα από τις αρχές Απριλίου έχουν αυστηροποιηθεί περαιτέρω τα κριτήρια δανειοδότησης των επιχειρήσεων, καθώς οι επισφάλειες της επιχειρηματικής πίστης έχουν σκαρφαλώσει στο 40%. Πλέον η πλειονότητα των αιτημάτων για δανειοδότηση «κόβεται», με δυσμενή επίπτωση στην ανάπτυξη αλλά και στην αγορά εργασίας.

«Εχουμε χρήματα για δύο εβδομάδες», δήλωσε χθες και ο πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, Κώστας Μποτόπουλος, μιλώντας στον γαλλικό ραδιοφωνικό σταθμό Europe1. «Η ίδια η κυβέρνηση παραδέχθηκε ότι υπάρχουν χρήματα στα ταμεία για δύο εβδομάδες μέχρι τις αρχές Μαΐου.

Στη συνέχεια θα έχουμε πρόβλημα να ικανοποιήσουμε τις εσωτερικές και τις εξωτερικές μας υποχρεώσεις» ανέφερε χαρακτηριστικά. Και προειδοποίησε ότι «η διελκυστίνδα που συνεχίζεται εδώ και τρεις μήνες, αν δεν υπάρξει λύση, θα προκαλέσει πολιτικές συνέπειες για την ΕΕ και το ΔΝΤ» και θα έχει «κοινωνικές συνέπειες για τους Ελληνες».

Τα κριτήρια
Σε ό,τι αφορά την πρόσβαση των επιχειρήσεων στον τραπεζικό δανεισμό τα πράγματα έχουν δυσκολέψει δραματικά. Οι τράπεζες από τις αρχές του μήνα υποβάλλουν σε αλλεπάλληλους ελέγχους τις επιχειρήσεις πριν εγκρίνουν τη δανειοδότησή τους και εφαρμόζουν μία κλίμακα αξιολόγησης με 19 φίλτρα, που ξεκινά από το «άριστα» και κατεβαίνει στο «πολύ χαμηλά», ενώ υπάρχουν και τέσσερις βαθμίδες ασφαλείας για επιχειρήσεις υψηλού κινδύνου.

Πρόσβαση στον δανεισμό έχουν όσοι συγκεντρώνουν υψηλή βαθμολογία, ενώ όσο χαμηλότερος είναι ο βαθμός τους, τόσο περισσότερα είναι τα καλύμματα που ζητούν οι τράπεζες.

Μέσα από τα «φίλτρα» ελέγχεται η πιστοληπτική ικανότητα των δανειοληπτών και παράλληλα εκτιμάται πόσο μεγάλο είναι το ενδεχόμενο αθέτησης των συμβατικών τους υποχρεώσεων. Οι τράπεζες για τον λόγο αυτό χρησιμοποιούν υποδείγματα πιστοληπτικών διαβαθμίσεων (ratings), προσαρμοσμένα στις κατηγορίες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των πελατών.

Να σημειωθεί ότι οι βαθμίδες αξιολόγησης έχουν αναπτυχθεί εσωτερικά από κάθε τράπεζα και συνδυάζουν τη χρηματοοικονομική και στατιστική ανάλυση με την κρίση των αρμόδιων στελεχών, ενώ υποβάλλονται σε αξιολόγηση, όπου είναι εφικτό, μέσω της αντιπαραβολής τους με εξωτερικά διαθέσιμη πληροφόρηση.

Μάλιστα τα «φίλτρα» που κρίνουν τον καθορισμό των πιστοδοτικών ορίων ανανεώνονται συστηματικά σε ετήσια βάση. Ενώ κάθε φορά που προκύπτουν νέες πληροφορίες, οι οποίες μπορούν να διαφοροποιήσουν σημαντικά τον ενεχόμενο πιστωτικό κίνδυνο, η αξιολόγηση διαφοροποιείται, προς το καλύτερο ή το χειρότερο.

Ειδικά στην επιχειρηματική πίστη οι πιστοληπτικές διαβαθμίσεις (credit rating grades), οι οποίες αντιπροσωπεύουν διαφορετικούς βαθμούς πιστωτικού κινδύνου και συνδέονται με διαφορετικές πιθανότητες αθέτησης, κατηγοριοποιούνται σε 19 βαθμίδες.

Διαφορετική πολιτική
Για κάθε βαθμίδα αντιστοιχεί και διαφορετική πολιτική συνεργασίας της τράπεζας με τις επιχειρήσεις-πιστούχους. Η κλίμακα διαβάθμισης αποτελείται συνολικά από 23 βαθμίδες. Οι 19 βαθμίδες αντιστοιχούν σε πιστούχους οι οποίοι δεν έχουν παρουσιάσει αθέτηση υποχρέωσης. Οι υπόλοιπες τέσσερις αφορούν πελάτες υψηλού κινδύνου και συγκεκριμένα: Στην 20ή βαθμίδα η επιχείρηση χαρακτηρίζεται «Ειδικής Αναφοράς» όπου πιθανόν να χρειαστεί αναδιάρθρωση της χρηματοδότησης, λήψη επιπλέον εξασφαλίσεων κ.λπ. Στην 21η βαθμίδα γίνεται ρύθμιση και παρακολούθησή της, στην 22η η επιχείρηση βρίσκεται σε προσωρινή καθυστέρηση και στην 23η έχει επέλθει οριστική καθυστέρηση ή ζημία και η τράπεζα για την είσπραξη του δανείου ακολουθεί τη δικαστική οδό.

Πηγή: Το Έθνος – Εφη Καραγεώργου