Της Megan McArdle, BloombergView

Στη βόλτα μου σε εκλογικά τμήματα στο κέντρο της Αθήνας την Κυριακή, συνάντησα μόνο έναν ψηφοφόρο που φαινόταν χαρούμενος. 

Ο Αλκαίος Κλαουδάτος είναι υποστηρικτής του ΣΥΡΙΖΑ, της αριστερής κυβέρνησης που έχει την εξουσία από τον Ιανουάριο, και είναι αισιόδοξος ότι το κόμμα του επρόκειτο να κερδίσει τις εκλογές. Για να είμαστε δίκαιοι, σχεδόν όλοι με τους οποίους μίλησα μετά από τις δημοσκοπήσεις της Παρασκευής, έχουν δηλώσει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα κέρδιζε τις εκλογές. Αλλά ο Κλαουδάτος, ένας δικηγόρος, πίστευε ότι το κόμμα του επρόκειτο να συγκεντρώσει αρκετές ψήφους για να σχηματίσει μια κυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ, από το να επιδιώξει να μοιραστεί την εξουσία με έναν μεγαλύτερο εταίρο όπως το ΠΑΣΟΚ, το παλαιό αριστερό κόμμα που παραγκωνίστηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Στις 16:00 το απόγευμα, αυτό φαινόταν λίγο τρελό. Οι ΑΝΕΛ είναι ένα μικρό δεξιό κόμμα που κανένα από τα άλλα κόμματα δεν είναι πρόθυμο να σχηματίσει συνασπισμό μαζί του. Προκειμένου να το κάνει να λειτουργήσει, ο ΣΥΡΙΖΑ θα χρειαζόταν μια πιο ευρεία πλειοψηφία από αυτή που φαινόταν να προβλέπεται. Αυτό το απόγευμα, καθώς ανακοινωνόταν τα αποτελέσματα, άρχισε να φαίνεται προφητικό. Μέχρι τις 20:40, ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης, ο επικεφαλής του κεντροδεξιού κόμματος Νέα Δημοκρατία είχε παραδεχθεί την ήττα του, και ο Αλέξης Τσίπρας, επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ, είχε ανακοινώσει την πρόθεσή του να σχηματίσει μια κυβέρνηση εκείνο το βράδυ.

Τα αποτελέσματα στην πραγματικότητα, μοιάζουν παρόμοια με τις εκλογές που έφεραν τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, στη βάση των υποσχέσεων να υιοθετήσει μια πιο σκληρή γραμμή ενάντια στους πιστωτές της κυβέρνησης και των αυστηρών απαιτήσεών τους για λιτότητα και μεταρρυθμίσεις. Η Χρυσή Αυγή, το ακροδεξιό, κατά της μετανάστευσης κόμμα, έλαβε μία ή δύο έδρες παραπάνω, κυρίως εξαιτίας της ανόδου στα νησιά που έχουν πληγεί περισσότερο από την προσφυγική κρίση. Ο συνασπισμός ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ φαίνεται να έχει μειώσει το ποσοστό του. Παρόλα αυτά, είναι πολύ κοντά, ιδιαίτερα εάν σκεφτεί κανείς ότι στους προηγούμενους μήνες, ο Αλέξης Τσίπρας οδήγησε την Ελλάδα σε μια αναμέτρηση με τους πιστωτές της Ελλάδας – μια αναμέτρηση που δεν τελείωσε με μια νίκη για την άκρα αριστερά έναντι των άκαρδων δυνάμεων του καπιταλισμού, αλλά με τη συνθηκολόγηση στις απαιτήσεις των πιστωτών, μια τραπεζική κρίση που ακόμη πλήττει τους Έλληνες με capital controls, και μια συμφωνία διάσωσης που είναι χειρότερη από αυτή που είχε προσφερθεί προτού αρχίσει ο ΣΥΡΙΖΑ να παίζει σκληρό παιχνίδι.

Αλλά προφανώς, οι Έλληνες ψηφοφόροι δεν ήθελαν να τον τιμωρήσουν γι αυτό – ή τουλάχιστον όχι αυτοί που μπήκαν στον κόπο να προσέλθουν στις κάλπτες. “Είναι νέοι, είναι καθαροί” λέει η Maritza Pantelakis, μία Ελληνογαλλίδα πολίτης που ζει στη Γαλλία, αλλά ήρθε στην Αθήνα για να ψηφίσει τον ΣΥΡΙΖΑ. “Έκαναν λάθη, αλλά πάλεψαν”.

“Μπορεί να μην κερδίσαμε τη μάχη, αλλά θα κερδίσουμε τον πόλεμο” μου είπε ο Κλαουδάτος.

Στην πραγματικότητα, ο Τσίπρας φαίνεται να είναι σε κάπως καλύτερη θέση από αυτή που ήταν πριν προκηρύξει αυτές τις εκλογές, ακόμη κι αν τα ποσοστά του φαίνεται να υποχώρησαν λίγο. Με το 55% των ψήφων καταμετρημένο, η Λαίκή Ενότητα, το κόμμα που αποσχίσθηκε από τον ΣΥΡΙΖΑ διαμαρτυρόμενο για την τελευταία συμφωνία διάσωσης, έλαβε μόνο 2,8%, 0,2% λιγότερα από αυτό που χρειάζεται για να λάβει έδρες στο κοινοβούλιο. Με τους σκληροπυρηνικούς της αριστερής πτέρυγας να έχουν φύγει – από το κόμμα και πιθανότατα από το κοινοβούλιο -κατά πάσα πιθανότατα θα είναι ευκολότερο για τον Τσίπρα να αντιμετωπίσει το δύσκολο έργο της εφαρμογής της συμφωνίας.

