Του Μάριου Ευρυβιάδη

Η επιχείρηση για την κατάλυση του κυπριακού κράτους του 1960, οικοδομήθηκε γύρω από το έωλο επιχείρημα του κινδύνου «κομμουνιστικοποίησης» της Κύπρου μέσω της κάλπης, λόγω της ύπαρξης ισχυρού κομμουνιστικού κόμματος στη χώρα. Μετά την επίσκεψη του Αμερικανού αντιπροέδρου και μετέπειτα Προέδρου Johnson στην Κύπρο το 1962, ο ανταποκριτής των New York Times έγραφε την 9η Σεπτεμβρίου: «Ο κος Johnson επέστρεψε στις Η.Π.Α. με την αίσθηση ότι η ουδέτερη Κύπρος (neutralist Cyprus) δημιουργούσε το πιο δύσκολο πρόβλημα (της περιοχής) για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Δεν κατάφερε να πείσει τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο να εγκαταλείψει την αδράνειά του κατά των δραστηριοτήτων των κομμουνιστών.

Ο Αρχιεπίσκοπος διαπίστωσε ο κος Johnson, απέτυχε να οργανώσει την πλειοψηφία που τον υποστήριζε σε ένα ενεργό πολιτικό κόμμα το οποίο θα καταπολεμούσε τους κομμουνιστές».

Λίγες μέρες πριν τη μέρα επίσκεψης του Johnson (31 Αυγούστου), άρθρο του ιδίου ανταποκριτή έφερε τον τίτλο «Johnson to Warn Cyprus on Reds». Λίγες μέρες πριν, στις 26 Αυγούστου 1963 ο γνωστότατος αρθογράφος C. L. Sulzberger (μέλος οικογένειας της οποίας η εφημερίδα ήταν ιδιοκτησία) ο οποίος αργότερα παραδέχτηκε ότι εργαζόταν, παράλληλα, και για τη CIA (Βλέπε "C L. Sulzberger, Columnist, Dies at 80," The New York Times, September 21st ,1993) έγραψε ειδικό σχόλιο (Op. Ed.) στην εφημερίδα με το χαρακτηριστικό συμβολικό τίτλο, "Can a Levantine Cuba Be Czeched (sic)?" Κατά τον Sulzberger η «Κύπρος εμπεριέχει σπόρους που συνδυάζουν τις περιπτώσεις της Τσεχοσλοβακίας (1948) και της Κούβας (1962), δύο γεωπολιτικά επίθετα που έχουν απεχθείς συνειρμούς για τη Δύση».

Η αναφορά στην Τσεχοσλοβακία μας παραπέμπει στις εκλογές του 1948 όταν με διάφορα «τεχνάσματα» οι μειοψηφούντες κομμουνιστές "κέρδισαν", μέσω της κάλπης, την εξουσία. Στην Κούβα έχουμε τον Κάστρο που το 1959 είχε ανατρέψει το διεφθαρμένο αμερικανοελεγχόμενο καθεστώς Μπατίστα, αλλά το 1962 ήταν ήδη σύμμαχος της Σοβιετικής Ένωσης.
Το έστω και κολοβό ανεξάρτητο κυπριακό κράτος εμφανίστηκε σε μια χρονική περίοδο που ο Ψυχρός Πόλεμος έμπαινε σε κορύφωση και όπου ο χώρος της Ανατολικής Μεσογείου αποκτούσε μείζονα στρατηγική σημασία για τις Η.Π.Α. και τη Σοβιετική Ένωση .
Σχεδόν την επαύριον της ανεξαρτησίας (για να μην πω πριν από αυτή) άρχισαν δεύτερες σκέψεις στα δυτικά κέντρα εξουσίας. Η έστω και κολοβή κυπριακή ανεξαρτησία θεωρήθηκε ως στρατηγικό λάθος, και ο διαμελισμός της Κύπρου ανάμεσα στα δύο Νατοϊκά κράτη, Ελλάδα και Τουρκία, άρχισε να προωθείται ως η «ιδεώδης λύση».

