Η Κεντρική Τράπεζα των ΗΠΑ αποφάσισε τελικά να μην “τραβήξει την σκανδάλη” και ανακοίνωσε ότι διατηρεί τα επιτόκιά της σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.

 

Με επιφύλαξη για τις προοπτικές της ανάπτυξης και του πληθωρισμού, η Fedδιατήρησε το εύρος του παρεμβατικού της επιτοκίου στο 0-0,25%, κρατώντας αμετάβλητο το κόστος δανεισμού των τραπεζών. Eννέα μέλη τάχθηκαν υπέρ της διατήρησης και ένα κατά.

Η μεγάλη πλειοψηφία των αξιωματούχων της Fed εξακολουθεί, ωστόσο, να πιστεύει πως η αύξηση των επιτοκίων θα έρθει πριν τα τέλη του έτους. Τον Ιούνιο, τα 15 από τα 17 μέλη της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοιχτής Αγοράς (FOMC) ανέμεναν αύξηση των επιτοκίων εντός του τρέχοντος έτους, σύμφωνα με τις επίσημες προβλέψεις που δημοσίευσε η Fed. Την Πέμπτη ο αριθμός αυτός υποχώρησε στους 13.

Στην ανακοίνωσή της η Fed κάνει λόγο για φόβους γύρω από τις πρόσφατες αναταράξεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις οικονομίες του εξωτερικού.

“Οι πρόσφατες παγκόσμιες οικονομικές και χρηματοπιστωτικές εξελίξεις ενδέχεται να πλήξουν σε ένα βαθμό την οικονομική δραστηριότητα και είναι πιθανό να ασκήσουν περαιτέρω καθοδική πίεση στον πληθωρισμό στο εγγύς μέλλον”, προειδοποιεί η Fed. Προσθέτει ότι “παρακολουθεί τις εξελίξεις στο εξωτερικό”, σε ένδειξη της αυξημένης ανησυχίας της τράπεζας πως η αργή ανάπτυξη εκτός των ΗΠΑ θα μπορούσε να βλάψει την αμερικανική οικονομία.

Το γεγονός ότι πολλοί αξιωματούχοι εξακολουθούν να αναμένουν αύξηση των επιτοκίων έως τα τέλη του έτους σημαίνει πως πολλοί πιστεύουν ότι οι ανησυχίες αυτές θα αμβλυνθούν τις προσεχείς εβδομάδες.

Διαψεύστηκαν οι προσδοκίες

Οι αξιωματούχοι της αμερικανικής νομισματικής αρχής στέλνουν εδώ και μήνες μηνύματα ότι σχεδιάζουν αύξηση των επιτοκίων φέτος -επτά χρόνια μετά την προσγείωσή τους σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, το Δεκέμβριο του 2008, ως απάντηση στη χρηματοπιστωτική κρίση. Πυρήνας της αισιοδοξίας τους είναι η άποψη πως η αγορά εργασίας βελτιώνεται με ταχείς ρυθμούς, ενώ η οικονομία αρχίζει να ανεβάζει ρυθμούς “προαναγγέλλοντας” μερική ώθηση του πληθωρισμού. Μέχρι πρόσφατα, οι αξιωματούχοι της Fed έδειχναν ότι παραμένουν κανονικά σε τροχιά να κάνουν την επίμαχη κίνηση στη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου, ωστόσο μια σειρά από παράγοντες έβαλαν φρένο στις προθέσεις τους, συμπεριλαμβανομένων του ισχυρότερου δολαρίου, της μεταβλητότητας σε αγορά μετοχών και ομολόγων αλλά και των ενδείξεων επιβράδυνσης στην Κίνα, τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο.

Η χαλαρή νομισματική πολιτική της Fed πρόσφερε εδώ και πολλά χρόνια στήριξη στις μετοχές, ενώ πίεζε τις αποδόσεις των τίτλων σταθερού εισοδήματος. Ωστόσο, η φετινή χρονιά ήταν διαφορετική. Μέχρις ότου να σημειωθεί διόρθωση 11% του S&P 500 στο διάστημα 17-25 Αυγούστου, ο δείκτης κινούνταν σε στενό εύρος διακύμανσης, με τις μεταβολές του να μην ξεπερνούν ποτέ το 3,7%. Από τις αρχές του έτους έχει χάσει το 3,1% της αξίας του.