Σε λιγότερο από ένα χρόνο, η Ελλάδα έχει περάσει από την εκλογή ενός πολέμιου της διάσωσης στην επανεκλογή ενός υπέρμαχου της διάσωσης. “Δεν βγάζει κανένα νόημα, έτσι δεν είναι;” λέει ο Σταύρος Μεσσίνης, ένας τοπικός επιχειρηματίας.

“Καλώς ήρθες στην Ελλάδα” λέει ο μεταφραστής μου.

Τούτων λεχθέντων, αυτό δεν είναι ακριβώς μία ηχηρή έγκριση για τον ΣΥΡΙΖΑ. Η συμμετοχή ήταν χαμηλή, σε ορισμένα εκλογικά κέντρα που επισκέφτηκα ήταν πιο εύκολο να βρω συναδέλφους δημοσιογράφους να συνομιλήσω παρά ψηφοφόρους. Το γενικό κλίμα μεταξύ όλων των ψηφοφόρων που μίλησα – εξαιρουμένου του Κλαουδάτου – ήταν ότι δεν διάλεγαν τόσο μία κυβέρνηση όσο τους ανθρώπους που θα εφαρμόσουν τις αποφάσεις που ελήφθησαν εκτός Ελλάδας. Και αυτό δεν είναι ακριβώς μία σκέψη που εμπνέει έντονο πάθος. 

“Είμαστε απλώς οι διαχειριστές” μου είπε ένας υποστηρικτής της Χρυσής Αυγής στο κέντρο της Αθήνας. “Αυτοί που μας έδωσαν χρήματα είναι αυτοί που θα αποφασίσουν το θα συμβεί”. Ένας υποστηρικτής του Ποταμιού, το τεχνοκρατικό κεντρώο κόμμα, είπε ότι είναι τελικά αισιόδοξος ότι τα πράγματα θα πάνε καλύτερα μετά τις εκλογές – όχι επειδή συμπαθεί τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά επειδή η τελευταία συμφωνία διάσωσης είναι τόσο ισχυρή που “δεν μπορεί να αποφευχθεί”.

Αυτό δεν σημαίνει ωστόσο, ότι θα είναι εύκολο, ούτε οτι το αποτέλεσμα είναι σίγουρο. Η αποτυχία των προηγούμενων κυβερνήσεων να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις ή να επαναφέρουν τη χώρα πίσω στο δρόμο της ανάπτυξης δείχνει ακριβώς το πόσο δύσκολο είναι. 

Η Ελλάδα έχει ξεμείνει από χρήματα και εξαρτάται από τους πιστωτές που θέλουν να δουν ισχυρά μέτρα που θα αγγίξουν πολικά ευαίσθητες ομάδες. Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ιδεολογικά αντίθετος στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που περιλαμβάνουν απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων, το οποίο σημαίνει ότι βασίζεται περισσότερο στις αυξήσεις φόρων που μπορεί να ανακόψουν την ανάκαμψη. Και οι τελευταίοι μήνες δεν εμπνέουν ακριβώς ισχυρή εμπιστοσύνη στις πολιτικές δεξιότητες διαχείρισης του Τσίπρα. Η προεκλογική του εκστρατεία είναι προφανώς πολλή καλή. Αλλά η προεκλογική εκστρατεία δεν είναι καθόλου το ίδιο πράγμα με την αποτελεσματική διακυβέρνηση. 

Η Ελλάδα έχει μια ευκαιρία τώρα να πιέσει μέσω σκληρών μεταρρυθμίσεων, να πάρει κάποια ελάφρυνση χρέους, να ανακεφαλαιοποιήσει το τραπεζικό σύστημα και να οδηγήσει την χώρα ξανά προς την ανάπτυξη. Αλλά ένα μνημόνιο με τους πιστωτές δεν πρόκειται να κάνει τη δουλειά από μόνο του. Η Βουλή θα πρέπει να περάσει δύσκολα νομοσχέδια που θα σημαίνουν πόνο για μεγάλο αριθμό πολιτών, και στη συνέχεια να διασφαλίσει ότι τα υπουργεία θα εφαρμόσουν τα μέτρα αποτελεσματικά. Θα αντιμετωπίσουν ακόμη πιο αυστηρούς αντιπάλους από ό,τι η τρόικα των πιστωτών: ένα καλώς εδραιωμένο πελατειακό σύστημα, και τους θυμωμένους Έλληνες ψηφοφόρους, από τον πόνο που έχουν συσσωρεύσει.

Καθώς στάθηκε ενώπιον των υποστηρικτών του για να γιορτάσει τη νίκη του την Κυριακή, ο Τσίπρας υποσχέθηκε να συνεχίσει τον αγώνα που ξεκίνησε πριν από επτά μήνες. Ασφαλώς θα έχει έναν αγώνα να διεξάγει. Ο Τσίπρας διαπραγματεύτηκε την συμφωνία, και τώρα ο Τσίπρας θα πρέπει να την εφαρμόσει. Το ερώτημα είναι εάν έχει μείνει τέτοια αγωνιστικότητα μέσα του.