Toυ ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΝΤΣΙΝΗ

Σ’ ευχαριστώ, ω Γερμανία. Σ’ ευχαριστώ που είσαι τόσο απεχθής. Τόσο υπέροχα ικανή να φταις για όλα.

Εσύ δεν διέφθειρες το πολιτικό μας σύστημα; Εσύ δεν μόλυνες – ψηφιακώς και υποβρυχίως – τους άσπιλους ευπατρίδες που μας διακονούσαν; Εσύ τους χάλασες, όπως χάλασες κι εμάς, φυτεύοντας Μπέμπες, Καγιέν και Μερσεντές στο φαντασιακό μας.

Μόνο το ανάθεμα σου πρέπει, Γερμανία. Χωρίς εσένα θα είχαμε καταφέρει να εισπράξουμε κάτι περισσότερο από το ένα τοις εκατό των βεβαιωμένων χρεών προς το Δημόσιο. Χωρίς τη βαριά σκιά σου, θα είχαμε εξυγιάνει το κράτος. Θα είχαμε ξεριζώσει τις ελλειμματικές παραφυάδες του. Θα είχαμε καλύτερα νοσοκομεία. Καλύτερες εφορίες. Καλύτερα πανεπιστήμια.

Εσύ καθήλωσες την οργιώδη παραγωγή μας. Σακάτεψες τη ρωμαλέα μας ανταγωνιστικότητα. Εσύ καταδικάζεις στην αχρησία τους νόμους που ψηφίζουμε. Καθυστερείς τα δικαστήριά μας.

Δεν είναι όμως για όλα αυτά που λατρεύω να σε μισώ, Γερμανία. Είναι πρωτίστως γιατί βοηθάς τον κόσμο να ‘ναι απλός. Επίπεδος. Ασπρος ή μαύρος. Χρεώνεσαι ό,τι είναι δύσκολο να εξηγηθεί. Κι ό,τι είναι δυσάρεστο να ειπωθεί, το καλουπώνεις.

Χάρη σε σένα δεν έχουμε πολλά και σύνθετα προβλήματα. Εχουμε ένα πρόβλημα και είσαι εσύ.

Χάρη σε σένα και το ρυπαρό σου παρελθόν νιώθουμε πάλι ήρωες, πάλι αθώα σφάγια της Ιστορίας.

Χάρη σε σένα βολευόμαστε στην ευκολία των στερεοτύπων. Στην αγλωσσία των συνθημάτων. Στους θούριους της δεισιδαιμονίας.

Σ’ ευχαριστώ, ω Γερμανία. Μάνα των κακών. Μαμμή της αγανάκτησης. Πηγή της πιο υπνωτικής παραμυθίας…