Το μαζικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Fed τερματίστηκε το Οκτώβριο του 2014, ωστόσο το επιτόκιο των ομοσπονδιακών κεφαλαίων παραμένει “κλειδωμένο” στο ιστορικό χαμηλό εύρος του 0-0,25% από τα τέλη του 2008.

Εάν η Fed αυξήσει βραχυμεσοπρόθεσμα το κόστος του χρήματος -αυξάνοντας τα επιτόκια– οι ποταμοί κεφαλαίων με τους οποίους έχει τροφοδοτηθεί το παγκόσμιο τραπεζικό σύστημα και μέσω αυτού το χρέος του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα θα έπρεπε να αναχρηματοδοτηθούν με ακριβότερο “χρήμα”. Και αυτό έχει ήδη εδώ και ένα χρόνο προκαλέσει ένα ισχυρό κύμα εξόδου κεφαλαίων από τις αναπτυσσόμενες οικονομίες με αποτέλεσμα την κατάρρευση χρηματιστηριακών τιμών και νομισμάτων, ενώ η τάση “φυγής” κεφαλαίων έχει επιδεινωθεί δραματικά από την σταθερή πλέον διολίσθηση της οικονομίας της Κίνας που συμπαρασύρει μαζί της τους εμπορικούς της εταίρους σε Ασία και Λ. Αμερική.

Διχασμένοι αναλυτές και οικονομολόγοι

Οι εκτιμήσεις και απόψεις οικονομολόγων για το τι θα σημάνει για την παγκόσμια οικονομία η αύξηση των αμερικανικών επιτοκίων διέφεραν, ωστόσο οι αγορές από χτες φάνηκε να προεξοφλούν ότι η Fed ίσως να διστάσει σήμερα να αυξήσει τα επιτόκια, δεδομένων των νέων συνθηκών που επικρατούν στις αγορές και ιδιαίτερα στην Κίνα.

Στη σχετική έρευνα του Reuters για πρώτη φορά μία μικρή πλειοψηφία των ερωτηθέντων αναλυτών (45 στους 80) εκτίμησε, αντίστροφα ακριβώς από ό,τι την προηγούμενη εβδομάδα, ότι η διήμερη συνεδρίαση της νομισματικής επιτροπής της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας δεν πρόκειται να κατέληγε σήμερα Πέμπτη σε ανακοίνωση αύξησης των επιτοκίων.

Τα federal-funds futures, που αποτελούν ένα είδος στοιχήματος επί της νομισματικής πολιτικής, καταδείκνυαν ότι οι πιθανότητες αύξησης των επιτοκίων υπολογίζονται στο 21%, έναντι 25% προ μιας εβδομάδος και 45% πριν από έναν μήνα.

Η αντιφατικότητα των εκτιμήσεων δεν χαρακτήριζε μόνο τους ειδικούς, αλλά και την ίδια τη διοίκηση της Fed και ασφαλώς εξηγεί και τη μεγάλη μεταβλητότητα στη Wall Street τις τελευταίες δύο εβδομάδες. Όποιες εξελίξεις και αν επικαλεστεί κανείς (επιβράδυνση στις αναδυόμενες οικονομίες, χρηματιστηριακή αναταραχή στην Κίνα, πτώση της τιμής των εμπορευμάτων), γεγονός παραμένει ότι ο νους των επενδυτών είναι κατεξοχήν στραμμένος στην κεντρική τράπεζα – γεγονός από μόνο του ενδεικτικό μιας στρέβλωσης, από την οποία δεν υπάρχει εύκολη έξοδος, εφόσον οι αποτιμήσεις των μετοχών (που έχουν τριπλασιασθεί μετά την κρίση) στηρίζονται ακριβώς στην πολιτική του φθηνού χρήματος και όχι σε διαδικασίες προσφοράς και ζήτησης.

Πηγή: Capital.gr