Η Τουρκία ποτέ δεν αποδέχτηκε τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου, όπως απέδειξαν οι πράξεις της από το 1960 μέχρι το 1963 (ούτε και κανένα από τα πολλά σχέδια Άτσεσον αποδέχτηκε η Τουρκία πλην του πρώτου, που της παραχωρούσε κυριαρχία στο ένα τρίτο περίπου της Κύπρου και αυτό καταρχήν). Όπως τεκμηριώνει η έρευνα, η Τουρκία εισήγαγε λαθραία στην Κύπρο και με γνώση των Βρετανών, πάνω από 10000 σύγχρονα όπλα, τα περισσότερα στην περίοδο μετά τις συμφωνίες Ζυρίχης – Λονδίνου ακόμη και μετά την ανακύρηξη του κράτους στις 16 Αυγούστου 1960. Το γεγονός αυτό τεκμηριώνεται τόσο από τουρκικές όσο και από ελληνικές πηγές (Βλ. Μάνος Ηλιάδης, Το Απόρρητο Ημερολόγιο της ΚΥΠ για την Κύπρο, 2007).
Πολύ πριν τα γεγονότα του 1963-64, χρηματοδοτήθηκε και αναπτύχθηκε μια έντονη αντικομουνιστική προπαγάνδα στην Κύπρο. Ήταν θέμα χρόνου, με τα γεγονότα 63-64, ο Μακάριος να δαιμονοποιηθεί ως ο «ρασοφόρος Κάστρο» και ως ο «κόκκινος παπάς» και η Κύπρος ως η «Κούβα της Μεσογείου» και ως η «Τσεχοσλοβακία» του μεσοπολέμου.

Κατά τους Αμερικανούς και το παρακολούθημά τους, τους Βρετανούς, ο Μακάριος θα έπεφτε θύμα των επιτήδειων και υποχθόνιων κομμουνιστών. Σε μια τέτοια περίπτωση, της κομμουνιστικοποίησης δηλαδή της Κύπρου, θα άλλαζε το στρατηγικό ισοζύγιο σε βάρος της Δύσης κυρίως στη μείζονος στρατηγικής σημασίας περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Εκεί είχαν αρχίσει τότε να αναπτύσσονται , κάτω από τη θάλασσα, τα αμερικανικά πυρηνικά υποβρύχια Polaris. Μέχρι και το 1968, μόνο από την Ανατολική Μεσόγειο (εξαιτίας περιοριορισμών στην εμβέλεια της πρώτης γενιάς πυραύλων Polaris) μπορούσαν τα υποβρύχια αυτά να χτυπήσουν το μαλακό υπογάστριο της Σοβιετικής Ένωσης. Έπρεπε συνεπώς το Κυπριακό κράτος να παύσει να υφίσταται.
Η Κύπρος δεν υπήρξε ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία χώρα που βγήκε από την αποικιοκρατία και αντιμετώπισε εσωτερικά προβλήματα εξουσίας, τάξης και ασφάλειας. Σχεδόν όλα τα κράτη, (ακόμη και η Μάλτα που αποτελεί την μόνη εξαίρεση) αντιμετώπισαν τέτοια προβλήματα.

Ωστόσο, η Κύπρος αποτελεί το μοναδικό κράτος που η Δύση, με τους Βρετανούς και Αμερικανούς να πρωτοστατούν, αποφάσισε να καταλύσει. Δεν υπάρχει άλλο κράτος και άλλος λαός που στην περίοδο δύο γενεών έζησε έναν αποικιακό αγώνα, έναν εμφύλιο πόλεμο, ένα πραξικόπημα και μία εισβολή και έχασε πάνω από το 1% του πληθυσμού της το 1974 σε ένα μήνα, θύμα της νατοΐκής χούντας και της νατοϊκής Τουρκίας και όλα με την ανοχή των ΗΠΑ και της Βρετανίας.
Σε ότι αφορά στην ιστορία και ειδικά στον επαίσχυντο ρόλο των Βρετανών αλλά και των Αμερικανών, έρχεται και ένα πολύ πρόσφατο ντοκουμέντο για να τεκμηριώσει την ανάλγητη και καταστροφική τους πολιτική απέναντι σε ένα κράτους και ένα λαό, που κάθε άλλο παρά εχθρικοί υπήρξαν έναντι της Δύσης. Αντίθετα μάλιστα.

