Πέντε στοιχεία “κρατάει” η Morgan Stanley από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων των stress tests για τις ελληνικές τράπεζες.

 

Σε ανάλυσή της με ημερομηνία 2 Νοεμβρίου, η Morgan Stanley ξεκινά εκ νέου την κάλυψη της Εθνικής με σύσταση equal weight χωρίς τιμή-στόχο, ενώ αφαιρεί τις τιμές-στόχους από όλες τις τράπεζες, και θα τις επανεξετάσει όταν υπάρξει μεγαλύτερη σαφήνεια για το αποτέλεσμα της διαδικασίας της ανακεφαλαιοποίησης, της εφαρμογής του γ΄ προγράμματος και της οικονομικής ανάκαμψης της Ελλάδας.

Σε ό,τι αφορά τα stress tests, η Morgan Stanley εκτιμά ότι τα 4,4 δισ. ευρώ (σύμφωνα με το βασικό σενάριο), καλύπτουν τις απαιτήσεις που προκύπτουν από το AQR και διατηρεί το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας CET-1 υψηλότερα του 9,5% , ενώ το δυσμενές σενάριο ανεβάζει τις ανάγκες στα 14,4 δισ. ευρώ. “Περιμένουμε τα σχέδια δράσης των τραπεζών, που θα περιλαμβάνουν ένα μείγμα κρατικής και ιδιωτικής βοήθειας. Ωστόσο, ακόμη και εκεί που οι ανάγκες είναι ελάχιστες (Alpha, Eurobank), οι τράπεζες μπορεί ακόμη να επιλέξουν να αντλήσουν κεφάλαια από ιδιώτες επενδυτές για να περιορίσουν το dilution ή το φορτίο των κοστοβόρων μέσω ΑΤ1”, αναφέρει η Morgan Stanley.

Δεύτερον,  η διαδικασία φαίνεται ισχυρή, ωστόσο τα ευάλωτα μέρη που παραμένουν είναι υψηλά: το AQR κατηγοριοποιεί εκ νέου το 1%-6% της έκθεσης ως μη εξυπηρετούμενα και υποδηλώνει ότι οι τράπεζες θα αυξήσουν την κάλυψη κατά 3%-8%, στο 48%-53%. Ωστόσο, εκτιμά ότι κάθε επιπλέον κάλυψη μιας ποσοστιαίας μονάδας, επηρεάζει το CET1 κατά 30-56 μονάδες βάσης. Και ενώ οι εκτιμήσεις των stress tests φαίνονται συντηρητικές, συμπεριλαμβάνοντας υψηλότερα όρια σε σχέση με το 2014, αντιλαμβανόμαστε ότι περιλαμβάνονται τα DTCs (deferred tax credits-αναβαλλόμενη φορολογική απαίτηση) και ότι μπορεί να δεχθούν αλλαγές στους κανόνες στην Ιταλία, την Ισπανία και την Πορτογαλία, που μειώνουν την λογοδοσία ή επιβάλλουν εισφορές.

Τρίτον, οι ενέργειες περιορισμού, περιλαμβάνουν μόνο τις κινήσεις διαχείρισης παθητικού (LME). Τα stress tests ήδη αντιστοιχούν σε σχέδια αναδιάρθρωσης. “Βλέπουμε περιορισμένες επιδράσεις από την πώληση των assets, καθώς τα stress tests ήδη περιλαμβάνουν τα σχέδια αναδιάρθρωσης των τραπεζών. Η αναδιάρθρωση προσθέτει 250 μονάδες βάσης CET1 στο αποτέλεσμα για την Εθνική σύμφωνα με το βασικό σενάριο (υπό συντηρητικές εκτιμήσεις) έναντι -0,4% και +0,4% των εταίρων για τις ισχύουσες δεσμεύσεις”, αναφέρει η Morgan Stanley. Κάποια εξισορρόπηση μπορεί να βρεθεί με πρόσθετους DTAs (deferred tax asset), με την προϋπόθεση ότι οι κανόνες επιτρέπουν περαιτέρω δημιουργία στη διάρκεια του 2015, και τα LME μπορεί να εξισορροπήσουν τις νέες κεφαλαιακές ανάγκες.

Τέταρτον, οι καταθέσεις επιστρέφουν οριακά, ωστόσο τα μεγέθη παραμένουν 26% χαμηλότερα από το peak του Νοεμβρίου. Ομοίως, το όριο του ELA μειώνεται, αν και το ευρωσύστημα χρηματοδοτεί ακόμη το 32% του ισολογισμού των ελληνικών τραπεζών. Ως εκ τούτου, τα ευάλωτα μέρη για τη χρηματοδότηση και τη ρευστότητα παραμένουν, εν τω μέσω συνεχούς απομόχλευσης δανείων. Ωστόσο το χρηματοδοτικό κόστος συνεχίζει να υποχωρεί, και δεν βλέπουμε τέτοια δημιουργία επισφαλών δανείων όπως θα περίμεναν ορισμένοι.

Τέλος, το ελληνικό μακροοικονομικό πλαίσιο παραμένει εύθραυστο. Όπως επισημαίνει, η ελληνική οικονομία είναι πιθανό να συρρικνωθεί απότομα για κάποιο διάστημα. “Είμαστε πιο επιφυλακτικοί σε σχέση με την πιθανότητα το τρίτο πρόγραμμα θα εφαρμοστεί, σε σχέση με τις προσδοκίες της αγοράς”. Προσθέτει ότι εάν εφαρμοστεί το πρόγραμμα αξιόπιστα, μπορεί η Ελλάδα να καταστεί επιλέξιμη για το QE της ΕΚΤ. Αλλά παρομοίως, ο κίνδυνος είναι ότι η μη συμμόρφωση σημαίνει ότι δεν θα υπάρξει αγορά ομολόγων. Συνολικά, ενώ το ΑΕΠ αναπτύχθηκε πραγματικά στο β΄ τρίμηνο, “οι αναπτυξιακοί μας δείκτες γίνονται πιο αρνητικοί. Όχι μόνο η οικονομική δραστηριότητα συρρικνώνεται ξανά, αλλά το κάνει και με ταχύ ρυθμό”.

Πηγή: Capital.gr