Της Ρούλας Σαλούρου

Μια άκρως ανησυχητική εικόνα για την πορεία των μισθών και των συντάξεων και κατά συνέπεια της ελληνικής οικονομίας παρουσιάζουν οι μελέτες του Παρατηρητηρίου της ΓΣΕΕ. Περίπου το 50% των νέων δημοσιονομικών μέτρων για το 2013 και το 2014 αφορά περικοπή μισθών και συντάξεων, επισημαίνουν οι επιστήμονες, ενώ παρατηρούν ότι οι επιπτώσεις του αποπληθωρισμού που αναμένεται το 2013 θα είναι λιγότερο θετικές από όσο συχνά υποστηρίζεται. Παράλληλα, οι επιστήμονες του παρατηρητηρίου επισημαίνουν ότι η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων τα επόμενα χρόνια προϋποθέτει τη λήψη νέων μέτρων το 2015 και το 2016.

Αναλυτικά, για το διάστημα 2013-2014, όπως επισημαίνεται, η ελληνική κυβέρνηση έχει συμφωνήσει με την Τρόικα τη λήψη δημοσιονομικών μέτρων ύψους 13,5 δισ. ευρώ. Από αυτά σχεδόν το 50% αφορά μείωση δαπανών για συντάξεις και μισθούς στον δημόσιο τομέα. Ειδικότερα, αναμένεται να εξοικονομηθούν 5,2 δισ. ευρώ από συντάξεις και 1,4 δισ. ευρώ από μισθούς. Ο κύριος όγκος των μέτρων θα λάβει χώρα το 2013, οπότε έχει προγραμματιστεί να γίνει η περικοπή των 4,7 δισ. ευρώ από τα 5,2 που αφορούν συνταξιοδοτικές δαπάνες καθώς και των 1,2 δισ. ευρώ από τα 1,4 που αφορούν μισθολογικές δαπάνες. Τα ποσά που αναμένεται να εξοικονομηθούν από τις αλλαγές στο φορολογικό σύστημα ανέρχονται σε μόλις 3,8 δισ. ευρώ, ενώ σημαντικές είναι οι μειώσεις που αφορούν τις δαπάνες σε υγεία, εκπαίδευση και κοινωνικά επιδόματα.

Γίνεται συνεπώς εμφανές ότι, όπως έχει συμβεί και τα προηγούμενα χρόνια, η δημοσιονομική προσαρμογή των δύο επόμενων ετών θα επικεντρωθεί στη συρρίκνωση των δαπανών και όχι στην ουσιαστική αύξηση των εσόδων. Με αυτό τον τρόπο θα μειωθούν περαιτέρω οι πρωτογενείς δημοσιονομικές δαπάνες, που ήδη είναι σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα από τον μέσο όρο στην ΕΕ-15 (44,6% έναντι 46,7%, με βάση τα στοιχεία για το 2011). Αντίθετα, δεν επιδιώκεται η συστηματική αύξηση των δημοσιονομικών εσόδων, όπου η Ελλάδα υστερεί σε σύγκριση με την ΕΕ-15 (42,3% έναντι 45,2% με βάση τα στοιχεία για το 2011). Κατά συνέπεια, επισημαίνουν οι επιστήμονες, η όποια δημοσιονομική προσαρμογή θα ήταν λογικότερο να επικεντρωθεί σχεδόν εξολοκλήρου στη συλλογή φορολογικών εσόδων, με έμφαση στην αύξηση των άμεσων φόρων μέσω της πάταξης της φοροδιαφυγής, παρά στη συρρίκνωση των δημοσιονομικών δαπανών και ιδιαίτερα αυτών που αφορούν συντάξεις, μισθούς και κοινωνικά επιδόματα.

Παράλληλα και βάσει των προβλέψεων της τελευταίας έκθεσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, για να μειώσει η Ελλάδα το δημοσιονομικό της έλλειμμα κάτω από το 3% του ΑΕΠ μέχρι το 2015 πρέπει αφενός να εφαρμοστούν πλήρως τα μέτρα που έχουν ήδη συμφωνηθεί και αφετέρου το 2015 και το 2016 να ληφθούν επιπρόσθετα μέτρα ύψους 3,4 μονάδων του ΑΕΠ (ή 6,6 δισ. ευρώ), τα οποία δεν έχουν ακόμη προσδιοριστεί.