Αναφέρομαι στο εξαιρετικό βιβλίο του πρώην Βρετανού αξιωματικού Martin Packard, Getting it Wrong: Fragments from a Cyprus Diary, 1964, που μόλις κυκλοφόρησε. Πρόκειται για την επίσημη έκθεση του Packard, ως αξιωματούχου του Βρετανικού Ναυτικού και ταυτόχρονα αξιωματούχου της Ειρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ στην Κύπρο, προς την βρετανική κυβέρνηση. Η έκθεση αυτή «εξαφανίστηκε» από τα βρετανικά αρχεία και υπάρχει σήμερα δημοσιευμένη διότι ο Packard είχε την πρόνοια να φυλάξει αντίγραφο εκτός υπηρεσίας.
Το βιβλίο-έκθεση του Packard, που κάθε άλλο παρά υποστηρικτικό της «επίσημης» ελληνοκυπριακής θεώρησης είναι, ανατρέπει όλη την συμβατική σοφία περί «χαμένων ευκαιριών» και τεκμηριώνει την υπόθεση ότι άλλη θα ήταν η πορεία του κυπριακού και άλλη η σημερινή κατάσταση, εάν οι αγγλο-αμερικανοί δεν ακολουθούσαν την γνωστή τους εχθρική και μισαλλόδοξη πολιτική που αποσκοπούσε και συνεχίζει να αποσκοπεί στη διάλυση του κράτους του 1960 ή τον πολιτικό του ευνουχισμό.

Ο τίτλος του βιβλίου, Getting it Wrong, είναι διπλά ειρωνικός και προέρχεται από ένα πραγματικό περιστατικό μεταξύ του Packard και του τότε Υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, George Ball. Ο τελευταίος βρίσκετο στην Κύπρο, τον Φεβρουάριο του 1964, ως κομιστής προτάσεων για την κατάλυση του κυπριακού κράτους. Η πρόταση Ball αφορούσε είτε στον διαμελισμό της Κύπρου ή στη δημιουργία αγγλο-ελληνο-τουρκο-αμερικανικής επικυριαρχίας (condominium) στην επικράτειά της.
Από τον Packard, που ηγείτο ενός ενεργού και επιτυχημένου προγράμματος του ΟΗΕ για επαναπροσέγγιση και επιστροφή ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων προσφύγων στα χωριά τους, ζητήθηκε να συνοδέψει τον Αμερικανό αξιωματούχο στα επηρεαζόμενα χωριά και να τον ενημερώσει για την πρόοδο του προγράμματος.

Όταν το ελικόπτερο που τους μετέφερε επέστρεψε στη βάση του, ο George Ball χτύπησε τον Packard χαϊδευτικά στην πλάτη λέγοντάς του: "Very impressive, but you've got it all wrong, son. Hasn't anyone told you that our objective here is partition, not reintegration?" «Πολύ εντυπωσιακό το έργο σου νεαρέ. Δεν έχεις προφανώς ενημερωθεί ότι στόχος μας εδώ είναι η διχοτόμηση και όχι η επανενοποίηση;»

Από τότε η στρατηγική των Αγγλο-αμερικανών άλλαξε αλλά μόνο ως προς τούτο: Η κατάλυση ή ο ευνουχισμός του κράτους να γίνει με τη συναίνεση του λαού, ή κατά το ελάχιστο, των ταγών του.
Και εδώ έχουμε την απόλυτη ιστορική ειρωνία: θα υλοποιήσει αυτό το στόχο το δίδυμο εξουσίας Χριστόφια-Κυπριανού των οποίων τους πνευματικούς πατέρες οι Αμερικανοί δαιμονοποίησαν το 1960 και χρησιμοποίησαν ως αφορμή και δικαιολογία για να καταστρέψουν τον τόπο;