Το Παρατηρητήριο της ΓΣΕΕ επισημαίνει το εξής: Πρώτον, τα επόμενα χρόνια το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής θα συνεχίσει να επικεντρώνεται στη μείωση των δαπανών αντί στην αύξηση των εσόδων, δίνοντας έμφαση στη συρρίκνωση των κοινωνικών μεταβιβάσεων και των δαπανών για τις αμοιβές του προσωπικού στον δημόσιο τομέα. Έτσι, αν και το δημοσιονομικό πρόβλημα της Ελλάδας διαχρονικά εντοπίζεται στην έλλειψη επαρκών εσόδων και όχι στην ύπαρξη υψηλών δαπανών σε σχέση με την ΕΕ-15, το πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής συνεχίζει να εστιάζεται στη μείωση των δαπανών, όπως έγινε τα προηγούμενα χρόνια.

Δεύτερον, τα έσοδα από άμεσους φόρους θα εξακολουθήσουν να βρίσκονται σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα σε σύγκριση με τα έσοδα από έμμεσους φόρους.

Τρίτον, όλες οι προβλέψεις που έχουν γίνει είναι ιδιαίτερα ευάλωτες όχι μόνο σε προβλήματα που συνδέονται με την υλοποίηση των μέτρων αλλά και σε ενδεχόμενη όξυνση της ύφεσης λόγω της συνέχισης της δημοσιονομικής λιτότητας. Μια όξυνση της ύφεσης θα επηρεάσει δυσμενώς τα έσοδα της κυβέρνησης. Συνεπώς, αν οι μακροοικονομικές παραδοχές που έχουν γίνει στο σχεδιασμό του προγράμματος δεν αποδειχθούν ρεαλιστικές, είναι πολύ πιθανόν να απαιτηθούν από την Τρόικα επιπρόσθετα μέτρα ακόμη και πριν από το 2015.

Αλλά και εντός του 2013, αναμένονται περαιτέρω αρνητικές συνέπειες, εξαιτίας της πορείας του πληθωρισμού.

Όπως επισημαίνει το Παρατηρητήριο, το 2013 το μοναδιαίο κόστος εργασίας θα εξακολουθήσει να συρρικνώνεται σημαντικά συνεχίζοντας τη φθίνουσα πορεία που έχει καταγράψει μετά το 2009. Προβλέπεται ότι το 2013 θα είναι το πρώτο έτος του προγράμματος προσαρμογής κατά το οποίο θα υπάρξει αρνητικός πληθωρισμός (-0,8%). Για την ακρίβεια, η περαιτέρω συρρίκνωση του κόστους εργασίας –λόγω της ανεργίας, της μείωσης των κατώτερων αποδοχών και της υψηλότερης ευελιξίας στην αγορά εργασίας– αναμένεται ότι θα οδηγήσει εντέλει σε αποπληθωρισμό το 2013. Η Τρόικα θεωρεί αυτή την εξέλιξη θετική, καθώς εκτιμάται ότι βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών. Επίσης, συχνά προβάλλεται το επιχείρημα ότι η μείωση των τιμών έχει θετικές επιπτώσεις στα πραγματικά εισοδήματα.

Ωστόσο, στην αξιολόγηση των επιδράσεων του αποπληθωρισμού το παρατηρητήριο της ΓΣΕΕ επισημαίνει ότι πρέπει να ληφθούν υπόψη και τα εξής: Πρώτον, η μείωση των τιμών σε συνδυασμό με τη μείωση των μισθών δυσχεραίνει τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να αποπληρώσουν το συσσωρευμένο χρέος τους προς τις τράπεζες. Παράλληλα, ο αποπληθωρισμός έχει την τάση να αυξάνει την πραγματική αξία των τόκων που πληρώνουν τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αναδιανέμοντας το παραγόμενο εισόδημα προς όφελος των τραπεζών.

Δεύτερον, με βάση τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα επόμενα χρόνια η μείωση των ονομαστικών απολαβών ανά εργαζόμενο θα είναι αρκετά υψηλότερη από τη μείωση των τιμών. Άρα η αγοραστική δύναμη των μισθών θα συνεχίσει να συρρικνώνεται.

Τρίτον, η όποια θετική επίδραση στο εμπορικό ισοζύγιο της Ελλάδας από τη μείωση των τιμών και των μισθών αναμένεται να είναι βραχύβια αν δεν υπάρξουν ουσιαστικές αλλαγές στο παραγωγικό σύστημα της χώρας.

Τέταρτον, ο αποπληθωρισμός ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς το ονομαστικό ΑΕΠ της Ελλάδας και, συνεπώς, το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, το οποίο καθορίζει τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους της χώρας

 

Πηγή:www.capital.gr